Το δημοσίευμα της «Wall Street Journal», η απάντηση της Αθήνας, η υποκρισία των μεγάλων της ΕΕ και «τα δύο μέτρα και δύο σταθμά»...
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) δεν πρέπει να ακολουθεί πρακτικές «δυο μέτρων και δύο σταθμών» στο ζήτημα του Ιράν απαντούν διπλωματικές πηγές από την Αθήνα σε σχέση με το, μάλλον...
«τραβηγμένο», εκτενές δημοσίευμα της εφημερίδας «Wall Street Journal» σύμφωνα με το οποίο η ελληνική κυβέρνηση έβαλε βέτο στη συνέχιση των κυρώσεων εναντίον της ιρανικής τράπεζας Saderat.
Στο ρεπορτάζ, το οποίο δημοσιεύθηκε την περασμένη Τρίτη 1η Νοεμβρίου, αναφερόταν ότι η Αθήνα αγνόησε τις πιέσεις της Ουάσιγκτον και μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών που ήθελαν την ανανέωση των κυρώσεων με το σκεπτικό ότι η τράπεζα Saderat, που είναι ημικρατική και κατηγορείται για χρηματοδότηση τρομοκρατικών δραστηριοτήτων. Απέδιδαν δε την επιλογή της Αθήνας στο γεγονός ότι επιδιώκει την οικοδόμηση στενότερων οικονομικών δεσμών με την Τεχεράνη μετά τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας.
Το 2007, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών είχε επιβάλει κυρώσεις στη Saderat με την κατηγορία ότι χρηματοδοτούσε οργανώσεις όπως η Χεζμπολάχ στον Λίβανο, η Χαμάς κ.ά που η Ουάσιγκτον χαρακτηρίζει τρομοκρατικές. Σε αυτό το πλαίσιο, η Αθήνα είχε συναινέσει στο κλείσιμο των γραφείων της τράπεζας στην Αθήνα. Έπειτα από τη συμφωνία του Ιουλίου 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, η Saderat είναι μία από τις μόλις τρεις τράπεζες που διατηρήθηκαν στον κατάλογο κυρώσεων της ΕΕ για μία οκταετία.
Ωστόσο, τον περασμένο Απρίλιο, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) δικαίωσε την τράπεζα στη προσφυγή της εναντίον των «28» με το σκεπτικό ότι δεν είχαν παρασχεθεί επαρκείς αποδείξεις ότι η Saderat εμπλεκόταν σε παράνομες δραστηριότητες. «Η απόφαση του Δικαστηρίου κατά του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που έκρινε - τόσο σε πρώτο, το Μάρτιο του 2013, όσο και σε δεύτερο βαθμό, τον περασμένο Απρίλιο - παράνομες τις κυρώσεις κατά της τράπεζας Saderat δεν ήταν απόφαση ενός εθνικού δικαστηρίου, ούτε ενός δικαστηρίου του Ιράν, ούτε ενός ουδέτερου δικαστηρίου. Ήταν απόφαση ενός δικαστηρίου ευρωπαϊκού, του ΔΕΕ» τόνιζαν ελληνικές διπλωματικές πηγές.
Οι ίδιοι κύκλοι σημείωναν ότι όταν δημοσιεύθηκε η απόφαση την περασμένη άνοιξη «η Ελλάδα είχε αντιταχθεί στην αυτόματη ανανέωση των κυρώσεων για οκτώ χρόνια και πρότεινε, ως συμβιβαστική λύση που υιοθετήθηκε, την εξάμηνη καταχώρηση της τράπεζας (σσ. στη λίστα κυρώσεων) για να μην προκαταλάβει το Συμβούλιο την απόφαση του Δικαστηρίου».
Η Αθήνα τονίζει ότι ζήτησε περισσότερα στοιχεία που να δικαιολογούν την ανανέωση των κυρώσεων, αλλά αυτά δεν παρασχέθηκαν, οπότε μετά τις 22 Οκτωβρίου (όταν έληξε η εξάμηνη καταχώρηση δεν συναίνεσε στην ανανέωσή της). Και προσθέτει ότι εκκρεμεί και αξίωση αποζημίωσης της τράπεζας σε βάρος του Συμβουλίου για τις «νομικά αβάσιμες κυρώσεις».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Αθήνα επιδιώκει την αναβάθμιση των σχέσεών της με την Τεχεράνη. Αυτό αναδείχθηκε με την επίσκεψη στο Ιράν του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα. Το ίδιο όμως πράττουν και πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία, που διεκδικούν παχυλά συμβόλαια σε ιρανικές υποδομές, ιδιαίτερα στον τομέα των υδρογονανθράκων, αλλά και σε εξαγωγές στην πολυπληθή ιρανική αγορά. Αναμφίβολα όμως, το να κατηγορείται η Αθήνα για υπερβολική ευαισθησία έναντι του Ιράν συνιστά υποκρισία.
Είναι γνωστό ότι οι Ιρανοί έχουν εκφράσει ενδιαφέρον για είσοδο στην ελληνική αγορά διϋλισης πετρελαίου. Υπάρχουν συναντήσεις και διαβουλεύσεις μεταξύ ΕΛΠΕ και ΝΙΟC (κρατική εταιρεία πετρελαίου του Ιράν). Το αρχικό σχέδιο για συμμετοχή της NIOC στο μετοχικό κεφάλαιο των ΕΛΠΕ δεν προχώρησε, αλλά οι Ιρανοί αντιπρότειναν τη συμμετοχή τους είτε στο διϋλιστήριο των ΕΛΠΕ στη Θεσσαλονίκη ή, εναλλακτικά, την κατασκευή μίας νέας μονάδας διϋλισης στην Κομοτηνή. Ιδιαίτερα το διϋλιστήριο στη Θεσσαλονίκη χρειάζεται αναβάθμιση και θα μπορούσε να αποτελέσει το δεύτερο πεδίο συνεργασίας με τα ΕΛΠΕ μετά από αυτή για την προμήθεια αργού πετρελαίου από το Ιράν. Άλλωστε, η Τεχεράνη έχει ανάγκη από καύσιμα κίνησης και τα ΕΛΠΕ μπορούν να τα προσφέρουν.
Επιπλέον, ιρανικά πιστωτικά ιδρύματα έχουν εκφράσει ενδιαφέρον για διατραπεζική συνεργασία. Πρόσφατα, αντιπροσωπεία ιρανικών τραπεζών (μεταξύ των οποίων η Saderat, αλλά επίσης οι Parsian και Refah) επισκέφθηκαν την Αθήνα με επικεφαλής τον πρόεδρο της ιρανικής Κεντρικής Τράπεζας. Συναντήθηκαν με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη και τον Γενικό Γραμματέα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του υπουργείου Εξωτερικών Γιώργο Τσίπρα (σσ. διαδραματίζει αθόρυβο, αλλά κομβικό ρόλο στην ελληνοϊρανική συνεργασία).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου