Σάββατο 1 Ιουλίου 2017

Η άνοδος και η πτώση του ISIS, αλλά όχι το τέλος του

Τρία χρόνια μετά την κατάληψη της Μοσούλης, απωθούμενο από πολλά από τα οχυρά του στην Συρία και πολιορκούμενο από όλες τις πλευρές στην ιρακινή Μοσούλη, το «Ισλαμικό Κράτος» χάνει την εδαφική του βάση στην ίδια περιοχή που κάποτε επωάστηκε...
Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη του γραφείου αναλύσεων IHS Markit το Ισλαμικό Κράτος έχει χάσει το 60% των εδαφών που είχε καταλάβει και το 80% των εσόδων του. Ανάλογες εκτιμήσεις είχε κάνει τον Μάιο, η αμερικανική υπηρεσία πληροφοριών άμυνας (DIA) εκτίμησε ότι...

το ISIS έχασε το 65% των κατεχόμενων εδαφών στο Ιράκ και το 45% στην Συρία από το 2014. Με την παρουσία της οργάνωσης στην περιοχή να μειώνεται σημαντικά, αναδύονται ερωτήματα σχετικά με το ποιος θα καλύψει το κενό που προκύπτει από την υποχώρησή της.

Η εμφάνιση και ταχεία επέκταση του ISIS έχει αμετάκλητα αλλάξει την πολιτική δυναμική και τις ισορροπίες που διέπουν την περιοχή, αλλά για να αναλυθεί το παρόν και να εκτιμηθεί το μέλλον πρέπει πρώτα να κατανοηθούν οι συνθήκες που συνέβαλαν στην άνοδο της οργάνωσης. 
Πώς εδραίωσε την δύναμή του το ISIS;
Από την αμερικανική κατοχή του Ιράκ το 2003, η Μέση Ανατολή γνώρισε μια περίοδο σύγκρουσης, ανόδου του σεχταρισμού και χαοτική αλλαγή καθεστώτων. Στη σκιά αυτού του καταρρέοντος τοπίου το ISIS άρχισε για πρώτη φορά να αναπτύσσεται, «τρεφόμενο» από την αυξανόμενη αδυναμία των αραβικών κρατών, λόγω εξεγέρσεων ή πολέμων.
Οι συγγραφείς JM Berger και Jessica Stern στο «ISIS: Το Κράτος του Τρόμου» και ο Fawaz A Gerges στο «ISIS: Η ιστορία», αναζητούν τα ίχνη της προέλευσης της οργάνωσης από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν ένας Ιορδανός, γνωστός ως Αμπου Μουσάντ αλ Ζαρκάουι, ένας κακοποιός του δρόμου και πρώην κρατούμενος στην Ιορδανία, έφυγε για το Αφγανιστάν προκειμένου να πολεμήσει ως «μουτζαχεντίν» εναντίον των Σοβιετικών.
Αλλά έφτασε πολύ αργά. Ο πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του. Ωστόσο, ο Ζαρκάουι δεν αποθαρρύνθηκε. Επέστρεψε στο Αφγανιστάν από την Ιορδανία το 2000 για να στήσει ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης μαχητών, με την χλιαρή οικονομική υποστήριξη της «Αλ Κάιντα». Εκεί ανέπτυξε ένα δίκτυο στρατολόγησης μαχητών με ένα κοινωνικό υπόβαθρο ανάλογο με το δικό του: Παιδιά γεννημένα στην φτώχεια, συχνά ριζοσπαστικοποιημένα στην φυλακή, με χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο και επιφανειακή γνώση του Κορανίου. Οι πόροι του Ζαρκάουι ήταν μικροί όταν έφτασε στο κατεχόμενο, από τις ΗΠΑ, Ιράκ, για να οργανώσει ένα παράρτημα της «Αλ Κάιντα». Ωστόσο, οι αυξανόμενες θρησκευτικές εντάσεις του επέτρεψαν να κερδίσει οπαδούς, πόρους και μέσα για την τζιχαντιστική οργάνωσή του.
Το Ιράκ είναι το πρώτο παράδειγμα για το πώς η δυτική επέμβαση και η αποτυχία των κρατικών υπηρεσιών άνοιξαν τον δρόμο προς ένα περιβάλλον ακατέργαστης, διχαστικής οργής, από την οποία επωφελήθηκαν οι ακραίοι τύπου Ζαρκάουι. Μετά την απομάκρυνση του Σαντάμ Χουσεϊν από την εξουσία, ο μεταβατικός συνασπισμός υπό τις ΗΠΑ, ξεκίνησε μια γενικευμένη αναθεώρηση της εθνικής κυβέρνησης, αποψιλώνοντας το κράτος από τα μέλη του χουσεϊνικού κόμματος Μπάαθ. Ο στρατός του Ιράκ διαλύθηκε επίσης, δημιουργώντας έναν σημαντικό όγκο εξοργισμένων Σουνιτών, με σημαντική στρατιωτική γνώση, μεταξύ του πληθυσμού.
Στο βιβλίο τους, οι Stern και Berger υπολογίζουν ότι πάνω από 100.000 μπααθικοί απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους. Κάποιοι από αυτούς θα στρατολογούνταν από την οργάνωση του Ζαρκάουι και αργότερα θα επάνδρωναν την ανώτερη ιεραρχία του ISIS, προσφέροντας την πολύτιμη στρατιωτική εμπειρία και γνώση τους, τις οποίες, κάποιοι από τους μπααθικούς, είχαν αποκτήσει ακόμη από τον πόλεμο μεταξύ του Ιράκ και του Ιράν.
Ο τότε σιίτης πρωθυπουργός, Νούρι αλ Μαλίκι, που τότε είχε την υποστήριξη των ΗΠΑ, υποτίθεται ότι θα προωθούσε τις ιδέες της «ένταξης» και του μη αποκλεισμού, ωστόσο στην πραγματικότητα εφάρμοσε μια εκδικητική πολιτική κατά των σουνιτών, που για δεκαετίες είχαν το πάνω χέρι. Ο Ζαρκάουι έπαιξε πάνω στα αισθήματα δυσαρέσκειας στις σουνιτικές κοινότητες της χώρας. Με την ίδρυση, το 2004, της Αλ Κάιντα στο Ιράκ, ο Ζαρκάουι είχε την ευλογία του Όσαμα μπιν Λάντεν να προχωρήσει προς έναν ολοκληρωτικό πόλεμο εναντίον των σιιτών μουσουλμάνων.
«Ο ίδιος ο Ζαρκάουι ήταν βαθιά σεχταριστής, αλλά επίσης είδε ότι η προβοκατόρικη αντιπαράθεση Σουνιτών -Σιιτών θα λειτουργούσε υπέρ του», λέει ο Richard Atwood, διευθυντής του παραρτήματος της Νέας Υόρκης, του International Crisis Group, το οποίο επικεντρώνεται στην Αλ Κάιντα και στο ISIS. «Αυτός προκάλεσε επιθέσεις εναντίον σιιτικών θρησκευτικών συμβόλων, προκαλώντας ένα θρησκευτικό εμφύλιο πόλεμο».
Η «Αλ Κάιντα» στο Ιράκ συγχωνεύθηκε με άλλες ομάδες το 2006 και υιοθέτησε το όνομα του «Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ» διατηρώντας, παράλληλα, λεπτούς δεσμούς με την ηγεσία της «Αλ Κάιντα». Σύμφωνα με το Κέντρο Wilson, στις 15 Οκτωβρίου 2006, ο Abu Ayyub al-Masri, ο οποίος ανέλαβε την οργάνωση μετά το θάνατο του Ζαρκάουι, ήταν και αυτός που αποφάσισε και τελικά ανακοίνωσε επίσημα την ίδρυση του «Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ» (ISI), με επικεφαλής τον Αμπού Ομάρ αλ Μπαγκντάντι.
Μέχρι το 2010, οι αιματηρές εντάσεις μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών μουσουλμάνων είχαν ενταθεί, ενώ ο ολοένα και πιο αυταρχικός Μαλίκι ήταν ανίκανος να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Για την ακρίβεια συνέβαλε στην κλιμάκωσή της. Το κράτος δεν μπορεί πλέον να παρέχει βασικές υπηρεσίες, όπως το ηλεκτρικό ρεύμα. Ισχυρές σουνιτικές φυλές, στις οποίες κάποτε δόθηκαν υποσχέσεις για κυβερνητικές θέσεις με αντάλλαγμα την συνεργασία με τις αμερικανικές κατοχικές δυνάμεις, απομακρύνθηκαν, αποκλείστηκαν και απομονώθηκαν. Το 2011 ξέσπασαν αντι-κυβερνητικές διαμαρτυρίες σε ολόκληρη τη χώρα. Οι δυνάμεις ασφαλείας κατέρρευσαν και η βίαιη απάντηση του κράτους προκάλεσε την ισχυροποίηση μιας ευρείας σειράς αναδυόμενων αντιπολιτευτικών ομάδων.
Καθώς το ISIS «σφηνώθηκε» στα βαθύτερα χάσματα μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών, η οργάνωση εστίασε επίσης τις ενέργειές της στην πρόκληση διαφωνιών και συγκρούσεων μεταξύ των σεχτών. Προβάλλοντας την «κατανόηση» του εντοπισμού των μακρόχρονων εντάσεων, διείσδυσε στις σουνιτικές φυλετικές κοινότητες και έστρεψε τις υπο - φυλές ή γενιές εναντίον των άλλων, μέσω της επιλεκτικής υποστήριξης και χρηματοδότησης των ομάδων, εξηγεί ο Atwood. «Η άνοδος του ISIS ήταν ριζωμένη στην επιδείνωση των σχέσεων Σουνιτών - Σιιτών και της κυριαρχίας του Μαλίκι. Το ISIS ξανάστησε σταδιακά τα υπόγεια δίκτυα. Οι τάξεις του, συμπεριλαμβανομένης της ηγεσίας, ενισχύθηκαν και από τις φυλακές».
Πώς απέκτησε δύναμη το ISIS στην Συρία;
Εκεί που κάποιοι αισιόδοξοι είδαν μια πιθανότητα αλλαγών κατά τη διάρκεια των αραβικών εξεγέρσεων του 2011, της αποκαλούμενης εκείνη την περίοδο «αραβικής άνοιξης», το ISIS είδε μια στιγμή βίαιης αναταραχής την οποία θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί για την εδραίωση της εξουσίας του.
Στα τέλη του 2011, ένας αξιόπιστος αξιωματούχος των τζιχαντιστών, ο Αμπού Μοχάμεντ αλ-Γουλάνι, εστάλη στη Συρία για να δημιουργήσει ένα παράρτημα. Ο Γουλάνι ίδρυσε την Jabhat al-Nusra, η οποία θα αποκτούσε φήμη στον εμφύλιο πόλεμο για την στρατιωτική της ικανότητα και την εκτεταμένη χρήση βομβιστών αυτοκτονίας. Για χρόνια, η al-Nusra έκρυψε τη σύνδεσή της με το ISIS και την «μαμά» Αλ Κάιντα. Λάμβανε υποστήριξη με αντάλλαγμα την υποχρέωση να μοιράζεται τα υλικοτεχνικά και οικονομικά της πλεονεκτήματα με τον Μπαγκντάντι, που εκείνη την περίοδο κυριαρχούσε στο Ιράκ.
Ωστόσο, το 2013, ο Μπαγκντάντι ανακοίνωσε τη σύνδεση του ISIS με την Αλ-Νούσρα θέλοντας να σπάσει τους δεσμούς με την κεντρική οργάνωση Αλ Κάιντα και απαίτησε να προσαρτήσει την ομάδα του Γουλάνι. Εκείνος αρνήθηκε, ακολούθησε ένας αιματηρός πόλεμος με χιλιάδες νεκρούς μαχητές και αποδείχθηκε ότι το ISIS ήταν ανελέητο ακόμα και σε όσους βρίσκονται ανάμεσα στις τάξεις του. Σύντομα, το ISIS άρχισε να χτίζει το δικό του ανεξάρτητο κύτταρο στην Συρία και αποδείχθηκε ικανότατο στην διείσδυση σε εδάφη που προηγουμένως ελέγχονταν από δυνάμεις που μάχονταν το καθεστώς του Σύρου προέδρου Μπασάρ Αλ Άσαντ.
«Μετά τη διάσπασή του από την Αλ Κάιντα, το ISIS κινήθηκε πιο επιθετικά προς την ανατολή, απέσπασε πολλούς μαχητές από την Αλ Νούσrα και έπειτα κινήθηκε επιθετικά εναντίον των αντικαθεστωτικών αντί να επιτεθεί στο καθεστώς», λέει ο Atwood, προσθέτοντας ότι το ISIS βρήκε σταθερή αντίσταση από τους αντάρτες στα βορειοδυτικά. Στο μεταξύ, η επιλογή του καθεστώτος  Ασαντ να αναζητήσει υποστήριξη τόσο από το σιίτικο Ιράν όσο και από τη σιίτικη Χεζμπολάχ του Λιβάνου, ευνόησε την αφήγηση του ISIS «για την υπεράσπιση των σουνιτικών συμφερόντων ενάντια στην κυριαρχία των Σιιτών». Η μελέτη του Ινσττούτου Brookings εξηγεί ότι «ο ορατός ρόλος του Ιράν και της Χεζμπολάχ, καθώς και άλλων μικρότερων παρατάξεων σιιτικής πολιτοφυλακής στη στήριξη του καθεστώτος Ασαντ, προσδιόριζε τη σύγκρουση στη Συρία με σεχταριστικούς όρους», γεγονός που θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί πολύ εύκολα το ISIS, όπως και το έκανε.
Μέχρι το 2014, το ISIS είχε καταλάβει την Μοσούλη από έναν ηττημένο ιρακινό στρατό, καθώς και την Ράκκα και την πλούσια σε πετρέλαιο Deir Az Zor στην Συρία. Η οργάνωση ξεκίνησε να ξηλώνει συστηματικά τα σύνορα Συρίας -Ιράκ, υλοποιώντας τις προσδοκίες της για την δημιουργία ενός μεγάλου «χαλιφάτου» στα εδάφη των δύο χωρών. 
Μετά την ίδρυση του χαλιφάτου, πώς διατήρησε το ISIS τον έλεγχο;
Μετά την εδραίωση των εδαφικών κατακτήσεων, το ISIS άρχισε να δημιουργεί την γραφειοκρατική δομή του κράτους με τη βοήθεια ξένων ισλαμιστών τεχνοκρατών που ταξίδευαν για να ενταχθούν στην οργάνωση. Σύμφωνα με μια μελέτη του Κέντρου Carnegie για την Μέση Ανατολή, προσελκύοντας ξένους, όχι μόνο ως μαχητές, αλλά και ως «πολίτες» του «χαλιφάτου», το ISIS πετύχαινε δύο στόχους: Να αυξήσει τον πληθυσμό του και να δημιουργήσει τετελεσμένα.
Αυτές οι νέες αφίξεις θα διαχειρίζονταν σειρά τομέων που περιελάμβαναν την εκπαίδευση, την υγεία και την αστυνόμευση. Η συνεισφορά τους συνέβαλε στην υπεράσπιση του πρωταρχικού μηνύματος της προπαγάνδας του ISIS: «Έλα να γίνεις μέρος του μελλοντικού χαλιφάτου». Το ISIS, δεν έψαχνε μόνο για μαχητές στα κοινωνικά δίκτυα αλλά και για γιατρούς, μηχανικούς και κάθε άλλον που θα μπορούσε να παρασυρθεί και να πιστέψει ότι θα μπορούσε να έχει έναν ρόλο το «όραμα» της οργάνωσης.
Η κτηνώδης βία που ασκούσε το ISIS στους ντόπιους πληθυσμούς που έλεγχε ήταν καλά μελετημένη, καθώς η οργάνωση στόχευε στην άντληση κερδών και πόρων από την φορολογική βάση των «βιλαετιών» ή των επαρχιών. Σύμφωνα με την μελέτη, το ISIS είχε έξι βασικές κατηγορίες εσόδων: Φόρους και τέλη, φυσικούς πόρους, απαγωγές, αρχαιότητες, δωρεές από το εξωτερικό, λεηλασίες, κατασχέσεις και πρόστιμα. Από το 2014 τα έσοδα του ISIS μειώθηκαν σημαντικά, από πάνω από 1,9 δισ. δολάρια το 2014 σε όχι περισσότερα από 870 εκ. δολάρια το 2016.
Τι μπορούμε να περιμένουμε μελλοντικά για την περιοχή;
Σήμερα, τα εδάφη του ISIS συρρικνώνονται καθώς οι μαχητές του αντιμετωπίζουν αυξανόμενη πίεση, τόσο από τον συνασπισμό υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, όσο και από τους συμμάχους του Άσαντ. Για πολλούς παρατηρητές, η επίθεση του συνασπισμού στην Μοσούλη εκλαμβάνεται ως ο «θάνατος» του ISIS. Ωστόσο, η οργάνωση θα αποτελεί πάντα ένα μεγάλο πρόβλημα για τις κυβερνήσεις ακόμη και στην υποχώρησή του.
«Υπάρχει μια πολιτική κρίση στο Ιράκ που κανείς δεν επιλύει», λέει ο Yezid Sayigh,  συνεργάτης του Κέντρου Μέσης Ανατολής του Carnegie. «Το πραγματικό ερώτημα είναι τι, αν μη τι άλλο, κάνει η ιρακινή κυβέρνηση για να διαμορφώσει ένα νέο πολιτικό περιβάλλον, διότι αυτό θα διαμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο οι τοπικές ομάδες ανταποκρίνονται στην εξαφάνιση του ISIS».
Στα χρόνια της ύπαρξης και της ακμής του, το ISIS προκάλεσε, αλλά και εμβάθυνε, τον σεχταριστικό θρησκευτικό φανατισμό και την δυσπιστία έναντι των κρατών της περιοχής. Καθώς τώρα χάνει έδαφος, αυτά τα συναισθήματα θα δημιουργήσουν μόνο περισσότερο πρόβλημα για τις κυβερνήσεις. Επιπλέον, οι ξένες δυνάμεις που ενεπλάκησαν στους πολέμους της περιοχής (ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία αλλά και αραβικά κράτη) έχουν δημιουργήσει ένα ξεχωριστό σύνολο προβλημάτων, και τα συμφέροντά τους θα επηρρεάσουν σε μεγάλο βαθμό το μέλλον του Ιράκ και της Συρίας.
Ταυτόχρονο ο πόλεμος στις δύο χώρες ενάντια στο ISIS δημιούργησε ένα ξεχωριστό σύνολο ομάδων που έχουν διαφορετικά συμφέροντα και επωφελούνται από διαφορετικούς ξένους συμμάχους. Μετά το ISIS, πώς θα καταφέρει το αποδυναμωμένο κράτος του Ιράκ να δημιουργήσει ένα αρμονικό πολιτικό μέλλον με αυτές τις συνθήκες του κατακερματισμού; Διάφορες παραστρατιωτικές ομάδες και οργανώσεις μπορεί να θεωρήσουν αυτή τη στιγμή ως μια ευκαιρία να διεκδικήσουν την εξουσία και ενδεχομένως να καταφύγουν σε μια νέα σύγκρουση, αυτή τη φορά μεταξύ τους για να αναλάβουν τον έλεγχο πόρων ή να αποκτήσουν πολιτικό έλεγχο. Οι διαφωνίες δεν περιορίζονται σε ένα απλό διαχωρισμό Σιιτών - Σουνιτών, αλλά ενδημούν επίσης σε διαφορετικές πολιτοφυλακές ή πολιτικές ομάδες της ίδιας αίρεσης.
«Όλοι τείνουν να εστιάζουν στο ISIS την πλήρη αμέλεια της βαθύτερης, ευρύτερης κρίσης του ιρακινού πολιτικού συστήματος» λέει ο Sayigh. «Υπάρχει έντονος ανταγωνισμός και άρνηση συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων πολιτικών ομάδων σιιτών και των στρατιωτικών τους πτερύγων». Ο Atwood εξέφρασε παρόμοια άποψη: «Ένας από τους κινδύνους που υπάρχουν τώρα στην Μοσούλη, είναι ότι οι ομάδες που μάχονται εναντίον του ISIS, μερικές από τις οποίες υποστηρίζονται από το Ιράν, ορισμένες από την Τουρκία και ορισμένες από τις ΗΠΑ και όλες έχουν συμφέροντα, θα συγκρουστούν αργότερα». Το «κουβάρι» των διαφορετικών συμμαχιών μεταξύ των ξένων δυνάμεων χειροτέρεψε μόνο την κατάσταση.
Στην Συρία, ο στόχος της απελευθέρωσης της Ράκα από το ISIS δημιούργησε διπλωματικό πρόβλημα για τις ΗΠΑ, οι οποίες είναι έτοιμες να ρίξουν οικονομικούς και στρατηγικούς πόρους για να υποστηρίξουν τις Μονάδες Προστασίας του Κουρδικού Λαού (YPG), την συριακή κουρδική ομάδα που μάχεται εναντίον του ISIS γεγονός που εξόργισε την τουρκική κυβέρνηση, η οποία ωστόσο παραμένει σύμμαχος των ΗΠΑ στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Στο Ιράκ,η  επίθεση στην Μοσούλη, προκάλεσε εντάσεις μεταξύ της Βαγδάτης και της περιφερειακής κυβέρνησης του Κουρδιστάν, καθώς οι ‘Αραβες Ιρακινοί φοβήθηκαν ότι η Μοσούλη θα έδινε στους Κούρδους της χώρας την ευκαιρία να καταλάβουν την περιοχή.
Εν μέσω αυτής της αναταραχής και του χάους, η μελλοντική στρατηγική του ISIS είναι ασαφής. Έχοντας χάσει έδαφος στην Μέση Ανατολή, θα μπορούσε να στρέψει την προσοχή του στην Δύση και να εστιάσει τις επιθετικές του ενέργειες εκεί; «Είναι πιθανό ότι οι επιθέσεις στη Δύση που σε ορισμένες περιπτώσεις προωθούνται ή υποστηρίζονται από το ISIS θα συνεχιστούν, παρά τις απώλειές του στο Ιράκ και τη Συρία» εκτιμά ο Atwood.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου