Πρόταση από τον Εζεκία Παπαϊωάννου το 1951 για σαμποτάζ και ανταρτοπόλεμο - Με την ευκαιρία της σημερινής επετείου της 1ης Απριλίου 1955, θα δούμε τις σχετικές παρασκηνιακές συζητήσεις για ένοπλο αγώνα στην Κύπρο, πριν καταφύγει η ΕΟΚΑ στα όπλα διεκδικώντας αυτοδιάθεση και ένωση με την Ελλάδα...
Από την εποχή της ελληνικής επανάστασης του 1821, η αδυναμία οργάνωσης ένοπλης εξέγερσης στο νησί ήταν δεδομένη, ενώ στα χρόνια της Αγγλοκρατίας οι συνθήκες παρέμειναν απαράλλακτες, αν όχι δυσμενέστερες. Από την άλλη, στις πρώτες δεκαετίες της βρετανικής κατοχής, οι Έλληνες Κύπριοι, αλλά και η πολιτική ηγεσία στην Αθήνα, υιοθέτησαν ως δόγμα την ελπίδα ότι οι Βρετανοί θα «απέδιδαν» την Κύπρο στην Ελλάδα. Το τέλος των ψευδαισθήσεων και της ρομαντικής περιόδου του ενωτικού κινήματος ήλθε πρώτα με την παλμερική δικτατορία - απάντηση στην οκτωβριανή εξέγερση του 1931, και ύστερα από τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο με την βρετανική επιμονή παραγνώρισης του κυπριακού ενωτικού αιτήματος.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, και αφού η βρετανική αδιαλλαξία παρέμενε αναλλοίωτη, ακόμη και μετά το Ενωτικό Δημοψήφισμα και τη διεθνοποίηση του Κυπριακού, άρχισαν να ωριμάζουν οι σκέψεις για οργάνωση ένοπλου αγώνα για...
την ένωση, παρά τις δυσκολίες και τα τεράστια εμπόδια. Η οργάνωση ένοπλης εξέγερσης από τους Έλληνες Κυπρίους εναντίον της βρετανικής αυτοκρατορίας δεν ήταν ούτε εύκολη, ούτε αβασάνιστη απόφαση. Όπως εύστοχα έχει υποδείξει ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου, η κυπριακή επανάσταση του 1955-1959 «δεν θα έπρεπε να γίνει», με την έννοια ότι η Κύπρος έπρεπε να είχε δοθεί στην Ελλάδα από τη Βρετανία. Η εξέγερση ήταν το νομοτελειακό αποτέλεσμα. Κατά τους πρώτους μήνες του 1951, οι αδελφοί Σάββας Λοϊζίδης και Σωκράτης Λοϊζίδης (εξόριστοι και οι δύο των Βρετανών) είχαν ήδη συζητήσει στην Αθήνα με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και τον απόστρατο συνταγματάρχη Γεώργιο Γρίβα την ιδέα της οργάνωσης ένοπλου εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, και αφού η βρετανική αδιαλλαξία παρέμενε αναλλοίωτη, ακόμη και μετά το Ενωτικό Δημοψήφισμα και τη διεθνοποίηση του Κυπριακού, άρχισαν να ωριμάζουν οι σκέψεις για οργάνωση ένοπλου αγώνα για...
την ένωση, παρά τις δυσκολίες και τα τεράστια εμπόδια. Η οργάνωση ένοπλης εξέγερσης από τους Έλληνες Κυπρίους εναντίον της βρετανικής αυτοκρατορίας δεν ήταν ούτε εύκολη, ούτε αβασάνιστη απόφαση. Όπως εύστοχα έχει υποδείξει ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου, η κυπριακή επανάσταση του 1955-1959 «δεν θα έπρεπε να γίνει», με την έννοια ότι η Κύπρος έπρεπε να είχε δοθεί στην Ελλάδα από τη Βρετανία. Η εξέγερση ήταν το νομοτελειακό αποτέλεσμα. Κατά τους πρώτους μήνες του 1951, οι αδελφοί Σάββας Λοϊζίδης και Σωκράτης Λοϊζίδης (εξόριστοι και οι δύο των Βρετανών) είχαν ήδη συζητήσει στην Αθήνα με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και τον απόστρατο συνταγματάρχη Γεώργιο Γρίβα την ιδέα της οργάνωσης ένοπλου εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος.
Οι συζητήσεις αυτές ήταν ο πρώτος σπόρος για την ίδρυση της ΕΟΚΑ. Λίγο αργότερα, στην Αθήνα ιδρύθηκε και η οργάνωση ΚΑΡΗ, με ανάλογες σκέψεις, από τον Ιωάννη Χατζηπαύλου-Ιωαννίδη και ομάδα απόστρατων αξιωματικών, στην οποία μυήθηκαν και Κύπριοι φοιτητές. Η ένοπλη δράση πρόβαλλε ως η μόνος διέξοδος για να πειστεί η Μεγάλη Βρετανία να παραχωρήσει την ελευθερία στην Κύπρο. Στον χώρο της Αριστεράς, ένα ερώτημα που δεν έχει φωτιστεί ακόμη από την ιστορική έρευνα είναι κατά πόσο το ΑΚΕΛ ως επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα ήταν διατεθειμένο ή επιδίωξε να αποκτήσει τα μέσα να αγωνιστεί με κάθε τρόπο για την ένωση με την Ελλάδα, ακόμη και με τα όπλα. Είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα που το δυσκολεύει η έλλειψη ή η αδυναμία πρόσβασης στις κομματικές πηγές. Απάντηση σε ορισμένα από αυτά τα ερωτήματα, δίνει ένα έγγραφο που εντοπίσαμε στα αρχεία των ΑΣΚΙ, στην Αθήνα, και επισυνάπτεται σε επιστολή της 16ης Ιουλίου 1951 του Εζεκία Παπαϊωάννου, γενικού γραμματέα του ΑΚΕΛ, προς το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ (το ανακοινώσαμε και το σχολιάσαμε το 2013 στα Πρακτικά του Συνεδρίου «Το Κυπριακό και Διεθνές Σύστημα, 1945-1974: Αναζητώντας θέση στον κόσμο», που οργανώθηκε από το Κέντρο Μελετών Τάσσος Παπαδόπουλος). Όσα αναφέρονται, όμως, στο έγγραφο δημιουργούν νέα ερωτήματα για τους στόχους του ΑΚΕΛ.
Ο Παπαϊωάννου υποστήριξε, τον Ιούλιο του 1951, ότι θα μπορούσαν τα μέλη του ΑΚΕΛ να οργανώσουν «πλατειάς κλίμακας σαμποτάζ» και να ανεβάσουν μικρής κλίμακας ανταρτοπόλεμο. «Στα βουνά της Κύπρου, μερικές εκατοντάδες αντάρτες θα δρουν το βράδυ και την ημέρα θα γυρίζουν στα σπίτια τους και τις δουλειές τους». Οι εκτιμήσεις του Παπαϊωάννου, σύμφωνα με την ίδια επιστολή, ήταν ότι η δραστηριότητα αυτή θα μπορούσε να προξενήσει «σοβαρές ζημιές στον εχθρό» και ενοχλήσεις στη βρετανική πολεμική βάση, που αν συνδυάζονταν με σαμποτάζ στα αεροδρόμια και τις άλλες στρατιωτικές εγκαταστάσεις, θα αποτελούσαν «σοβαρή συμβολή στην αντιϊμπεριαλιστική, αντιπολεμική υπόθεση», «αλλά και για ν’ αποβούμε σοβαρότερος παράγοντας στην πανελλήνια πάλη για εθνική και κοινωνική λευτεριά». Στη συνέχεια της επιστολής, ο Εζεκίας Παπαϊωάννου καταγράφει τον αριθμό των όπλων που διέθετε το ΑΚΕΛ το 1951 (24 περίστροφα, 2-3 όπλα, ένα μυδραλλιοβόλο) και παρουσιάζει το «ανθρώπινο υλικό», θέτει, όμως, παράλληλα, ζήτημα οικονομικής ενίσχυσης από τα κομμουνιστικά κόμματα της Ανατολικής Ευρώπης.
Μια άγνωστη και αποσιωπημένη πραγματικότητα
Η επιστολή του Ε. Παπαϊωάννου αποδεικνύει, πρώτα-πρώτα, μια εντελώς άγνωστη και αποσιωπημένη πραγματικότητα, ότι δηλαδή το ΑΚΕΛ στις παραμονές του αγώνα της ΕΟΚΑ και όπλα διέθετε, αλλά και σχέδια για ένοπλο αγώνα εναντίον των Βρετανών είχε, όχι ακριβώς για την ένωση με την Ελλάδα, αλλά για τη «σοβαρή συμβολή στην αντιϊμπεριαλιστική υπόθεση». Κατά την άποψή μας, τα σχέδια αυτά υλοποιούσαν τις σχετικές οδηγίες για ανταρτική δράση που πήραν από τον Νίκο Ζαχαριάδη οι Φιφής Ιωάννου και Ανδρέας Ζιαρτίδης κατά την πολυσυζητημένη επίσκεψή τους στα βουνά της Δυτικής Μακεδονίας, το 1948. Ειδικά η αναφορά του Παπαϊωάννου στις «λίγες εκατοντάδες αντάρτες που μπορούμε ν’ ανεβάσουμε στα βουνά», έχει ιδιαίτερη σημασία σε σχέση με την κατοπινή στάση του ΑΚΕΛ απέναντι στον ένοπλο αγώνα της ΕΟΚΑ. Εάν επαναλήφθηκαν αυτές οι προτάσεις, μέχρι πότε διατηρήθηκαν τα σχέδια του ΑΚΕΛ για ένοπλη δράση και ποιοι τα γνώριζαν, είναι κάτι που ελπίζουμε να μάθουμε στο μέλλον.
«Επικίνδυνη η σύμπραξη εθνικοφρόνων με κομμουνιστές»
Αν οι προετοιμασίες της ηγεσίας του ΑΚΕΛ για ένοπλη δράση εναντίον των Βρετανών προκαλούν έκπληξη στον σημερινό μελετητή, εντούτοις φαίνεται ότι εκείνη την περίοδο είχαν περιέλθει στη γνώση της ελληνικής κυβέρνησης (χωρίς να αποκλείεται να γνώριζαν τις σχετικές πληροφορίες και οι βρετανικές Αρχές). Έτσι, τον Οκτώβριο του 1951, ο αντιπρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών Σοφοκλής Βενιζέλος, ζήτησε από τον πρόξενο της Ελλάδας στη Λευκωσία, Ανδρέα Παππά, να υποδείξει στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο τους κινδύνους από πιθανή σύμπραξη των «Κυπρίων εθνικοφρόνων» με τους κομμουνιστές, σε ένοπλη αντίσταση εναντίον των Βρετανών. Ο Βενιζέλος αν και αναγνώριζε «την δικαίαν αγανάκτησιν των Κυπρίων», κάλεσε τον Μακάριο να αποτρέψει βίαιες αντιβρετανικές ενέργειες, που θα είχαν «οδυνηρές συνέπειες». Ο Αρχιεπίσκοπος απάντησε ότι «δεν πίστευε στη δυνατότητα πραγματοποίησης ένοπλης εξέγερσης», διαβεβαιώνοντας ότι η Εθναρχία μπορούσε να συγκρατήσει τους εθνικόφρονες από τη συνεργασία με τους κομμουνιστές, στην «απίθανη περίπτωση αντιβρετανικού κινήματος βίας».
Όπως αναφέραμε, όμως, ήδη ο Μακάριος είχε προσεγγιστεί από τους αδελφούς Λοϊζίδη στην Αθήνα για οργάνωση ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα, ενώ τον Ιούλιο – Αύγουστο του 1951 ο Γ. Γρίβας πραγματοποίησε αναγνωριστικό ταξίδι στην Κύπρο όπου, μάλιστα, συναντήθηκε δυο φορές με τον Αρχιεπίσκοπο. Δηλαδή, η Εθναρχία και το ΑΚΕΛ, από εντελώς διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές κατευθύνσεις, είχαν προσανατολιστεί την ίδια ακριβώς περίοδο, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, και αφού μεσολάβησε το Ενωτικό Δημοψήφισμα, στην οργάνωση ένοπλου αγώνα. Κατά πόσο επηρέασαν τις αποφάσεις του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου οι πληροφορίες και το ενδεχόμενο οργάνωσης ένοπλης εξέγερσης από το ΑΚΕΛ είναι ένα ερώτημα που χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση. Αξίζει να προστεθεί ότι στα τέλη Νοεμβρίου 1951 ο Σοφοκλής Βενιζέλος έθεσε υπόψη της αμερικανικής κυβέρνησης τις πληροφορίες για απόπειρα εισαγωγής στην Κύπρο μεγάλου αριθμού όπλων (1.500 τυφεκίων) «από τους κομμουνιστές στην Ελλάδα», για την οποία είχε ήδη ενημερώσει την Ουάσινγκτον και ο Έλληνας πρέσβης στις ΗΠΑ Αθανάσιος Πολίτης. Προφανώς η ελληνική κυβέρνηση ανέμενε ότι με αυτόν τον τρόπο θα αποδείκνυε το μέγεθος του «κομμουνιστικού κινδύνου», για όσο διάστημα δεν ήταν δυνατή η επίτευξη της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Ήταν, όμως, κατά τραγελαφικό τρόπο ο διαβόητος «κομμουνιστικός κίνδυνος» και η εκλογική ισχύς του ΑΚΕΛ, ακριβώς το ίδιο επιχείρημα που θα χρησιμοποιούσαν τα επόμενα χρόνια προς τους Αμερικανούς οι Βρετανοί και οι Τούρκοι της Κύπρου εναντίον της ένωσης... Γράφει: Πέτρος Παπαπολυβίου, Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου
Όπως αναφέραμε, όμως, ήδη ο Μακάριος είχε προσεγγιστεί από τους αδελφούς Λοϊζίδη στην Αθήνα για οργάνωση ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα, ενώ τον Ιούλιο – Αύγουστο του 1951 ο Γ. Γρίβας πραγματοποίησε αναγνωριστικό ταξίδι στην Κύπρο όπου, μάλιστα, συναντήθηκε δυο φορές με τον Αρχιεπίσκοπο. Δηλαδή, η Εθναρχία και το ΑΚΕΛ, από εντελώς διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές κατευθύνσεις, είχαν προσανατολιστεί την ίδια ακριβώς περίοδο, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, και αφού μεσολάβησε το Ενωτικό Δημοψήφισμα, στην οργάνωση ένοπλου αγώνα. Κατά πόσο επηρέασαν τις αποφάσεις του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου οι πληροφορίες και το ενδεχόμενο οργάνωσης ένοπλης εξέγερσης από το ΑΚΕΛ είναι ένα ερώτημα που χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση. Αξίζει να προστεθεί ότι στα τέλη Νοεμβρίου 1951 ο Σοφοκλής Βενιζέλος έθεσε υπόψη της αμερικανικής κυβέρνησης τις πληροφορίες για απόπειρα εισαγωγής στην Κύπρο μεγάλου αριθμού όπλων (1.500 τυφεκίων) «από τους κομμουνιστές στην Ελλάδα», για την οποία είχε ήδη ενημερώσει την Ουάσινγκτον και ο Έλληνας πρέσβης στις ΗΠΑ Αθανάσιος Πολίτης. Προφανώς η ελληνική κυβέρνηση ανέμενε ότι με αυτόν τον τρόπο θα αποδείκνυε το μέγεθος του «κομμουνιστικού κινδύνου», για όσο διάστημα δεν ήταν δυνατή η επίτευξη της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Ήταν, όμως, κατά τραγελαφικό τρόπο ο διαβόητος «κομμουνιστικός κίνδυνος» και η εκλογική ισχύς του ΑΚΕΛ, ακριβώς το ίδιο επιχείρημα που θα χρησιμοποιούσαν τα επόμενα χρόνια προς τους Αμερικανούς οι Βρετανοί και οι Τούρκοι της Κύπρου εναντίον της ένωσης... Γράφει: Πέτρος Παπαπολυβίου, Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου