Πριν από μερικά χρόνια επισκέφθηκε την
Κύπρο Γάλλος γερουσιαστής, φίλος της νήσου. Σε συνομιλία-συνέντευξη που
μου παραχώρησε, εξέφρασε την απορία πώς ήταν δυνατόν, μια χώρα-μέλος της
ΕΕ, η Βρετανία, να επιμένει να διατηρεί βάσεις σε ένα άλλο
κράτος-μέλος, την Κύπρο.
Ο Γάλλος πολιτικός χαρακτήρισε τις βάσεις ως
την άλλη κατοχή της Κύπρου -βρετανική- εκτός από την τουρκική. Όντως, οι
βρετανικές βάσεις και οι σχετικές βρετανικές θέσεις, όπως εκφράζονται
από τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, αποτελούν προϊόν παρανομίας και
αποικιοκρατικής επιβολής στον κυπριακό λαό. Να υπενθυμίσουμε ότι οι Κύπριοι δεν
κλήθηκαν...
Διά της ψήφου των, να εγκρίνουν ή να απορρίψουν τις Συμφωνίες
Ζυρίχης και Λονδίνου, που εγκαθίδρυαν την ανεξάρτητη, δήθεν, Κυπριακή
Δημοκρατία. Πόσο… ανεξάρτητη, όμως, θα μπορούσε να είναι, όταν ακόμα
εξακολουθεί να έχει τρεις ξένες εγγυήτριες δυνάμεις, οι δύο εκ των
οποίων, η Βρετανία και η Τουρκία, είναι κατοχικές;
Μια βρετανική παροιμία λέγει ότι «ο
διάβολος βρίσκεται στα ψιλά γράμματα» και όπως ο δρ Γεώργιος Λεβέντης,
διευθυντής του International Security Forum, επισημαίνει σε άρθρο του
(«Σ», 26/4/2011), «στην περίπτωση της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης ο διάολος
έχει ήδη βάλει το ποδάρι του στα χοντρά γράμματα των κύριων άρθρων που
συναποτελούν τη Συνθήκη. Προς επίρρωση των βρετανικών δικαιωμάτων και
απάλειψη οποιασδήποτε αμφιβολίας έπεσαν υπογραφές και σε λεπτομερειακά
σημειώματα…». Πριν ακόμα η Κύπρος αποκτήσει την κολοβή ανεξαρτησία της,
μετά τον ηρωικό αγώνα της ΕΟΚΑ, οι Βρετανοί επιδίωξαν και πέτυχαν
τσιμέντωμα της εσαεί παραμονής τους στις βάσεις, κατά παράβαση του
διεθνούς δικαίου και θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων του κυπριακού
λαού.
«Πρόστυχο κατάλοιπο»
Με αφορμή δημοσίευμα της βρετανικής
εφημερίδας «Σάντεϊ Τάιμς» (19/8/2012), προκλήθηκε νέο κύμα αντιδράσεων
από όλα σχεδόν τα κόμματα. Η εφημερίδα, με βάση δηλώσεις αξιωματούχου
των Σύρων ανταρτών, υποστηρίζει ότι η Βρετανία τους βοηθά στον αγώνα
τους κατά του καθεστώτος Άσαντ μέσω των βρετανικών βάσεων στην Κύπρο, με
διοχέτευση των σχετικών πληροφοριών προς την Τουρκία. Οι αντιδράσεις
ήταν δικαιολογημένες επειδή, πρώτον, στοχοποιούνται οι βάσεις σε πιθανές
αντιδράσεις Αράβων εξτρεμιστών και, δεύτερον, εξ αυτών θα υποστεί
συνέπειες και η Κύπρος. Το ΑΚΕΛ και η ΕΔΟΝ, σε ανακοινώσεις τους,
καταγγέλλουν τις βρετανικές κατασκοπευτικές δραστηριότητες ως «μια ακόμα
απόδειξη του ρόλου των βρετανικών βάσεων στην περιοχή, που από την
πρώτη στιγμή της λειτουργίας τους, το ΑΚΕΛ θεωρούσε ως πηγή κινδύνου για
τους λαούς της περιοχής, την Κύπρο και την ειρήνη».
Εξάλλου, η ΕΔΟΝ, σε μια πιο σκληρή
ανακοίνωσή της, μιλά για «τον βρόμικο ρόλο που παίζουν οι βρετανικές
βάσεις στο νησί μας όσον αφορά στη συριακή διένεξη, που δεν μας βρίσκουν
καθόλου έκπληκτους. Η αποστολή τους στην Κύπρο ήταν και είναι η
εξυπηρέτηση των πιο χυδαίων ιμπεριαλιστικών πολιτικών και στόχων». Και
προσθέτει πως «οι βρετανικές βάσεις στην Κύπρο αποτελούν πρόστυχο
κατάλοιπο της αποικιοκρατίας, βαθιά πληγή στο κορμί της πατρίδας μας.
Αποτελούν κίνδυνο για την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή μας, και
επιφέρουν δεινά τόσο στον κυπριακό όσο και στους γειτονικούς μας λαούς».
Η συμφωνία Μπράουν-Χριστόφια και οι ενέργειες του μ. Τάσσου
ΟΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ του ΑΚΕΛ και της ΕΔΟΝ,
τουλάχιστον, φαντάζουν υποκριτικές, αν θυμηθεί κανείς, πρώτον, ότι ο
Πρόεδρος Χριστόφιας συνυπέγραψε, στις 5/6/2008, «Μνημόνιο Συναντίληψης»
με τον τότε Βρετανό Πρωθυπουργό Γκόρντον Μπράουν και «φίλο του», όπως
καυχόταν. Δεύτερον, διά του Μνημονίου ο Δ. Χριστόφιας τσιμέντωσε στο
διηνεκές την παρουσία των βάσεων στο νησί, αφού «οι δύο χώρες επανέλαβαν
την υποχρέωσή τους στις σχετικές υποχρεώσεις τους σύμφωνα με τις
Συνθήκες». Τρίτον, ο Πρόεδρος δήλωσε ότι δεν θέλει να ανοίξει «δεύτερο
μέτωπο» με τη Βρετανία και παρέπεμψε το θέμα των Βάσεων «στα παιδιά και
στα εγγόνια μας».
Κανείς Πρόεδρος δεν αποτόλμησε
πραγματικά να θέσει θέμα βάσεων στους Βρετανούς, για πάρα πολλούς
λόγους, όχι μόνο εξαιτίας του Κυπριακού, που είναι το βολικό άλλοθι
όλων. Απλώς το Κυπριακό χρησιμοποιείται ως σεισάχθεια ευθυνών και
παραπομπής του ζητήματος στις ελληνικές καλένδες. Στις 23/10/2007, η
Βρετανία και η Τουρκία συνυπέγραψαν Έγγραφο «Στρατηγικής Συμμαχίας
2007/8».
Ένα από τα κεφάλαιά του ήταν αφιερωμένο
στην «προσφορά βοήθειας για τερματισμό της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων
και στην ενθάρρυνση άλλων στη διεθνή κοινότητα να μας υποστηρίξουν στην
προσπάθειά μας». Επίσης, αναφερόταν ότι «οι δυο χώρες να εργαστούν σε
διμερές επίπεδο, αλλά και εντός του ΟΗΕ και της Ε.Ε. για την προώθηση
απευθείας εμπορικών, οικονομικών, πολιτικών και πολιτιστικών επαφών
μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου, της ΕΕ και των Τουρκοκυπρίων. Να
διατηρούνται επαφές υψηλού επιπέδου με τις τουρκοκυπριακές ”αρχές”.
Να συνεχισθεί η προσφορά βοήθειας στις
”αρχές της Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου” (όπως αποκαλούσε το
κατοχικό ψευδοκράτος) και σε πανεπιστήμια στην προσπάθειά τους να
εμπλακούν στη διαδικασία της Μπολόνιας».
Η Συμφωνία Βρετανίας-Τουρκίας ήταν το
κερασάκι στην τούρτα και η αφορμή για τον Πρόεδρο Τάσσο Παπαδόπουλο, να
μεθοδεύσει θέμα βρετανικών βάσεων. Σύμφωνα με πρακτικά της συνεδρίασης
του Υπουργικού Συμβουλίου, ημ. 7/11/2007 (που αποκάλυψε ο εκλεκτός
συνάδελφος Κ. Βενιζέλος στον «Φιλελεύθερο», 27/12/2011), λήφθηκαν
αποφάσεις για την αντιμετώπιση της βρετανο-τουρκικής συμφωνίας.
Όπως καταγράφηκε στα πρακτικά, «ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας (Τ. Παπαδόπουλος) χαρακτήρισε την υπογραφή της
συμφωνίας ως σοβαρή αρνητική εξέλιξη, αφού αποσκοπεί στη συστηματική
προαγωγή χωριστής ανάπτυξης του παράνομου καθεστώτος των κατεχομένων σε
κρατική οντότητα και χωριστών σχέσεων με άλλες χώρες». Έτσι, το
Υπουργικό αποφάσισε:
Πρώτον, τη σύσταση Ομάδας Υψηλού
Επιπέδου (…), η οποία να προβεί στην αναθεώρηση της στάσης της Κυπριακής
Δημοκρατίας έναντι των βρετανικών βάσεων και διευκολύνσεων στην Κύπρο,
περιλαμβανομένης της επανεξέτασης του καθεστώτος των βρετανικών βάσεων
και διευκολύνσεων, σε συνάρτηση με τη γενικότερη στάση του Ην. Βασιλείου
έναντι της Κύπρου και ειδικότερα των νομικών υποχρεώσεων.
Δεύτερον, τη σύσταση Μόνιμης Υπηρεσιακής
Επιτροπής για τις βρετανικές βάσεις και διευκολύνσεις στην Κύπρο, με
σκοπό τη συστηματική καταγραφή και μελέτη των καθημερινών σχέσεων των
Αρχών της Κ. Δημοκρατίας με τις Αρχές του Ην. Βασιλείου και ειδικότερα
τις Αρχές των βάσεων.
Κραυγαλέος αναχρονισμός
Η άνοδος στην εξουσία του Δ. Χριστόφια
σάρωσε και κατερείπωσε κυριολεκτικά όσα ο μ. Τάσσος είχε αρχίσει να
μεθοδεύει, προκαλώντας έντονη δυσφορία και ανησυχία στους Βρετανούς. Γι΄
αυτό επιδίωξαν την ήττα του και συνήργησαν στην εκλογή του Δ. Χριστόφια
ως «Προέδρου λύσης». Η υπογραφή του Μνημονίου Μπράουν-Χριστόφια έβαλε
ταφόπετρα στις ενέργειες του Τάσσου. Οι Βρετανοί δεν σταμάτησαν ποτέ να
υπενθυμίζουν ότι όχι μόνο δεν έφυγαν από το νησί, μετά την κολοβή και
δοτή ανεξαρτησία, αλλά παραμένουν στερρώς διά των βάσεων, και όχι μόνον.
Τον περ. Δεκέμβριο, π.χ., τρεις Βρετανοί
αξιωματούχοι, ο υπουργός Άμυνας, ο διοικητής των βάσεων και ένας λόρδος
φρόντισαν για πολλοστή φορά να επισημάνουν στη Λευκωσία ότι η Βρετανία
δεν προτίθεται, ούτε αμέσως ούτε στο μέλλον, να εγκαταλείψει τις βάσεις
και ότι αυτές «προσφέρουν μια μεγάλη συμβολή στην εθνική ασφάλεια του
Ην. Βασιλείου και θα εξακολουθήσουν να κάνουν και το ίδιο στο μέλλον».
Με αφορμή αυτές τις δηλώσεις, ύστερα από
εγγραφή σχετικού θέματος, αυτό συζητήθηκε στην Ολομέλεια της Βουλής
στις 22/3/2012. Σε σχετικό ψήφισμα το Σώμα τονίζει ότι, «τα κατ’
ισχυρισμόν δικαιώματα της Βρετανίας, που απορρέουν από τη Συνθήκη
Εγκαθίδρυσης, συνιστούν κατάλοιπα αποικισμού και, ως τέτοια, αποτελούν
κραυγαλέο αναχρονισμό, που προκαλεί τα αισθήματα του κυπριακού λαού». Η
Βουλή «επαναλαμβάνει ότι η Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, ως αποικιακό κατάλοιπο,
βάσει του Διεθνούς Δικαίου και των σχετικών αποφάσεων του ΟΗΕ, συνιστά,
όπως και η Συνθήκη Εγγύησης, κραυγαλέο αναχρονισμό, ιδιαίτερα για
κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Γι’ αυτό, η Βουλή «εκφράζει την αντίθεσή
της στη χρήση των βάσεων για ενέργειες εναντίον άλλων χωρών» και
«τονίζει την ανάγκη κατίσχυσης του Διεθνούς Δικαίου, του σεβασμού της
κυριαρχίας, ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής
Δημοκρατίας». Αρχές που η Βρετανία για πολλοστή φορά παραβίασε, μετά τις
αποκαλύψεις για τον ρόλο της στη Συρία.
Αρνούνται να πληρώσουν
ΤΟΝ Οκτώβριο 2010, με αφορμή τις ετήσιες
ασκήσεις του ακροβατικού σμήνους της βρετανικής αεροπορίας, η Κοιν.
Επιτροπή Εξωτερικών ασχολήθηκε με το θέμα, απόντος του κληθέντος
πολιτικού διοικητή των βάσεων, Κ. Ματθαίου. Κατά τη διάρκεια της
συζήτησης, ο βουλευτής του ΔΗΚΟ, Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, διερωτήθηκε κατά
πόσον οι Εγγλέζοι εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους, που απορρέουν από τη
Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, εννοώντας ξεκάθαρα αν πληρώνουν όσα από το 1965
οφείλουν κάθε χρόνο να καταβάλλουν ως αποζημιώσεις στην Κυπριακή
Δημοκρατία.
Ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών,
Νεκτάριος Σωτηρίου, ανέφερε στην Επιτροπή ότι μετά από έρευνα του
Υπουργείου Οικονομικών, προέκυψε ότι μέχρι το 2008, οι Εγγλέζοι όφειλαν
στην Κυπριακή Δημοκρατία ένα δισεκατομμύριο λίρες στερλίνες, για
διάφορες υποχρεώσεις τους. Το ποσό αυτό υπολογίζεται ότι σήμερα θα είναι
ακόμα πιο υψηλό. Γιατί οι κυπριακές κυβερνήσεις, από τον Μακάριο μέχρι
τον Δ. Χριστόφια, δεν διεκδίκησαν αυτό το τεράστιο ποσό από τη Βρετανία;
Πρώτα για λόγους πολιτικούς, στο πλαίσιο
της κωμικής και παιδαριώδους αντίληψης ότι δεν πρέπει να ανοίξουμε
«δεύτερο μέτωπο» με τους Βρετανούς, όταν οι ίδιοι το έχουν ανοικτό από
το 1955!
Δεύτερον, για λόγους πολυποίκιλων
συμφερόντων και εξαρτήσεων – οικονομικές, τουριστικές, επιχειρηματικές,
πολιτικές και διπλωματικές.
Τρίτον, οι κατά καιρούς φωνασκίες των
κομμάτων και κυβερνήσεων κατά της αδίστακτης βρετανικής πολιτικής δεν
είναι τίποτε άλλο παρά εκφάνσεις μιας έκδηλης ατολμίας και ψοφοδεϊσμού
να αντιμετωπίσουν μια γάγγραινα, που απειλεί διαρκώς την ανεξαρτησία,
την ακεραιότητα και προπάντων την ασφάλεια της Κύπρου.
Ακόμα μια απόδειξη των πιο πάνω; Τα
διερευνητικά διαβήματα που το Υπουργείο Εξωτερικών θα κάνει προς τη
Βρετανία, μετά το δημοσίευμα της «Σάντεϊ Τάιμς», για να πληροφορηθεί αν
πράγματι οι βάσεις χρησιμοποιούνται για σκοπούς άλλους από αυτούς που
καθορίζονται από τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης. Αν δεν πρόκειται για τραγική
αστειότητα, τότε πρόκειται για κωμικότητα, αφού και οι πέτρες γνωρίζουν
αυτό που οι ίδιοι οι Βρετανοί δήλωσαν, διά του υπουργού Άμυνας Φίλιπ
Χάμοντ (15/12/2011), στη Βουλή των Κοινοτήτων: «Οι κυρίαρχες περιοχές
προσφέρουν μια βάση που μπορεί να προσαρμόζεται ανάλογα και είναι ικανή
για προκεχωρημένες επιχειρήσεις, η χρησιμότητα της οποίας έχει αρκούντως
καταδειχθεί».
ΚΑΙ Ο ΠΡΟΣΤΥΧΟΣ ΑΝΑΞΙΟΣ ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ !!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή