Λευκωσία: Το θρησκευτικό στοιχείο δεν αποτελούσε ποτέ στοιχείο αναφοράς ή άσκησης πολιτικής για τους Τουρκοκύπριους...
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια και ειδικότερα μετά την άνοδο του Ερντογάν στην Τουρκία άρχισαν να δημιουργούνται και στα κατεχόμενα τμήματα θρησκευτικών σπουδών όπου φοιτούν κυρίως άτομα από την Τουρκία στα οποία...
προσφέρονται υποτροφίες. Στην όλη προσπάθεια εξισλαμισμού των κατεχομένων, κάτι που προκαλεί την έντονη αντίδραση των Τουρκοκυπρίων, ενεργό ρόλο παίζει η «πρεσβεία» της Τουρκίας στα κατεχόμενα. Φροντίζει την εργοδότηση ιμάμηδων και έχει ουσιαστική εμπλοκή στην ανέγερση τζαμιών σε διάφορες περιοχές, κυρίως σε ελληνοκυπριακά χωρά.
Ο Αχμέτ Ντζιαβίτ Αν σημειώνει πως η προσπάθεια εξισλαμισμού των κατεχόμενων περιοχών του νησιού ξεκίνησε ευθύς μετά την τουρκική εισβολή το 1974. Σε έρευνά του, την οποία δημοσιεύει το Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Θεμάτων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, ο καθηγητής Αχμέτ Ντζιαβίτ Αν αναφέρει ότι η διαδικασία εξισλαμισμού ξεκίνησε με τη μετατροπή χριστιανικών εκκλησιών σε τζαμιά.
Την ίδια ώρα, αναπτύσσεται μια αντιπαράθεση μεταξύ ατόμων, κυρίως από την Τουρκία, με βαθιές θρησκευτικές πεποιθήσεις και τους Τουρκοκύπριους. Για τους φανατικούς μουσουλμάνους οι Τουρκοκύπριοι ουδέποτε θεωρήθηκαν ικανοποιητικά θρησκευόμενοι, ενώ πολλές φορές κατηγορήθηκαν και ως αλλόθρησκοι.
Σύμφωνα με τον Αχμέτ Ντζιαβίτ Αν, «η πλειονότητα των Τουρκοκυπρίων δεν αρέσκεται στην εμπλοκή των θρησκευτικών πεποιθήσεων με τα πολιτικά», όπως και αντιτίθεται στη χρήση της θρησκείας για σκοπούς πολιτικής. Ως εκ τούτου δεν εγκρίνουν τη μαζική προπαγάνδα για το Ισλάμ όπως αυτή γίνεται μέσα από διάφορες θρησκευτικές οργανώσεις που έχουν δημιουργηθεί κυρίως από εποίκους της Ανατολίας και φοιτητές.
Ο Ντζιαβίτ Αν σημειώνει πως εντός της τουρκοκυπριακής κοινότητας υπήρχαν πάντα θρησκευόμενα άτομα αλλά ήταν μειονότητα και ουδέποτε διακατέχονταν από φανατισμό. Ενδεικτικό της όλης κατάστασης αποτελούν οι αναφορές του σεΐχη Ναζίμ στη διάρκεια ενός συνεδρίου με την ονομασία «Κογκρέσο του Μεγάλου Ισλάμ» που πραγματοποιήθηκε στην κατεχόμενη Λευκωσία στις 22 Δεκεμβρίου 1996.
Ο σεΐχης Ναζίμ χαρακτήρισε τους Τουρκοκύπριους ως «ένα ξεχωριστό είδος ανθρώπων, που είναι έξυπνο και με πολλές δαιμονικές ιδέες… Όλοι αυτοί οι ιμάμηδες που στέλνονται από την Τουρκία δεν γνωρίζουν τους Τουρκοκύπριους. Μπορώ να πείσω εκατομμύρια, όμως τα τελευταία 60 χρόνια, έχω κουραστεί να προσπαθώ να πείσω αυτό το μιλέτι (των Τουρκοκυπρίων)».
Σήμερα στα κατεχόμενα υπολογίζεται ότι φοιτούν περί τα 600 άτομα στις δύο θεολογικές σχολές στο «πανεπιστήμιο» Εγγύς Ανατολής και «πανεπιστήμιο» Κοινωνικών Επιστημών ενώ άλλοι 800 φοιτητές παρακολουθούν μαθήματα σε θεολογικά κολέγια. Σχεδόν όλοι οι φοιτητές είναι νεαρά άτομα που έρχονται από την Τουρκία μέσω υποτροφιών, ενώ υπάρχει κι ένας μικρός αριθμός παιδιών εποίκων της Ανατολίας. Όσον αφορά τους καθηγητές, όλοι προέρχονται από την Τουρκία.
Το νεοσυσταθέν θεολογικό κολέγιο Χαλά Σουλτάν είναι μέρος ενός μεγαλύτερου οικοδομήματος με οικοτροφείο, μεγάλο τζαμί, αίθουσες συνεδριάσεων και καταστήματα και θα στοιχίσει γύρω στα 80 εκατομμύρια δολάρια. Το τζαμί Χαλά Σουλτάν θα έχει τέσσερις μιναρέδες και θα είναι έτοιμο μέχρι το 2017 με το κόστος ανέγερσής του να φτάνει τα 30 εκατομμύρια δολάρια. Ακόμα ένα μεγάλο τζαμί κτίζεται κοντά στο «πανεπιστήμιο» Εγγύς Ανατολής με έξι μιναρέδες και αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός του 2017.
Τζαμιά που τιμούν τους κατακτητές
Πριν από το 1974 σ' όλη την Κύπρο υπήρχαν περίπου 300 τζαμιά. Στις αστικές περιοχές τα πλείστα τζαμιά δεν είχαν καν μιναρέ. Μέχρι το τέλος του 1991 στις κατεχόμενες περιοχές υπήρχαν 141 τζαμιά αλλά τα 58 εξ αυτών δεν είχαν ιμάμη για να τελέσει προσευχές.
Τα δεδομένα ωστόσο διαφοροποιούνται στη συνέχεια και το 1999 το τμήμα Θρησκευτικών Θεμάτων -με προσωπικό 13 άτομα- εργοδοτούσε 135 ιμάμηδες σε όλα τα τζαμιά, με μόνο 5 εξ αυτών να είναι απόφοιτοι κάποιας θεολογικής σχολής, και άλλοι 56 ιμάμηδες είχαν διοριστεί από την Τουρκία. Στα τέλη του 2012 ο αριθμός των τζαμιών στα κατεχόμενα φτάνει τα 199 στα οποία εργοδοτούνται 255 ιμάμηδες και μουεζίνηδες.
Επιπρόσθετα άλλοι 103 ιμάμηδες πληρώνονταν από την τουρκική «πρεσβεία» στην κατεχόμενη Λευκωσία. Ο συνολικός αριθμός ιμάμηδων -συμπεριλαμβανομένων και των τριών που εργάζονται στις ελεύθερες περιοχές- φτάνει τους 361 εκ των οποίων μόλις 10 εργοδοτούνται σε μόνιμη βάση ενώ οι υπόλοιποι είναι με συμβόλαια. Το 2014 υπήρχαν στα κατεχόμενα 260 ιμάμηδες που πληρώνονταν από το γραφείο του «πρωθυπουργού» του ψευδοκράτους και άλλοι 120 οι οποίοι λάμβαναν τους μισθούς τους από την «τουρκική πρεσβεία» στα κατεχόμενα.
Πέρα όμως από την εργοδότηση ιμάμηδων η «τουρκική πρεσβεία» συνέβαλε και στο να κτιστούν συνολικά εννέα τζαμιά σε διάφορες περιοχές στα κατεχόμενα. Ένα εξ αυτών βρίσκεται στην Κερύνεια και κτίστηκε το 1999 χρησιμοποιώντας το στυλ της Ανατολίας και φέρει το όνομα του Νουρετίν Ερσίν πασά, του διοικητή των τουρκικών δυνάμεων που εισέβαλαν στην Κύπρο το 1974.
Ακολουθεί ανάλογο τζαμί στην Αμμόχωστο το 2003 το οποίο πήρε το όνομα του Φαζίλ Πολάτ πασά, του Τούρκου διοικητή που κατέλαβε την πόλη το 1974.
Το καλοκαίρι του 2005 υπήρχαν συνολικά 173 τζαμιά και ένα ποσό της τάξης των 3,5 εκατομμυρίων τουρκικών λιρών (περίπου ένα εκατομμύριο ευρώ) διαμοιράστηκε για σκοπούς ανέγερσης άλλων 12 τζαμιών. Από της ανάληψης της εξουσίας από το ΑΚΡ (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) στην Τουρκία, αρχίζοντας από το 2002, από τα 39 νεοεγερθέντα τζαμιά τα 37 ήταν σε κατεχόμενα ελληνοκυπριακά χωριά και όλα ήταν αντίγραφα του μεγάλου τζαμιού στην Κερύνεια με έναν ή δύο μιναρέδες.
Όλα αυτά προκαλούν την αντίδραση των Τουρκοκυπρίων οι οποίοι καταγγέλλουν προσπάθεια εξισλαμισμού των κατεχομένων. Η τουρκοκυπριακή συντεχνία δασκάλων (ΚΤΟΣ) επέκρινε τη συμπερίληψη μαθημάτων κορανίου σε νεοεγερθέντα σχολεία. Σε ανακοίνωσή της η οργάνωση το 2012 αναφέρει πως στα κατεχόμενα ενώ υπήρχαν 192 τζαμιά, ο αριθμός των σχολείων ήταν 160, 21 νοσηλευτήρια και 17 νοσοκομεία.
Ένας έποικος… συνομιλητής
Ένας έποικος από την Ανατολία, ο καθηγητής Ταλίπ Αταλάι, εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του στην κατεχόμενη Αμμόχωστο το 1975 όταν ήταν 7 ετών. Το 2010 διορίστηκε από την Άγκυρα ως «Μουφτής της Κύπρου». Η τοποθέτησή του στη θέση του διευθυντή Θρησκευτικών Θεμάτων συνοδεύτηκε με το να αποκτήσει το τμήμα του πέντε γερμανικές λιμουζίνες, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις.
Ο Ταλίπ Αταλάι, καθηγητής Θεολογίας, εκπροσωπεί την τουρκοκυπριακή κοινότητα στις επαφές με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου και γίνεται δεκτός από τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν είναι Τουρκοκύπριος.
Γράφει: Ανδρέας Πιμπίσιης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου