Εντείνονται οι διεργασίες, οι πιέσεις και οι αντιπαραθέσεις με επίκεντρο τα σχέδια της πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου, Τερέζα Μέι, να προωθήσει την έναρξη μίας διαδικασίας διαπραγμάτευσης με στόχο την αποχώρηση της χώρας από την ΕΕ (Brexit)...
της ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΟΡΦΑΝΑΚΗ
Η ίδια, ακόμη και προχτές το απόγευμα στο Βερολίνο, έχοντας δίπλα της τη Γερμανίδα καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ, επέμεινε πως «η δουλειά εξελίσσεται σύμφωνα με το πρόγραμμα» και πως η ενεργοποίηση του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, που απαιτείται για...
την αποχώρηση μιας χώρας, «θα γίνει έως το τέλος του ερχόμενου Μάρτη».
«Δουλεύουμε για λύση που θα είναι προς όφελος του Ηνωμένου Βασιλείου και άλλων ευρωπαϊκών χωρών» σημείωσε, δείχνοντας να προεξοφλεί πως το Ανώτατο Δικαστήριο θα δεχτεί την έφεση που άσκησε προ βδομάδων η κυβέρνησή της και θα ανατρέψει οριστικά την πρώτη απόφαση που έβγαλαν οι δικαστές στις αρχές Νοέμβρη, σύμφωνα με την οποία το βρετανικό Κοινοβούλιο, και όχι η κυβέρνηση, είναι αρμόδιο για την ενεργοποίηση του άρθρου 50.
Ομως, ακόμη και εάν το Ανώτατο Δικαστήριο γνωμοδοτήσει τελεσίδικα, στις αρχές του ερχόμενου Γενάρη, υπέρ της κυβέρνησης, οι δυσκολίες παραμένουν πολλές και η διαδικασία δαιδαλώδης, μεταξύ άλλων, και εξαιτίας πολλών αντιπαραθέσεων. Αντιπαραθέσεις που υπάρχουν σε διαφορετικά τμήματα της αστικής τάξης στη Βρετανία υπέρ και κατά του Brexit, κόντρες που εκδηλώνονται μεταξύ μονοπωλιακών ομίλων, εντός και εκτός Βρετανίας, και διαγκωνισμοί που οξύνονται ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που ενδεχόμενα θα επηρεαστούν σχετικά και με την αλλαγή τακτικής, και όχι βεβαίως στρατηγικής, που προοιωνίζεται από την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Γενάρη του επόμενου χρόνου.
Γερμανο-ολλανδικές πιέσεις
Είναι χαρακτηριστικό ότι την ώρα που η Τερέζα Μέι προέβλεπε ότι «όλα θα εξελιχθούν ομαλά» για την εκκίνηση της διαδικασίας διαπραγμάτευσης με στόχο το Brexit, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, προειδοποιούσε για τη χάραξη μίας «σκληρής γραμμής» διαπραγμάτευσης με τη Βρετανία. Σε δηλώσεις που έκανε την Παρασκευή στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», προειδοποίησε πως το Λονδίνο δεν μπορεί να επιλέξει ένα Brexit «α λα καρτ», που θα επιτρέπει πρόσβαση στην ενιαία αγορά της ΕΕ και έλεγχο της μετανάστευσης. «Είναι το πλήρες μενού ή τίποτε» είπε, προσθέτοντας ότι το Λονδίνο θα πληρώνει τουλάχιστον έως το 2030 συνδρομή στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Παράλληλα, η Γερμανίδα υπουργός Αμυνας, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κάλεσε το Λονδίνο, με συνέντευξη στην εφημερίδα «Die Zeit», να μην εμποδίζει κινήσεις για την ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας στην ΕΕ, «γιατί οι προσπάθειες αυτές είναι απαραίτητες και επείγουσες για την αντιμετώπιση ενός μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος απειλών»...
Δεν είναι, όμως, μόνο ο Σόιμπλε που προειδοποιεί τους Βρετανούς για το πιθανά υψηλό κόστος του Brexit... Την Τετάρτη, υψηλόβαθμος διπλωμάτης της ΕΕ, μιλώντας στην ειδησεογραφική ιστοσελίδα POLITICO, είχε εκτιμήσει ότι το Λονδίνο θα μπορούσε να πληρώσει έως 65 εκατ. ευρώ στην ΕΕ, πριν αποχωρήσει, μόνο για την κάλυψη τρεχουσών δημοσιονομικών υποχρεώσεων για έργα υποδομών, επενδύσεις και χρηματοδοτήσεις μισθοδοσίας ευρωενωσιακών υπαλλήλων. Ο ίδιος προέβλεψε ότι οι Βρετανοί θα μπορούσαν να διαπραγματευτούν εκ νέου τη συνδρομή τους σε διάφορες υποχρεώσεις έναντι της ΕΕ, λέγοντας ότι, σε περίπτωση που συναντήσουν αντιστάσεις, θα συρθούν σε διεθνή δικαστήρια.
Λίγες μέρες πριν τον Σόιμπλε, είχε απευθύνει αυστηρές προειδοποιήσεις στο Λονδίνο και ο πρόεδρος του Γιούρογκρουπ, Ολλανδός υπουργός Οικονομικών, Γερούν Ντάισελμπλουμ. Ο Ντάισελμπλουμ, μιλώντας την Τρίτη στο ΒBC,χαρακτήρισε «διανοητικά αδύνατες και πολιτικά αδιανόητες» την απαίτηση του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών να μπορεί το Λονδίνο, μετά το Brexit, να συναλλάσσεται ελεύθερα με την ΕΕ, περιορίζοντας την ευρωπαϊκή μετανάστευση...
Πιέσεις και μέσω «υπομνήματος»
Μέσα σε όλα, βγήκε, στις αρχές της βδομάδας, στη φόρα και υπόμνημα της πολυεθνικής εταιρείας λογιστικών και άλλων υπηρεσιών Deloitte, που κατέγραφε τα ενδοκυβερνητικά «μαχαιρώματα» ανάμεσα στον υπουργό αρμόδιο για το Brexit, Ντέιβιντ Ντέιβις, τον υπουργό Εξωτερικών, Μπόρις Τζόνσον, τον υπουργό Διεθνούς Εμπορίου, Λίαμ Φοξ, τον υπουργό Οικονομικών, Φίλιπ Χάμοντ, και τον υπουργό Ενέργειας και Επιχειρηματικότητας, Κρεγκ Κλαρκ.
Το υπόμνημα, το οποίο η Μέι διέψευσε πως είχε παραγγείλει, υποστήριζε ακόμη πως η κυβέρνηση δεν είχε στην ουσία κανένα στρατηγικό σχέδιο για το πώς θα κινηθεί στη διαπραγμάτευση με την ΕΕ, ούτε καν ποιες θα είναι οι προτεραιότητες όταν ξεκινήσουν τα επίσημα παζάρια. Επιπλέον, εκτιμούσε ότι οι διάφορες επιχειρήσεις σύντομα «θα βάλουν το όπλο στον κρόταφο της κυβέρνησης», για να διασφαλίσουν αυτά που χρειάζονται ώστε να διατηρήσουν θέσεις εργασίας και επενδύσεις, ιδιαίτερα μετά τις αποκαλύψεις για την πρόσφατη συμφωνία της κυβέρνησης με την ιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανία «Nissan», προκειμένου η τελευταία να συνεχίσει τις επενδύσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο και μετά το Βrexit.
Σαν να μην έφτανε το υπόμνημα της Deloitte, ήρθε μεσοβδόμαδα και ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Μαρκ Κάρνεϊ, να συμπληρώσει το σκούρο τοπίο όξυνσης των μονοπωλιακών ανταγωνισμών.
Ο Κάρνεϊ εκτίμησε πως οι τράπεζες με έδρα τη Βρετανία ίσως αρχίσουν να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε άλλες χώρες περίπου ενάμιση χρόνο πριν από την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, εάν διαφανεί ως πιθανό ένα «σκληρό Brexit»! Ηδη Γαλλία και Γερμανία έχουν εκφράσει έντονα την πρόθεσή τους να δώσουν έδρα σε βρετανικές και ξένες τράπεζες που εδρεύουν στο Σίτι του Λονδίνου, με την πρώτη μάλιστα να έχει συγκροτήσει ειδική ομάδα αξιωματούχων για να προσελκύσει και να μεταφέρει στο Παρίσι το τραπεζικό κεφάλαιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου