Όλα έγιναν σε ελάχιστα δευτερόλεπτα. Η άτρακτος, διάτρητη από τα αντιαεροπορικά βλήματα, είχε γεμίσει καπνούς. Φλόγες ξεπηδούσαν τους κινητήρες του αεροπλάνου, και οι κραυγές των χτυπημένων συμπολεμιστών έκαναν εφιαλτική την ατμόσφαιρα...
Το βαρύ NORATLAS κατευθυνόταν με μεγάλη ταχύτητα προς το λόφο, και τη συντριβή, και ο καταδρομέας Θανάσης Ζαφειρίου, όρθιος στην πόρτα της ατράκτου, έπρεπε να “αποφασίσει” με ποιον τρόπο θα πεθάνει: κάρβουνο στα φλεγόμενα συντρίμμια του αεροπλάνου ή...
κομματιασμένος στο έδαφος από μια βουτιά στο κενό. Πολυτέλεια να σκεφθεί και να αποφασίσει δεν είχε φυσικά, καθώς έβλεπε με τρόμο το έδαφος να ‘ρχεται κατά πάνω του και το αεροσκάφος ασυγκράτητο να σπεύδει να συναντήσει τη βραχώδη πλαγιά “καταπίνοντας” με ανατριχιαστική “βουλιμία” τα τελευταία μέτρα που χώριζαν τον ουρανό από τη γη. Και τους τριάντα τρεις επιβαίνοντες από τον θάνατο. Το ένστικτο, αυτό που στις πιο κρίσιμες στιγμές οδηγεί τον άνθρωπο, του “είπε”: πήδα! Και το έκανε. Έκτοτε δεν θυμάται τίποτα. Δεν άκουσε τον τρομερό χτύπο από την πρόσκρουση και συντριβή, δεν είδε τα πτώματα των συμπολεμιστών του να εκτινάσσονται, ούτε τις φλόγες που τύλιξαν ένα μέρος του αεροπλάνου. Ξύπνησε πολλές μέρες αργότερα σε κάποιο νοσοκομείο, αλλά και πάλι είχε ένα τεράστιο κενό στη μνήμη του.
Ως εκ θαύματος ο Θανάσης Ζαφειρίου θα επιζήσει, μόνος αυτός. Οι άλλοι, είκοσι οχτώ Έλληνες καταδρομείς και τέσσερα μέλη του πληρώματος, εκ των οποίων οι δυο πιλότοι, θα βρουν ακαριαίο θάνατο κατά την συντριβή. Θα χρειαστεί όμως πολύς καιρός και η βοήθεια γιατρών και άλλων ειδικών για να “συναρμολογήσει” στη μνήμη του ο τυχερός -πώς αλλιώς να τον χαρακτηρίσει κανείς;- καταδρομέας από τη Νεάπολη Θεσσαλονίκης τα συντρίμμια αυτής της τραγωδίας, η οποία θα τον ακολουθήσει, όχι με τον καλύτερο τρόπο, στην μετέπειτα ζωή του. Ήταν λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της 21ης Ιουλίου του 1974, όταν δεκαπέντε μεταγωγικά στρατιωτικά αεροσκάφη NORATLAS απογειώθηκαν από το αεροδρόμιο της Σούδας με προορισμό τη φλεγόμενη Κύπρο. Τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής προωθούνταν προς τα ενδότερα της νήσου και η στρατιωτική χούντα της Αθήνας αποφάσισε σε να στείλει δυνάμεις καταδρομών για να υπερασπιστούν το αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Στην επιχείρηση δόθηκε η κωδική ονομασία ΝΙΚΗ και εντολή να πετούν με “σιγή ασυρμάτου”, απόλυτης σιωπής δηλαδή, ενώ με το που απογειώθηκαν τα αεροσκάφη μεταφέροντας περισσότερους από τετρακόσιους καταδρομείς, από το αρχηγείο αεροπορίας στην Αθήνα εστάλη στην εθνοφρουρά στην Κύπρο κωδικοποιημένο μήνυμα ότι “έρχονται δεκαπέντε πορτοκάλια”.
Φτάνοντας στην Λευκωσία το σμήνος, και ξεκινώντας τη διαδικασία προσέγγισης και προσγείωσης, διαπιστώθηκε ότι δεν είχαν ενημερωθεί όλες οι φρουρές για το σχέδιο, με αποτέλεσμα να υποδεχθούν τα αεροσκάφη με πολυβολισμούς. Τα δυο πρώτα NORATLAS θα καταφέρουν να προσγειωθούν, το τρίτο, όμως, στο οποίο επέβαινε και ο Ζαφειρίου, θα δεχθεί συντριπτικά πλήγματα και ακυβέρνητο θα καρφωθεί και θα συντριβεί στο λόφο της Μακεδονίτισσας, λίγα χιλιόμετρα από τον διάδρομο προσγείωσης. Με περιπετειώδη τρόπο θα καταφέρουν να προσγειωθούν και τα υπόλοιπα NORATLAS, η τραγωδία όμως της κατάρριψης θα σφραγίσει την ηρωική προσπάθεια των Κυπρίων και Ελλήνων στρατιωτών να αποκρούσουν τους εισβολείς. Εκσκαφείς και μπουλντόζες επιχωμάτωσαν τα συντρίμμια του αεροσκάφους, στα οποία βρίσκονταν θαμμένοι και οι σοροί των Ελλήνων στρατιωτών, καθώς υπήρχε ο κίνδυνος έκρηξης των πυρομαχικών που μετέφερε στην άτρακτό του. Χρειάστηκε να περάσουν σαράντα ένα χρόνια και να καταβληθούν ιδιαίτερα προσεκτικές προσπάθειες, ώστε να ανασκαφούν τα συντρίμμια και να ανασυρθούν τα ανθρώπινα οστά.
Η όλη διαδικασία, που περιλάμβανε ταυτοποίηση και ενταφιασμό με μεγάλες τιμές, στον παρακείμενο Τύμβο της Μακεδονίτισσας, ολοκληρώθηκε τον περασμένο Ιούνιο. Η αυλαία της τραγικής αυτής υπόθεσης θα πέσει, προχθες το βράδυ, με τον θάνατο στο Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, όπου νοσηλευόταν, του μοναδικού επιζήσαντα, καταδρομέα Θανάση Ζαφειρίου.
Τον είχα δει στην τηλεόραση να διηγείται το γεγονός
ΑπάντησηΔιαγραφήπρίν ακόμα το 1993.
Ηταν συνταρακτικό γιατι ΤΟ ΖΟΥΣΕ.
Το ζούσε και βασανιζόταν.
Ας είναι καλά εκεί που είναι.