Η Συνθήκη τη Λωζάννης είναι η καταστατική πράξη γέννησης της σύγχρονης Τουρκίας. Με αυτή τη συνθήκη γεννιέται και τυπικά το νέο κεμαλικό κράτος, αναγνωρίζεται από την διεθνή κοινότητα η νίκη του Κεμάλ στο εσωτερικό ξεκαθάρισμα και περιγράφονται τα νέα σύνορα της Τουρκίας μετά τη Συνθήκη των Σεβρών...
του ΑΝΔΡΕΑ ΜΠΕΛΕΓΡΗ
Έκτοτε, ό,τι συμβαίνει στο εσωτερικό της χώρας μπορεί να επιδρά στις εξωτερικές τις σχέσεις, ίσως λόγω αυτού του ταυτόχρονου προσδιορισμού εσωτερικού και εξωτερικού διαγράμματος. Οι αναλύσεις για τον διεθνή ρόλο της γίνονται σε συνάρτηση με το τι συμβαίνει στην πολιτική και στρατιωτική ζωή της χώρας, σχεδόν σε μια…
«μεταφυσική εκδοχή των Διεθνών Σχέσεων». Στο πλαίσιο της προσπάθειας να απαντήσει κανείς «Πού το πάει ο Ερντογάν», θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι στο DNA της πολιτικής του βρίσκεται το νεο-oθωμανικό δόγμα, δηλαδή η μέχρι πρότινος υφέρπουσα και, πλέον, φανερή αμφισβήτηση του κεμαλισμού, η νοσταλγία για την Οθωμανική Αυτοκρατορίας και, στο τέλος, η αναθεώρηση της τουρκικής Ιστορίας με την αντικατάσταση της μορφής του Κεμάλ στους δημόσιους χώρους, με τη δική του μορφή.
Εξάλλου στην Ιστορία, μια ιδέα, ένα ρεύμα ή πολύ περισσότερο μια ιστορική πραγματικότητα δεν πεθαίνουν ποτέ οριστικά – μπορεί να μεταβάλλονται, αλλά δεν εξαφανίζονται. Έτσι δεν θα πρέπει να παραβλέπεται πως η Συνθήκη της Λωζάννης αποτέλεσε και «ληξιαρχική πράξη θανάτου» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επί δεκαετίες κανείς δεν τολμούσε να αμφισβητήσει την Συνθήκη – ούτε ο ίδιος ο Ερντογάν.
Ως πρωθυπουργός της Τουρκίας και αργότερα ως Πρόεδρος αναφερόταν σε αυτήν με θεσμικό τρόπο: την υμνούσε. Για παράδειγμα, μόλις στις 24 Ιουλίου, λίγες ημέρες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, όταν δεν είχε ακόμα αποτιμηθεί η κατάσταση στο σύνολό της – τουλάχιστον όχι όσο τώρα – την 93η επέτειο από την υπογραφή της Συνθήκης, στο καθιερωμένο μήνυμά του, ανέφερε: «Η νίκη που απέκτησε το ιερό Έθνος μας με πίστη, θάρρος και θυσίες, μεταφέρθηκε και καταχωρήθηκε στην διπλωματία και στο διεθνές δίκαιο με την Συνθήκη της Λωζάννης. Η συνθήκη αυτή έχει την ιδιότητα τίτλου ιδιοκτησίας του νεοϊδρυθέντος κράτους μας».
Οι επόμενες ημέρες φαίνεται ότι αποτέλεσαν καμπή για την εξουσία του Ερντογάν. Καθώς περνούσε ο καιρός, σφυρηλατήθηκαν συνθήκες ώστε η στρατηγική του Τούρκου Προέδρου να αρχίσει να διαφοροποιείται σε όλα τα επίπεδα.
Η αρχή έγινε με το να επιδιώξει να σταθεροποιήσει ξανά τις γέφυρες επικοινωνίας με την Ρωσία, κάτι που είχε βέβαια ξεκινήσει από πριν, ωστόσο επιταχύνθηκε μετά τη νύχτα της 15ης Ιουλίου. Παράλληλα μια δυναμική επιχείρηση εκθεμελίωσης των κεμαλικών πυρήνων από το κράτος και τα ΜΜΕ βρίσκεται σε εξέλιξη, με μεγαλύτερη ένταση από ποτέ. Το δόγμα Νταβούτογλου, όπως περιγράφεται στο μνημειώδες βιβλίο του Στρατηγικό Βάθος, μπορεί να στηριζόταν σε μια νέο-οθωμανική αντίληψη για τουρκική διπλωματία, εντούτοις – είπαμε – στην Τουρκία δεν συμβαίνει τίποτα στο εσωτερικό πεδίο, που να μην αφορά και το εξωτερικό, και ανάποδα.
Έτσι ο Ταγίπ Ερντογάν, στις 29 Ιουλίου, μιλώντας σε περιφερειακούς διοικητές προχώρησε σε μια ομιλία που ενδέχεται να αποτελεί την απαρχή ενός νέου αφηγήματος, συνδέοντάς το άμεσα με την νύχτα της απόπειρας πραξικοπήματος και ενισχύοντας την «μεταφυσική εκδοχή των Διεθνών Σχέσεων» βάζοντας τα πάντα στο ίδιο καζάνι: «Η 15η Ιουλίου είναι ο δεύτερος πόλεμος ανεξαρτησίας για το τουρκικό έθνος. Ας το γνωρίζουμε έτσι όπως είναι. Μας απείλησαν με τη Συνθήκη των Σεβρών το 1920 και μας έπεισαν να δεχθούμε τη Λωζάννη το 1923. Κάποιοι προσπάθησαν να μας εξαπατήσουν παρουσιάζοντας τη Λωζάννη ως νίκη. Στη Λωζάννη παραδώσαμε τα νησιά, που ήταν τόσο κοντά που μπορούσες να φωνάξεις. Ακόμη παλεύουμε για το πώς θα είναι η υφαλοκρηπίδα και για το πώς θα είναι ο αέρας και η ξηρά. Ο λόγος γι’ αυτό είναι εκείνοι που κάθισαν στο τραπέζι γι’ αυτή τη Συνθήκη. Αυτοί δεν ήταν δίκαιοι μαζί μας και ”θερίζουμε” αυτά τα προβλήματα τώρα. Αν αυτό το πραξικόπημα ήταν επιτυχημένο, θα μας είχαν δώσει μια Συνθήκη που θα μας έκανε να νοσταλγούμε εκείνη των Σεβρών».
Τελικά, πού το πάει;
Η Τουρκία μετά την απόπειρα πραξικοπήματος έχει εισέλθει σε μια νέα φάση στην οποία θα επιχειρηθούν θεαματικές αλλαγές τα επόμενα χρόνια. Η επιχείρηση της «αποκεμαλοποίησης» σίγουρα αποτελεί την βασική ατζέντα του Τούρκου Προέδρου. Η αναφορά στα ελληνικά νησιά ενδεχομένως να κρύβει την τουρκική ανησυχία για τις συμφωνίες που βρίσκονται εν όψει για το φυσικό αέριο, μεταξύ Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ και Ελλάδας – Κύπρου – Αιγύπτου. Η ρύθμιση των θαλασσίων ζωνών είναι μια κοινή υπόθεση για όλες τις χώρες της περιοχής. Η Τουρκία είναι αποφασισμένη να μη συμφωνήσει με την χάραξη της ελληνικής ΑΟΖ που θα περιλαμβάνει το Καστελόριζο (όπως προβλέπει η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982), γιατί σε μια τέτοια περίπτωση απομονώνεται και δεν έχει θαλάσσια σύνορα με την Αίγυπτο.
Ένα άλλο θέμα που προκύπτει από τη Συνθήκη της Λωζάννης άπτεται της Κύπρου. Σύμφωνα με την Συνθήκη η Τουρκία απεμπόλησε πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της μεγαλονήσου. Χρειάστηκε να περάσουν τέσσερις δεκαετίες ώστε με τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, να μπει ξανά στο Κυπριακό ως εγγυήτρια δύναμη – μαζί με την Ελλάδα και τη Βρετανία. Στον νέο κύκλο διαβουλεύσεων που βρίσκεται σε εξέλιξη για το Κυπριακό, από την ελληνική πλευρά έχει τεθεί, για πρώτη φορά στο κεντρικό πλάνο, η ανάγκη άρσης του καθεστώτος των εγγυήσεων. Κάτι που πρακτικά σημαίνει να αντιμετωπιστεί το θέμα ως ένα διεθνές πρόβλημα και όχι ως απλά ως ένα πρόβλημα δύο κοινοτήτων ή κοινωνικό ή οικονομικό.
Την Κυριακή ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς δήλωσε σε συνέντευξή του στον Πολίτη της Κύπρου: «Η διατήρηση οποιασδήποτε μορφής αναχρονιστικών εγγυήσεων αποτελεί ομολογία αποτυχίας στην ανεύρεση πραγματικής λύσης στο Κυπριακό αφού και μετά την όποια συμφωνία κάποιοι –υποτίθεται- θα έχουν ανάγκη έξωθεν εγγυήσεων. Αποτελεί, επίσης, ομολογία ότι η επιζητούμενη λύση δεν έχει ως πρώτιστο κριτήριο τους Κύπριους, ούτε καν ειδικότερα τους Τουρκοκύπριους, αλλά τις γεωστρατηγικές βλέψεις τρίτων. Κάτι τέτοιο ασφαλώς δεν δημιουργεί αίσθηση δικαίου και ασφάλειας σε οποιονδήποτε τίμιο Κύπριο».
Αν γινόταν αποδεκτό κάτι τέτοιο, τότε οι Τουρκία δεν θα είχε στη διάθεσή της καμιά νομική βάση παρέμβασης στην Κύπρο και άρα εξυπηρέτησης των γεωπολιτικών της βλέψεων.
Τέλος ένας ακόμα τουρκικός φόβος είναι ο διαμελισμός της Τουρκίας και η απειλή της κυριαρχίας της ανατολικά, από την ανάδυση ενός κουρδικού κράτους. Υπενθυμίζεται ότι στη Συνθήκη της Λωζάννης ρυθμίζονταν και θέματα αναφορικά με τα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία και το Ιράκ, παρότι τα ζητήματα της Μοσούλης και του Κιρκούκ ρυθμίστηκαν το 1926 στη Συμφωνία της Άγκυρας. Η ίδρυση ενός κουρδικού κράτους στην περιοχή της βόρειας Συρίας, όπου έχουν συγκεντρωθεί Κούρδοι λόγω του εμφυλίου πολέμου, γειτνιάζει τόσο με τις κουρδικές περιοχές του Ιράκ, όσο και με τις αντίστοιχες της Τουρκίας. Η δημιουργία κουρδικού κράτους σε εκείνη την περιοχή θα αποτελέσει ιστορική ήττα για την Τουρκία και αν δεν εξισορροπηθεί με μια άλλη νίκη, τότε η εξουσία του Ερντογάν θα απειληθεί κάτι περισσότερο από σοβαρά…
Συμπερασματικά, η τουρκική διπλωματία δείχνει αποφασισμένη να ανοίξει όλα τα ζητήματα, στο νέο παζάρι που ξεκινά στην ανατολική Μεσόγειο. Όπως συχνά συμβαίνει η Τουρκία προσέρχεται σε μια διαπραγμάτευση ζητώντας τα πάντα. Επίσης έχει αποδείξει ότι δεν προσεγγίζει το κάθε ανοιχτό μέτωπο μεμονωμένα, αλλά, αντίθετα, σαν να πρόκειται για ένα σύστημα συγκοινωνούντων δοχείων, τα συμπεριλαμβάνει στο σύνολο των θεμάτων. Έτσι ο Ταγίπ Ερντογάν πιθανότατα θέλει να προλάβει καταστάσεις, καθιστώντας σαφές τη θέση μάχης που θα πάρει, η οποία τον εξυπηρετεί και εσωτερικά.
Ως εκ τούτου οποιαδήποτε εξέλιξη υπάρξει σε ένα από τα ανοιχτά μέτωπα, είτε πρόκειται για την ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ, είτε για μια λύση στο Κυπριακό, είτε για μια τροπή στο Κουρδικό, είτε ο,τιδήποτε άλλο θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα λειτουργήσει ως καραμπόλα πίεσης από την Άγκυρα στα υπόλοιπα ζητήματα. Και σχεδόν όλα από αυτά έχουν μια κοινή διεθνή νομική αφετηρία: τη Συνθήκη της Λωζάννης.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εβδομαδιαία συνδρομητική έκδοση Social Opinion
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου