Οι εξελίξεις στην εγγύς γεωπολιτική μας γειτονιά, έχουν πολύ
συγκεκριμένη ταυτότητα, και το γαϊτανάκι των επιχειρούμενων ανατροπών, σύρεται από
πολύ συγκεκριμένους πρωταγωνιστές, αν και διατηρεί στο ακέραιο τον
πολυπαραγοντικό του χαρακτήρα…
Η πατρίδα μας βρίσκεται στην περιδίνηση μιας αποδομητικής
διαδικασίας, που δεν είναι δυνατόν να αποκρυβεί με τις φλύαρες αναπτυξιακές
μεγαλοστομίες, πίσω από τις οποίες ταμπουρώνεται ΚΑΙ αυτή η κυβέρνηση.
Κομβικό πρόβλημα σε αυτό το δυναμικά εξελισσόμενο πάζλ των
ισχυρών πιέσεων και των επιδιωκόμενων ανατροπών, είναι η σημαντική στρατηγική υστέρηση που αφορά στην Εξωτερική πολιτική της
χώρας, και η οποία είναι ευθέως ανάλογη
με το σύστημα αντιλήψεων που διαπερνά το σύνολο του πολιτικού της προσωπικού.
Τρία είναι τα βασικά
στοιχεία που συναποτελούν τον κορμό αυτής της υστέρησης, η οποία προσλαμβάνει πλέον καταφανή αυτοκαταστροφικά
χαρακτηριστικά.
Το πρώτο,
σχετίζεται, με τον μοναδικό «οδηγό» πάνω στον οποίο σύρεται η...
κυρίαρχη αντίληψη
για τον τρόπο άσκησης της Εξωτερικής πολιτικής. Η κεντρική του ιδέα συνοψίζεται στο εξής:
«Ενεργώ όταν προκαλούμαι… Φλυαρώ ως παρακολούθημα της ατζέντας του
αντιπάλου… Προσαρμόζομαι και υπερθεματίζω το στρατηγικό δόγμα των παραδοσιακών
μου συμμαχιών».
Ο καθένας αντιλαμβάνεται, ότι αυτή η αντίληψη…
- Δεν διαθέτει ταυτότητα…
- Δεν διαθέτει δυναμική επικαιροποίησης…
- Δεν διαπερνάται από κανενός είδους εθνοκεντρικά χαρακτηριστικά…
- Δεν ενσωματώνει τη δυνατότητα λειτουργικής αντιστοίχισης με το περιβάλλον που διαμορφώνουν οι επιλογές και οι μεταβολές στο σύστημα προτεραιοτήτων των λοιπών πρωταγωνιστών.
Το δεύτερο,
αφορά στην απροθυμία ουσιαστικής παρατήρησης και εν τέλει πλήρους επίγνωσης των
γενικών χαρακτηριστικών που προσλαμβάνει η στρατηγική των αντιπάλων.
Πρόκειται για μια πρωτοφανή συμπεριφορά στρατηγικής ακαμψίας με την οποία εμφανίζεται η Ελληνική εξωτερική
πολιτική, η οποία 15 χρόνια μετά δείχνει
να μην έχει συνειδητοποιήσει επαρκώς, την
γενικευμένη «αναβάθμιση» με την οποία μπόλιασε την Τουρκική στρατηγική
επιθετικότητα, η εγκατάλειψη του
Κεμαλισμού, και η απόλυτη ενσωμάτωση του Τουρκικού αναθεωρητισμού στην Νέο-Οθωμανική
περί των πραγμάτων αντίληψη.
Πρόκειται για ένα ανεπίτρεπτο
στρατηγικό έλλειμμα, το οποίο δεν
μεταφράστηκε απλά σε χαμένο χρόνο… Μεταφράζεται κυρίως σε χαμένες ευκαιρίες… Σε
χαμένες συμμαχίες… Σε γεωστρατηγικού χαρακτήρα πρωτοβουλίες που δεν πάρθηκαν
ποτέ… Σε μηδενική πρόβλεψη για στοχευμένη εμπλοκή του διεθνούς παράγοντα, με
σκοπό να ανακόψει την κλιμάκωση της επιθετικής ρητορικής και πρακτικής, ήδη από
τα πρώτα «δειλά» βήματα βιασμού των κανόνων του Διεθνούς δικαίου.
Ομοίως μια ανάλογη
στρατηγική ακαμψία ΚΑΙ στην αντίληψη αλλά ΚΑΙ στη συμπεριφορά, συντηρείται
27 ολόκληρα χρόνια στον Βαλκανικό άξονα της Ελληνικής Εξωτερικής πολιτικής.
Μόνο που εδώ, το στρατηγικό έλλειμμα είναι πολύ πιο σύνθετο και οι επιπτώσεις
του ιδιαιτέρως παραλυτικές, σε βαθμό που να καθιστούν την Ελληνική εξωτερική
πολιτική, ουσιαστικά συνένοχο σε στρατηγικές επιλογές καταστροφικές για τον
τόπο.
Στο πλαίσιο αυτού του ανεπίτρεπτου στρατηγικού ελλείμματος,
η Ελλάδα ΔΕΝ ΕΙΔΕ το ρόλο της Γερμανίας
ως πρωτεργάτη και ενορχηστρωτή της επικίνδυνης αποδομητικής διαδικασίας στην
οποία σύρεται ολόκληρη η Βαλκανική, με όχημα το «δικαιωματισμό» και τις «μειονότητες».
Στο πλαίσιο του ιδίου ανεπίτρεπτου στρατηγικού ελλείμματος,
το πολιτικό προσωπικό της χώρας μας ΔΕΝ
ΔΙΕΚΡΙΝΕ, πως η διαλυτική επέμβαση στη Βαλκανική, δεν δημιούργησε μονάχα
υβριδικές κρατικές οντότητες…
Τροφοδότησε κυρίως
έναν μαξιμαλισμό εθνικιστικών αιτημάτων, στη βάση των οποίων επιδιώκεται η
ενδυνάμωση αυτών των υβριδικών μορφωμάτων. Αυτό
με τη σειρά του διαμόρφωσε μια στιβαρή στρατηγική αντίληψη, στα χέρια «άκαμπτων»
διπλωματικά ηγετίσκων… Και η πατρίδα μας βρέθηκε σε ένα καινούριο από
στρατηγική άποψη περιβάλλον, με καταφανές έλλειμμα στρατηγικής και με προφανή
την αδυναμία να το παρακολουθήσει.
Η φυσική συνέπεια, ήταν
να ενδίδει μέσα από την βάσανο ατελεύτητων «διαπραγματεύσεων» σε υπαναχωρήσεις «καλής θέλησης»
δημιουργώντας γύρο της έναν νέο επικίνδυνο κλοιό ασφυκτικών τετελεσμένων.
Το τρίτο,
έχει να κάνει με την αδιέξοδη διαχείριση
μιας διαχρονικής εμμονής που για διαφορετικούς λόγους σε κάθε περίπτωση,
διαπερνά και αυτή το σύνολο του πολιτικού προσωπικού, και η οποία σχετίζεται με την απολυτοποίηση των
επιλογών των ισχυρών μας συμμάχων, μέσα από την οποία δεν αντιμετωπίζονται με την πρέπουσα σοβαρότητα, οι ιδιαίτερες εθνικές στρατηγικές,
των υπόλοιπων παικτών στη συγκεκριμένη γεωπολιτική σκακιέρα.
Έτσι… Για τους μεν,
οι προτροπές των Αμερικανών αποτελούν ιερή και απαραβίαστη βίβλο, σε βαθμό που
να μην αντιλαμβάνονται έγκαιρα τον τρόπο με τον οποίο σύρονται σε υποχωρήσεις
έναντι τρίτων (έστω και για λογαριασμό της πολιτικής των Αμερικανών)
τροφοδοτώντας έτσι με επικίνδυνη βουλιμία τους πρωταγωνιστές ακραίων και
επιθετικών εθνικισμών, τους οποίους σε δεύτερο χρόνο η πατρίδα μας θα βρει
μπροστά της ως πρόβλημα, ενώ την ίδια στιγμή οι Αμερικανοί -για λογαριασμό των
οποίων συντελέστηκαν οι υπαναχωρήσεις- θα παρακολουθούν αμέτοχοι έχοντας πιάσει
σκιά στο απέναντι πεζοδρόμιο ή θα προετοιμάζονται για ένα δεύτερο πλιάτσικο
πάνω στα συντρίμια…
Ενώ για τους δε…
Τα συμφέροντα των Αμερικανών, είναι ο «κόκορας» πάνω στον οποίο μπορούν να
φορτωθούν τα πάντα. ΔΕΝ υπάρχουν
ιδιαίτερες εθνικές στρατηγικές των μικρότερων παικτών με το δικό τους ειδικό
βάρος… ΔΕΝ υπάρχουν αντικειμενικά
δεκανίκια πάνω στα οποία στηρίχτηκαν διαχρονικά οι εθνικισμοί και οι κάθε λογής
αλυτρωτισμοί… ΔΕΝ υπάρχει ανάγκη να
αντιμετωπιστούν με πολύ συγκεκριμένο τρόπο, οι αιτίες πάνω στις οποίες
δομήθηκαν… ενδυναμώθηκαν… και αναπαράγονται όλα αυτά τα επικίνδυνα φαινόμενα.
Επίλογος…
Απ όλα τα παραπάνω, γίνεται φανερό πως ακόμη και αν είχαμε
(που δεν έχουμε) πολιτικό προσωπικό με τις καλύτερες των προθέσεων, η διαχρονική απροθυμία να αποτυπωθεί εθνική
εξωτερική πολιτική με καθαρή ταυτότητα, με αποσαφηνισμένη φυσιογνωμία,
απολύτως επικαιροποιημένη και στοιχειοθετημένη επαρκώς, έτσι ώστε να μην
ευτελίζεται σε μια μεροδούλι – μεροφάι διαχείριση, αλλά να προλαβαίνει και να
ενσωματώνει την ικανότητά της να ακυρώνει στρατηγικές προτεραιότητες τρίτων, αποτελεί επιλογή αυτοκαταστροφής και
αυτοακύρωσης της ίδιας της υπόστασης της χώρας, ΚΑΙ στο διεθνές διπλωματικό στερέωμα, αλλά ΚΑΙ στο μικροσύστημα της γεωπολιτικής ενότητας στην οποία
ανήκει.
Η άμεση ανάκτηση επομένως της κυριότητας σε μια εξωτερική
πολιτική με ταυτότητα και με επικαιροποιημένο υπόβαθρο, συνιστά ύψιστη
προτεραιότητα, πολύ δε περισσότερο τώρα, που ο απλωμένος γεωπολιτικός «τραχανάς»
όχι μόνο δεν σηματοδοτεί το γεωστρατηγικό φινάλε έστω και ως προϊόν κακής
διαχείρισης, αλλά αντιθέτως προϊδεάζει για συνολικότερες ανατροπές που
βρίσκονται σε εξέλιξη, και το χαμένο έδαφος στην πραγματικά υπεύθυνη και
πραγματικά συνετή διαχείριση, επείγει να ανακτηθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου