Πώς ένα σκάνδαλο υποκλοπών αποσιωπάται από τα θύματά του...
Με αφορμή το πρόβλημα, που έχει προκύψει στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ ύστερα από την αποκάλυψη ότι η NSA (National Security Agency) κατασκόπευε Ευρωπαίους αξιωματούχους, και την υπόθεση Σνόουντεν που αποτέλεσε τη θριαλλίδα για να αποκαλυφθούν όλες αυτές οι υπόγεις δράσεις, παρουσιάζουμε την συνέντευξη στο Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα του Ιταλού δημοσιογράφου Πάολο Μπιοντάνι, που εργαζόταν στο ερευνητικό περιοδικό «L’ Espresso», την περίοδο που ξέσπασε το σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών στην γειτονική χώρα. Ο δημοσιογράφος εξιστορεί τον τρόπο με τον οποίο διεφθαρμένοι αστυνομικοί...
Ενεπλάκησαν σε ένα σκάνδαλο “φακελώματος” για λόγους εταιρικής κατασκοπείας και πως μια παράλληλη υπόθεση παράνομων δράσεων μυστικών υπηρεσιών αποκάλυψε ότι τα θύματα του εκβιασμού κάθονταν σε πολύ υψηλές καρέκλες της ιταλικής πολιτικής σκηνής.
Πως ξεκίνησε το σκάνδαλο των υποκλοπών στην Ιταλία;
Η Τelecom Italia, είναι η πρώτη, η πιο βασική ιταλική εταιρεία
τηλεφωνίας. Κάποτε ήταν η μοναδική τηλεφωνική εταιρεία γιατί ήταν
κρατική και ονομαζόταν Sip. Στην συνέχεια ιδιωτικοποιήθηκε καθώς το 2001
την αγόρασε ο Pirelli.
Μετά από την αγορά εκ μέρους του Pirelli, η Ασφάλεια,- δηλαδή αυτή η
ομάδα ανθρώπων, που ανήκουν στο εσωτερικό της εταιρείας και πρέπει να
εξασφαλίσουν την ασφάλεια της ίδιας της εταιρείας- του Pirelli έγινε η
Ασφάλεια της Telecom. Έτσι, οι αρχηγοί της ομάδας Ασφάλειας του Pirelli
έγιναν οι αρχηγοί της ομάδας Ασφάλειας της Telecom.
Στην Ιταλία είναι πολύ σημαντικές για τις δικαστικές έρευνες οι
τηλεφωνικές υποκλοπές. Έχουν πολύ σημαντικό ρόλο στις έρευνες ενάντια
στη μαφία αλλά και στις έρευνες ενάντια στη διαφθορά. Εν γένει είναι
σημαντικές για τη γνώση όλων αυτών των μυστικών-εγκλημάτων, όπως για
παράδειγμα οι δολοφονίες από τη μαφία, ή τα μεγάλα οικονομικά σκάνδαλα. Ο
μόνος τρόπος για να ανακαλύψει κανείς αυτά τα εγκλήματα, για να μάθει
ποιος τα διέπραξε είναι είτε αν υπάρχει κάποιος «συνεργάτης», κάποιος,
που από μέσα κάνει τον πληροφοριοδότη και περιγράφει τα εγκλήματα, που
έχουν διαπραχθεί, είτε, διαφορετικά, -αν κανείς δεν μιλάει, ο μοναδικός
τρόπος είναι,- να κρυφακούσει κανείς τους υπόπτους.
Η Telecom σαν μια εταιρεία, που κάποτε ήταν κρατική, είχε έναν πολύ
σημαντικό ρόλο, ακόμη και για τις αστυνομικές έρευνες. Η ιταλική
αστυνομία έχει ειδικευτεί έτσι ώστε να χρησιμοποιεί τις τηλεφωνικές
υποκλοπές σαν εργαλείο για τις διάφορες έρευνες. Έχετε υπόψη σας ένα
πολύ σημαντικό πράγμα: ότι στην Ιταλία και οι εισαγγελείς είναι
ανεξάρτητοι από την κυβέρνηση, όπως ακριβώς και οι δικαστές. Επομένως,
στην Ιταλία, ένα από τα λίγα όμορφα πράγματα ,ας πούμε, που έχουμε μέσα
στο ενεργό κρατικό ιταλικό σύστημα είναι ότι και οι εισαγγελείς μπορούν
να διερευνήσουν σκάνδαλα και εγκλήματα, που έχουν διαπραχθεί από την
κυβέρνηση ή από επιχειρηματίες-φίλους της κυβέρνησης. Ακριβώς γιατί
είναι ανεξάρτητοι.
Για να κάνουν, ωστόσο, τις τηλεφωνικές υποκλοπές χρειάζεται να τις
αναθέσουν σε μια τηλεφωνική εταιρεία και φυσικά τις αναθέτουν στην
Telecom Italia. Αν εγώ έχω ένα κινητό τηλέφωνο για να με ακούσουν πρέπει
να κάνουν μια αίτηση στη Telecom. Ξεκινώντας το 2003-2004, οι
εισαγγελείς του Μιλάνο, που είναι πολύ ενεργητικοί και έχουν μια
παράδοση στο να κάνουν μεγάλες έρευνες, ανακάλυψαν ένα τεράστιο σκάνδαλο
διαφθοράς 20 χρόνων που οδήγησε σε 2000 οριστικές καταδίκες πολιτικών,
επιχειρηματιών, ανώτερων δημοσίων υπαλλήλων, για διαφθορά και ονομαζόταν
«Mani pulite» (Καθαρά χέρια).
Συνεπώς, αυτή η ίδια ομάδα των εισαγγελέων του Μιλάνο άρχισε να
συλλέγει αποδείξεις ανακαλύπτοντας ότι στο εσωτερικό της Telecom, τα
άτομα της ομάδας Ασφαλείας, που θα έπρεπε να λειτουργούν ως βοηθοί στις
εισαγγελικές έρευνες, αντίθετα έκαναν τις δικές τους ιδιωτικές έρευνες,
απόλυτα παράνομες, για να κατασκοπεύσουν, για παράδειγμα, υπαλλήλους. Αν
ένας υπάλληλος, ήταν ύποπτος να έχει κάνει κάτι λανθασμένο δίκαια ή
άδικα ή απλά αν ήταν να προσληφθεί κάποιος, αυτοί τον παρακολουθούσαν.
Μετά κατασκόπευαν ανταγωνιστικές εταιρίες και συνολικά στο τέλος η
έρευνα οδήγησε στην ανακάλυψη ότι ήταν ένα μαζικό φαινόμενο ιδιωτικής
κατασκοπείας και γι αυτό παράνομης.
Επιβεβαιώθηκαν καθώς βρήκαν ντοσιέ, που είχαν γίνει με σκοπό τον
εκβιασμό, για 4200 φυσικά πρόσωπα και περίπου για 200 μετοχικές
ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. Ακόμη υπήρξαν περιπτώσεις σχεδόν γελοίες:
για παράδειγμα η Telecom ανέθετε σε ιδιωτικούς ερευνητές να
κατασκοπεύουν τον διευθύνοντα σύμβουλό τους. Ένα πράγμα ξεκάθαρα
παράλογο. Γιατί, όπως είναι ολοφάνερο, στο εσωτερικό της εταιρείας
υπήρχαν πολλές «κλίκες» και υπήρχε η κλίκα που δεν ήθελε αυτόν τον
σύμβουλο και έτσι τους έβαλαν να τον κατασκοπεύσουν. Κατασκοπεύτηκε ο
νυν διευθύνων σύμβουλος της Telecom, κατασκοπεύτηκαν οι σημαντικότεροι
Ιταλοί επιχειρηματίες, και οι πολιτικοί.
Φυσικά από όλη αυτή τη μαζική δραστηριότητα κατασκοπείας, που
έκαναν, μπορεί κανείς να πει μόνο ό,τι έχει επιβεβαιωθεί. Υπάρχουν
υποψίες ότι ήταν ακόμη πιο διευρυμένη, ωστόσο, αυτές 4200 περιπτώσεις,
που κατασκοπεύτηκαν, έχουν επιβεβαιωθεί, γιατί στο χρηματοκιβώτιο ενός
ιδιωτικού πράκτορα, που είχε πληρωθεί από την Telecom, βρέθηκαν τα
ντοσιέ με τα στοιχεία του εκβιασμού.
Αυτές τις μορφές κατασκοπείας τις πραγματοποιούσαν πληρώνοντας
φυσικά πρώην αστυνομικούς ή πρώην carabinieri, διαφθαρμένους, γιατί
πήγαιναν ακριβώς για να τους παρακολουθήσουν, για να δουν με ποιον
ερχόντουσαν σε επαφή, για να τους κινηματογραφήσουν και λοιπά. Αυτό
συνέβαινε τις περισσότερες φορές και οι παράνομες τηλεφωνικές υποκλοπές
ήταν σπανιότερες γιατί για να κατασκοπεύσεις έναν άνθρωπο, ακούγοντας
όλα τα τηλεφωνήματα, χρειάζονται πολλοί άνθρωποι και αυτό είναι πολύ
ακριβό.
Αντίθετα, μια μέθοδος κατασκοπείας, πολύ ακριβής, πολύ παρεμβατική
και πολύ αποτελεσματική και ελάχιστα ακριβή, είναι τα λεγόμενα
«τηλεφωνικά αρχεία». Δηλαδή, η βάση δεδομένων, χάρις στην οποία μπορείς
να μάθεις όλα τα νούμερα, τα οποία κάλεσα με το κινητό μου. Πότε, ποια
ώρα και λοιπά.
Επομένως, για παράδειγμα, αν πάρεις το «τηλεφωνικό αρχείο» ενός
δημοσιογράφου, δεν ξέρεις τι είπε στη συζήτηση, αλλά τις περισσότερες
φορές ανακαλύπτεις ποιος του έδωσε την είδηση. Γιατί αν ανακαλύψεις ότι
τη μέρα πριν τη δημοσίευση του άρθρου μου, κάλεσα το τηλεφωνικό νούμερο
αυτών των ανθρώπων, καταλαβαίνεις ποιος μου έδωσε την είδηση και ίσως
αυτό το άτομο πάθει κάποιο «ατύχημα», επειδή είχε μιλήσει με το
δημοσιογράφο.
Όλοι έχουν προσωπικές υποθέσεις που θέλουν να μείνουν κρυφές και με
τα «τηλεφωνικά αρχεία» μπορείς να καταλάβεις ποιος τις στέλνει σε ένα
άτομο, αν εκείνος έρχεται ή συναντά κάποιον ανταγωνιστή επιχειρηματία
και λοιπά. Αυτό το σκάνδαλο, που δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία της
Ιταλίας, ξεκίνησε να γίνεται γνωστό το 2004-2005 από τους εισαγγελείς. Η
έρευνα επιβεβαίωσε ότι αυτή η κατασκοπευτική δραστηριότητα ξεκίνησε το
1997 και τελείωσε το 2006-2007, δηλαδή συνέχισε να λαμβάνει χώρα ακόμη
και όσο η έρευνα ήταν σε εξέλιξη. Οι επικεφαλείς αυτής της οργάνωσης
ήταν πρώην carabinieri, που είχαν πάει να δουλέψουν στην Telecom.
Συνεπώς, άτομα, που κάποτε δούλευαν για το κράτος και μετά πήγαν να
δουλέψουν στην ιδιωτική επιχείρηση. Αυτή η λεγόμενη κατασκοπευτική
μηχανή, αυτή η κατασκοπευτική οργάνωση είχε ένα κέντρο στο εσωτερικό της
Telecom και της Pirelli, την Ομάδας Ασφάλειας και μετά είχε ομάδες
ιδιωτικών πρακτόρων/ερευνητών, που πληρώνονταν αδρά για να κάνουν αυτή
την παράνομη δραστηριότητα- η έρευνα επιβεβαίωσε ότι αυτοί οι εξωτερικοί
ιδιωτικοί πράκτορες έλαβαν πενήντα οκτώ εκατομμύρια ευρώ ως αντίτιμο.
Τα τιμολόγια δεν έγραφαν ποτέ «κατασκοπεία του κυρίου τάδε» αλλά η
καταβολή του τιμήματος καταγράφονταν ως «έρευνες για να δει κανείς πως
πάνε τα τηλέφωνα στην Αργεντινή».
Μια άλλη μεγάλη πηγή γνώσης για τους κατασκόπους ήταν οι Μυστικές
Υπηρεσίες. Στο εσωτερικό των Μυστικών Υπηρεσιών, είχαν συνεργούς,
δημοσίους υπαλλήλους, που θεωρητικά έπρεπε να κρατούν μυστικά όλες τις
πληροφορίες, που συνέλλεγαν για την ασφάλεια του κράτους, πληροφορίες,
που καλύπτονταν ως μυστικά του κράτους. Όμως πληρώνοντας κατάφερναν να
έχουν ακόμη και αυτές τις πληροφορίες, που τις χρησιμοποιούσαν με στόχο
να φτιάξουν τα ντοσιέ εκβιασμού.
Ποιος ήταν ο σκοπός των υποκλοπών; Να εκβιάσουν ανθρώπους και να βγάλουν χρήματα δημοσιοποιώντας στοιχεία;
Θα χρησιμοποιούνταν ανάλογα με τις εμπορικές διαπραγματεύσεις. Οι
επικεφαλείς της Τelecom πρέπει να προσεγγίσουν μια εταιρεία και να
σταθεροποιήσουν τη τιμή μιας επιχείρησης ή ενός συμβολαίου κ.λπ. Εσύ στη
συζήτηση, μπορείς να υπονοήσεις, «κοίτα, ξέρουμε ότι έχεις ερωμένη»,
για παράδειγμα, και ο άλλος φοβάται και αποδέχεται μια χαμηλότερη τιμή-
αυτή είναι μια τυπική ιστορία. Ή μπορεί να συμβαίνει ότι εσύ, η Telecom,
έχεις έναν εχθρό, έναν επιχειρηματία εχθρό, όπως ο ιδιοκτήτης ομίλου
Espresso-Reppublica, o oποίος την πλήρωσε για το γεγονός ότι
δημοσιογράφοι, όπως εγώ, και οι άλλοι της ομάδας μας, έγραφαν ότι οι
άλλοι ήταν κατάσκοποι. Φυσικά στην Telecom δεν άρεσε αυτό και έτσι
κατασκόπευσαν τον εκδότη μας, ελπίζοντας ότι θα βρουν ποιος ξέρει τι.
Ωστόσο, δεν βρήκαν τίποτε. Όμως, αν ξεκινήσεις να κατασκοπεύεις μπορείς
πάντα να βρεις κάποιο μυστικό, να βρεις κάποιο πράγμα για να μπορείς να
εκβιάσεις.
Κέρδισαν λεφτά;
Όχι. Οι ιδιωτικοί κατάσκοποι όμως κέρδισαν ένα σωρό λεφτά από την
Telecom. Μετά το τι χρήση έκαναν με αυτές τις πληροφορίες, στην
πραγματικότητα, κανείς δεν ξέρει. Γιατί βρέθηκαν τα ντοσιέ. Αλλά το πώς
τις χρησιμοποίησαν, κανείς δεν ξέρει. Για παράδειγμα, ένας πολιτικός
μπορεί να κάνει ερωτήσεις στη βουλή, μπορεί να φτιάξει νόμους ενάντια σε
μια συγκεκριμένη επιχείρηση, αλλά αν εσύ ξέρεις τα μυστικά του
συγκεκριμένου πολιτικού, τον βάζεις στη θέση του.
Είναι συνηθισμένο πρόβλημα στην Ιταλία οι υποκλοπές;
Πρόκειται για μια περίπτωση απόλυτα μοναδική. Ήταν κατασκοπεία που
έγινε από ιδιώτες με παράνομα κίνητρα, με κίνητρα για εκβιασμό και
λοιπά. Υποπτεύονται πολλά σχετικά πράγματα. Αλλά ποτέ δεν υπήρξαν
αποδείξεις. Γι αυτή την περίπτωση, βρέθηκαν οι αποδείξεις και γι αυτό
είναι μοναδική περίπτωση.
Οι τηλεφωνικές υποκλοπές, αντίθετα, είναι πολύ σημαντικές για εκείνες
τις σοβαρές έρευνες για ποινικές υποθέσεις. Αυτές στην Ιταλία
συνηθίζεται να χρησιμοποιούνται πάρα πολύ, γιατί είναι ο μοναδικός
τρόπος για να ανακαλύψει κανείς κάποια εγκλήματα.
Η κυβέρνηση πως είχε αντιδράσει;
Είχε προσπαθήσει να το κρατήσει κρυφό. Είπαν ότι, είπαν ότι κάποια
έγγραφα, που η εισαγγελία είχε βρει, δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν
στις διαδικασίες γιατί ήταν καλυμμένα ως μυστικό του κράτους. Ένα πράγμα
πολύ παράξενο, γιατί φυσιολογικά το «μυστικό του κράτους»
χρησιμοποιείται εκ των προτέρων. Σε αυτό το σημείο, η έρευνα σταματά,
γιατί ο εισαγγελέας δεν έχει αποδείξεις, καθώς το κράτος δεν του έδωσε
τις αποδείξεις, γιατί υπάρχει το μυστικό του κράτους. Αυτή είναι η
φυσιολογική λειτουργία του μυστικού του κράτους: η κυβέρνηση, που
φυσιολογικά αποφασίζει ότι συγκεκριμένες ειδήσεις δεν μπορούμε να τις
δώσουμε, ούτε και αν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως αποδείξεις
εγκλημάτων. Αυτή είναι μια πολιτική επιλογή. Ωστόσο, αυτή είναι η σωστή
λειτουργία του κρατικού μυστικού.
Σε αυτήν την περίπτωση αντίθετα συμβαίνει ένα πολύ παράξενο πράγμα.
Αρχίζουν οι έρευνες και στην Telecom για την ομάδα κατασκοπείας και στη
CΙΑ και τις ιταλικές μυστικές υπηρεσίες, επειδή απήγαγαν έναν
φονταμενταλιστή Ιμάμη στο Μιλάνο. Για τρία χρόνια οι έρευνες προχωρούν,
οι εισαγγελείς αποκτούν έγγραφα και κάθε τόσο ζητούν από την κυβέρνηση
κάτι ακόμη και κανείς δεν του είπε ποτέ ότι ήταν κρατικό μυστικό.
Βρίσκεται κατηγορούμενος ο επικεφαλής των ιταλικών Μυστικών Υπηρεσιών
και την επόμενη μέρα λένε ότι αποτελεί κρατικό μυστικό. Και η κυβέρνηση
επιδιώκει να καλύψει με το «κρατικό μυστικό», ακόμη και τα έγγραφα, που η
εισαγγελία έχει ήδη, που είχε ήδη αποκτήσει, χωρίς να της πει κανείς
ότι επρόκειτο για κρατικό μυστικό.
Σε αυτό το σημείο, η εισαγγελία, οι εισαγγελείς θύμωσαν γιατί λένε ότι
είναι ξεκάθαρο στην πραγματικότητα ότι αυτό το μετέπειτα κρατικό μυστικό
δεν έχει νόημα και απλά προσπαθούν να σώσουν τον διευθυντή. Και αυτό
λοιπόν ωθεί στο να σκεφτόμαστε ότι αυτός ο επικεφαλής των Μυστικών
Υπηρεσιών έχει ακόμα τα ντοσιέ με τα οποία μπορεί να πιέσει πολιτικούς
να τον υπερασπιστούν.
Πόσο καιρό κράτησαν οι παράνομες υποκλοπές;
Δεν ήταν παράνομες υποκλοπές αυτές της Telecom, ήταν αρχεία. Οι
εισαγγελείς έψαξαν πολύ για παράνοες υποκλοπές υποψιασμένοι ότι έκαναν
και τέτοιες. Αλλά δεν τις βρήκαν ποτέ. Αντίθετα, βρήκαν τα τηλεφωνικά
αρχεία και μετά βρήκαν μικρόφωνα κρυμμένα στο σπίτι. Όλες τις άλλες
μορφές κατασκοπείας τις βρήκαν. Σε κάθε περίπτωση, όλη αυτή η
κατασκοπευτική δραστηριότητα διήρκησε σίγουρα από το 1997 ως το 2007.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου