Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΛΟΓΙΩΝ ΣΤΗ ΔΥΣΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ, ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ

Μετά την Άλωση,όπως ήταν αναμενόμενο, αυξήθηκε τομεταναστευτικό κύμα βυζαντινών λογίων που ζητούσαν καταφύγιο στηνΔύση,αναζητώντας ελευθερία, ασφάλεια, πνευματική και επαγγελματική αναγνώριση. 
 
Ο πρώτος τους σταθμός ήταν η Ιταλία,ως χώρος πιο κοντινός και οικείος, κατάλληλος για τα πνευματικά τους ενδιαφέροντα, εφ'όσον το κλίμα ήταν κατάλληλο για την καλλιέργεια των γραμμάτων και ήδη, όπως είδαμε, κάποιοι λόγιοι φυγάδες είχαν ήδη προηγηθεί και κατά κάποιον τρόπον είχαν ανοίξει τον δρόμο για όσους λογίους του Βυζαντίου μετά το 1453 κατέφευγαν στην Δύση. Κέντρα που συγκέντρωναν την προτίμησή τους ήσαν η Φλωρεντία και η Ρώμη, πνευματικά κέντρα των  γραμμάτων και των επιστημών, πόλεις πρωτοπόρες στο κίνημα της Αναγέννησης. Η Φλωρεντία,υπό την οικογένεια των Μεδίκων...
 
Είχε καταστεί σπουδαίο παιδευτικό και πολιτιστικό κέντρο.Ο Κόζιμο Μέδικος (1434-1464), ένθερμος προστάτης των ανθρωπιστικών ιδεωδών και των καλλιτεχνών,είχε εντυπωσιασθεί από την παρουσία του Πλήθωνος στην πόλη και θέλησε να ιδρύσει την Πλατωνική Ακαδημία,για την διάδοση της πλατωνικής σκέψης. Ως διδάσκαλος της αρχαίας ελληνικής γλώσσας μετεκλήθη ο Ιωάννης Αργυρόπουλος, ο οποίος για δεκατέσσερα χρόνια (1456-1470) δίδαξε στους μαθητές του στην Ακαδημία και το πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας την αρχαία ελληνική γραμματεία, γλώσσα και φιλοσοφία. Για κάποιο διάστημα ο Αργυρόπουλος δίδαξε στην Ρώμη προσκεκλημένος από τον Βησσαρίωνα και τον Πάπα Σίξτο Δ'. Το 1477 επέστρεψε στην Φλωρεντία,για να πεθάνει εν τέλει το 1487 στην Ρώμη. Ο Αργυρόπουλος έγινε γνωστός ως δάσκαλος,για τις πανεπιστημιακές του παραδόσεις, τις μεταφράσεις αρχαίων συγγραφέων, ιδίως του Αριστοτέλους, και για τα συγγράμματά του που αποτελούσαν ένα είδος πανεπιστημιακών σημειώσεων και διδακτικών εγχειριδίων. 

Μία άλλη σημαντική λογία μορφή είναι αυτή του Δημητρίου Χαλκοκονδύλη (1423-1511),ο οποίος κατήγετο από την Αθήνα,συγγενής του ιστορικού Λαονίκου Χαλκοκονδύλη,νεοπλατωνικού μαθητή του Πλήθωνος. Ο Δημήτριος Χαλκοκονδύλης μετά την Άλωση πήγε στην Ιταλία,όπου ως καθηγητής δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας (για εννέα έτη), κατόπιν στην Φλωρεντία (για δεκαέξι έτη), και αργότερα βρέθηκε στο Μιλάνο, προστατευόμενος του Λουδοβίκου Sforza, όπου και δίδαξε για μίαν εικοσαετία περίπου.Την περίοδο εκείνη, η πόλη του Μιλάνου υπό την ηγεμονία των Sforza είχε καταστεί ισχυρό κέντρο οικονομικό και πνευματικό. Μεγάλες μορφές της Αναγέννησης,καλλιτέχνες,ζωγράφοι,επιστήμονες είχαν συρρεύσει στο Μιλάνο,ανάμεσά τους και ο περίφημος Leonardo da Vinci. Αξίζει να σημειωθεί πως του Χαλκοκονδύλη είχαν προηγηθεί στο Μιλάνο ως πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, με σύντομη χρονική παρουσία, και οι Μανουήλ Χρυσολωράς, Ανδρόνικος Κάλλιστος και Κωνσταντίνος Λάσκαρις.

Κωνσταντίνος Λάσκαρις
Ο Δημήτριος Χαλκοκονδύνης διακρίθηκε όχι μόνον ως δάσκαλος αλλά και ως εκδότης αρχαίων συγγραφέων. Ανάμεσα στις εκδόσεις του περιλαμβάνονται τα έργα του Ομήρου,του Ισοκράτους και το περίφημο λεξικό του Σουίδα. Όχι μόνον στην κεντρική και βόρειο Ιταλία, αλλά σε ολόκληρη την Ιταλία υπήρξαν λόγιοι πρόσφυγες που συνετέλεσαν στην ανάπτυξη των ελληνικών γραμμάτων. Για παράδειγμα,ο Κωνσταντίνος Λάσκαρις κινούμενος μεταξύ Νάπολης, Ρώμης και Μεσσήνης διδάσκει ελληνικά και συνεργάζεται με τον Βησσαρίωνα για την πνευματική ανύψωση των ελληνόρρυθμων μοναχών της Κάτω Ιταλίας. Για πολλά χρόνια ο Κων/νος Λάσκαρις δίδαξε στην Μεσσήνη και στο μοναστήρι του San Salvatore έχοντας πολλούς μαθητές (1468-1501).

Ένα άλλο κέντρο που προσήλκυε τους Έλληνες λογίους της Δύσης ήταν η πόλη της Βενετίας. Από τους προηγουμένους αιώνες οι σχέσεις της Βενετίας, εμπορικές, οικονομικές, πολιτιστικές, διπλωματικές, και ενίοτε πολεμικές, με τον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και της βυζαντινής επικράτειας υπήρξαν στενές, ήδη από τον 6ο αι.,αλλά είχαν ενταθεί τους 12ο-13ο αι. με την μεγάλη εξάπλωση της Βενετίας προς την Ανατολή. Ο χώρος λοιπόν της Βενετίας υπήρξε οικείος και γνώριμος θα λέγαμε για τους Έλληνες, οι οποίοι διωκόμενοι από την προέλαση των Οθωμανών κατέφευγαν στις βενετικές κτήσεις (Κρήτη, Επτάνησα) και κατέληγαν στην Βενετία. Έτσι,την εποχή της Αλώσεως και μετέπειτα είχε σχηματισθεί μία ισχυρή ελληνική παροικία εμπόρων, στρατιωτικών, ναυτικών, καλλιτεχνών και λογίων με σημαντική παρουσία στην ζωή της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας,που αριθμούσε περί τους 5.000 σε πληθυσμό 110.000 κατοίκων της Βενετίας. Το ανοιχτό,ελεύθερο, εμπορικό πνεύμα της Βενετίας, το πνευματικό και ουμανιστικό πνεύμα, τα οικονομικά κίνητρα και η ενεργός ανάμειξη της Βενετίας και των κτήσεών της σε πολεμικές επιχειρήσεις κατά των Οθωμανών αποτελούσαν ικανούς λόγους για να προσελκύσουν πλήθος Ελλήνων.

 Μεταξύ των λογίων φυγάδων μετά την Άλωση που έζησαν στην Βενετία είναι οι Μιχαήλ και Αρσένιος Αποστόλης, Δημήτριος Χαλκοκονδύλης, Δημήτριος Δούκας, Μάρκος Μουσούρος, οι οποίοι την τελευταία δεκαετία του 14ου αι. και στις αρχές του 15ου αι.σχημάτισαν  γύρω από τον Βενετό εκδότη και τυπογράφο Άλδο Μανούτιο έναν κύκλο συνεργατών που ασχολήθηκε με την συλλογή αρχαίων χειρο-γράφων,την διόρθωση,και την κυκλοφορία υπό την μορφή τυπωμένων βιβλίων πολλών έργων της κλασσικής γραμματείας:Όμηρος,Ησίοδος,Πλάτων,Πλούταρχος, τραγικοί ποιητές και ρήτορες της αρχαιότητας. Ομιλούμε φυσικά για τις περίφημες φιλολογικές εκδόσεις του Άλδου Μανούτιου,τις γνωστές και ως ''Αλδίναι'' στην ιστορία του τυπωμένου βιβλίου.

Μάρκος Μουσούρος
Από τον κύκλο των συνεργατών του Άλδου Μανούτιου ξεχωρίζει ο Μάρκος Μουσούρος (1470-1517),από την Κρήτη, ο οποίος, εκτός από άριστος φιλόλογος ελληνιστής και εκδότης - διορθωτής κειμένων των αρχαίων συγγραφέων, διακρίθηκε και ως δάσκαλος στα Πανεπιστήμια της Πάδοβας και της Βενετίας (1512), με πολλούς και διακεκριμένους μαθητές,όπως ο Έρασμος,και ως οργανωτής της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας,που τότε (1515) ιδρυόταν με την δωρεά της συλλογής χειρογράφων του 'Ελληνος καρδιναλίου Βησσαρίωνος. Το ενδιαφέρον των ανθρωπιστών της Αναγέννησης για την γνώση της αρχαιότητας συνδέεται άμεσα με την συλλογή αρχαίων χειρογράφων,την μετάφραση των Ελλήνων συγγραφέων στην λατινική και ιταλική γλώσσα και σε άλλες βασικές ευρωπαϊκές γλώσσες. Αυτοκράτορες, ηγεμόνες, ευγενείς, διπλωμάτες, Πάπες, καρδινάλιοι, ανθρωπιστές επιδόθηκαν σε μία συνεχή αναζήτηση χειρογράφων και καλλιτεχνικών κωδίκων με έργα αρχαίων Ελλήνων και βυζαντινών συγγραφέων, Πατέρων της Εκκλησίας, και συχνά οργανώνονταν ταξίδια στην Ανατολή,στις μεγάλες πόλεις και τα μοναστήρια της Ανατολής. Πολλές φορές τα σπάνια αυτά χειρόγραφα πωλούνταν σε υψηλές τιμές,για να καταλήξουν στις βιβλιοθήκες αυτοκρατόρων, ηγεμόνων, Παπών.

Στην συλλογή και διάσωση των ελληνικών χειρογράφων σημαντικό ρόλο είχαν οι λόγιοι πρόσφυγες από τις βυζαντινές περιοχές, οι οποίοι καταφεύγοντας στην Δύση για να σωθούν, μετέφεραν μαζί τους πολλά από τα χειρόγραφα αυτά διασώζοντας ένα πολύτιμο θησαυρό της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, αυτόν της αρχαίας κλασσικής και ελληνοβυζαντινής γραμματείας. Έλληνες λόγιοι σε συνεργασία με τους ουμανιστικούς κύκλους της Δύσης συμμετείχαν ενεργά και πρωταγωνιστικά στην προσπάθεια εύρεσης χειρογράφων. Ο Ιανός Λάσκαρις, στην μεγάλη προσωπικότητα του οποίου θα αναφερθούμε στην συνέχεια,εργαζόμενος ως βιβλιοθηκάριος
του Λαυρεντίου των Μεδίκων της Φλωρεντίας, και κατ'ενολήν του τελευταίου ταξίδευσε στην Κων/πολη,την Κρήτη,στο Άγιον Όρος, και σε μεγάλα αστικά κέντρα του ελλαδικού χώρου για να συλλέξει χειρόγραφα(1489-1492). Γνωστός επίσης αναζητητής χειρογράφων υπήρξε ο Αντώνιος Έπαρχος, από την Κέρκυρα, που εγκαταστάθηκε στην Βενετία (1537), ίδρυσε ελληνικό σχολείο και επεδόθη επικερδώς στο εμπόριο χειρογράφων.

Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν οι μεγάλες συλλογές ελληνικών χει-ρογράφων στις βιβλιοθήκες του Βατικανού,της Φλωρεντίας,του Παρισιού,της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας κ.ά. Πολλοί Έλληνες λόγιοι φυγάδες δεν περιορί-σθηκαν μόνον στην συλλογή και διάσωση των χειρογράφων,αλλά εργάσθηκαν και ως αντιγραφείς, καλλιγράφοι, κωδικογράφοι, βιβλιοθηκάριοι(π.χ. ο Ιανός Λάσκαρις στην βιβλιοθήκη των Μεδίκων και μετά των Γάλλων βασιλέων, ο Μάρκος Μουσούρος στην Μαρκιανή Βιβλιοθήκη, ο Λέων Αλλάτιος στην βιβλιοθήκη του Βατικανού), είτε ως
Ιανός λάσκαρις
διορθωτές και φιλολογικοί σχολιαστές χειρογράφων που επρόκειτο να τυπωθούν, όπως λ.χ. στην εκδοτική ομάδα του Άλδου Μανούτιου. Οι Έλληνες λόγιοι αντιγραφείς χειρογράφων ήσαν περιζήτητοι στην Δύση για την αρχαιογνωσία τους,την φιλολογική τους κατάρτιση και την καλλιτεχνική δεξιοτεχνία και καλλιγραφία,συνεχίζοντας έτσι στην Δύση την παράδοση των φημισμένων βυζαντινών σκριπτορίων (scriptoria). 

Μπορούμε να αναφέρουμε κάποιους από τους γνωστότερους αντιγραφείς χειρογράφων και καλλιγράφων,όπως ο Κύπριος ευγενής Ιωάννης Αγιομαύρας, που εργάσθηκε στην Ιταλία,ο Γεώργιος Ερμώνυμος από την Σπάρτη, μαθητής του Πλήθωνος, που εργάσθηκε στο Παρίσι ως γραφέας και δάσκαλος  των ελληνικών και συνεργάσθηκε με τον ανθρωπιστή Guillaume Bude', ο Ματθαίος Δεβάρης, Κερκυραίος, στην Βιβλιοθήκη του Βατικανού κ.ά., χειρόγραφοι κώδικες των οποίων σώζονται στις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες του Βατικανού, της Φλωρεντίας, της Βενετίας, του Παρισίου. Σε μία εποχή που υπήρχε μία έντονη αναζήτηση ελληνικών χειρογράφων και ξεκινούσαν οι πρώτες εκδόσεις και εκτυπώσεις της κλασσικής αρχαίας γραμματείας, μπορούμε να κατανοήσουμε πόσο σημαντική ήταν η συνεισφορά των λογίων αυτών που εργάσθηκαν ως συλλογείς, διορθωτές και μεταφραστές των αρχαίων χειρογράφων.

Οι λόγιοι αυτοί του ύστερου Βυζαντίου, αν και φυγάδες στην Δύση, δεν έπαυσαν ούτε στιγμή να ενδιαφέρονται για τους σκλαβωμένους συμπατριώτες τους. Ενδιαφέρονταν να καταστήσουν την κλασσική γραμματεία κτήμα όχι μόνον των δυτικών  αλλά και των υπόδουλων Ελλήνων, με την βεβαιότητα ότι έτσι θα ερχόταν η πνευματική αναγέννηση και η απελευθέρωση. Για τον σκοπόν αυτόν οι Έλληνες λόγιοι εργάζονταν στις εκδόσεις των αρχαίων συγγραφέων,και τα τυπωμένα βιβλία διοχετεύονταν στην Δυτική Ευρώπη και στις υπόδουλες ελληνικές περιοχές της Ανατολής. Μεγάλη ζήτηση και κυκλοφορία είχαν τα θρησκευτικά βιβλία (Ωρολόγιο, Ψαλτήρι, Ευαγγέλια, λειτουργικά βιβλία), οι γραμματικές, τα λεξικά., λογοτεχνικά και ποιητικά έργα. Η Βενετία,με την ισχυρή ελληνική παροικία, πόλη - λιμάνι και σημαντικό κέντρο εμπορικό,είχε όλες τις προϋποθέσεις για να καταστεί το επίκεντρο όλης αυτής της εκδοτικής δραστηριότητας.Παράλληλα με τα τυπογραφεία που διατηρούσαν οι Βενετοί, από νωρίς οι Έλληνες φρόντισαν να δημιουργήσουν τα δικά τους ελληνικά τυπογραφεία. Γνωστοί Έλληνες εκδότες της Βενετίας όπως οι Κρητικοί Ζαχαρίας Καλλέργης και Νικόλαος Βλαστός (αρχές 16ου αι.),και ο Χιώτης Εμμ.Γλυτζούνης (β' μισό 16ου αι.), με τις εκδόσεις και επανεκδόσεις θρησκευτικών βιβλίων και λεξικών που κυκλοφορούσαν ευρέως στον ελληνόφωνο κόσμο συνέβαλαν στην πολιτισμική αναγέννηση του υπόδουλου ελληνισμού. Αλλά και εκτός Βενετίας,σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, Παρίσι, Βιέννη, Άμστερνταμ, ιδρύθηκαν τυπογραφεία που εξέδιδαν ελληνικά κείμενα,εκκλησιαστικά και λόγια,από παλαιά χειρόγραφα,συνοδευόμενα από υπομνήματα, σχόλια φιλολογικά και ερμηνευτικά.Σε όλα αυτά τα τυπογραφεία εργάσθη-καν πολλοί Έλληνες λόγιοι της Δύσης ως εκδότες,διορθωτές κειμένων,σχολιαστές.

 Πως μπορούμε να εξηγήσουμε αυτήν την φροντίδα και την επιθυμία των μορφωμένων ανθρώπων της Δύσης του 15ου-16ου αι. για την ελληνική γλώσσα και γραμματεία; Την απάντηση θα πρέπει να την αναζητήσουμε στο ανθρωπιστικό ιδεώδες των ουμανιστών της εποχής που περιελάμβανε οπωσδήποτε γνώση των ελληνικών και των λατινικών όπως και μελέτη των αρχαίων συγγραφέων από το πρωτότυπο. Εθεωρείτο σημαντική η γνώση των ελληνικών γιατί επέτρεπε στους ανθρωπιστές της Αναγέννησης για να έχουν άμεση πρόσβαση στα κείμενα των αρχαίων, ώστε και ακριβή γνώση αυτών να έχουν (καθώς οι μεσαιωνικές μεταφράσεις που ως τότε κυκλοφορούσαν είχαν λάθη και ανακρίβειες), και το ύφος της γραφής τους να μιμούνται και τις ιδέες τους να μελετούν και να αναπαράγουν. Το ουμανιστικό πρότυπο του μορφωμένου ανθρώπου της Αναγέννησης απαιτούσε παιδεία της κλασσικής αρχαιότητας. Έτσι μπορούμε να εξηγήσουμε το γεγονός ότι στα πανεπιστήμια των μεγάλων πόλεων της Ιταλίας και της Δυτ. Ευρώπης ιδρύονται σχολές  και πανεπιστημιακές έδρες ελληνικών σπουδών, με σκοπό την καλλιέργεια των γραμμάτων, της εκμάθησης της ελληνικής
Έρασμος
γραμματείας, που περιελάμβανε στοιχεία γραμματικής και φιλολογικής επεξεργασίας των κειμένων, μελέτη και ερμηνεία των ιδεών των αρχαίων συγγραφέων. Ο Όμηρος, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, οι μεγάλοι ρήτορες και ποιητές της κλασσικής αρχαιότητας μελετώνται υπό αυτό το πρίσμα, συλλέγονται τα αρχαία χειρόγραφα, διαβάζονται, αντιγράφονται, διαδίδονται, τυπώνονται και κυκλοφορούν σε όλην την Ευρώπη μαζί με τις ανθρωπιστικές αντιλήψεις.

            Στην διάδοση αυτών των ιδεών σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν οι λόγιοι από το Βυζάντιο,οι οποίοι όντες ζωντανοί φορείς της ελληνικής γλώσσας και του ελληνοβυζαντινού πολιτισμού,λειτουργούν ως ''γέφυρες πολιτισμού'' που μετακενώνουν τον βυζαντινό ανθρωπισμό στην Δύση και την βοηθούν να ανακαλύψουν τις κλασσικές της πολιτισμικές καταβολές. Οι Έλληνες λόγιοι πρόσφυγες από το Βυζάντιο που δίδαξαν στα πανεπιστήμια της Ιταλίας και των άλλων ευρωπαϊκών χωρών γι'αυτόν ακριβώς τον λόγο έχαιρον ιδιατέρας εκτιμήσεως. Στα μαθήματά τους συνέρρεαν ως φοιτητές και ακροατές τα εκλεκτότερα πνεύματα της εποχής, πολιτικοί, ευγενείς, κρατικοί αξιωματούχοι, διανοούμενοι. Ύπό την προστασία και οικονομική ενίσχυση  ηγεμόνων, Παπών και βασιλέων ιδρύονται Πλατωνικές Ακαδημίες και έδρες ελληνικών σπουδών. Τα πανεπιστήμια στα οποία δίδασκαν γίνονταν πνευματικοί πόλοι έλξης όχι μόνον των κατοίκων των συγκεκριμένων πόλεων,αλλά και γειτονικών πόλεων και χωρών, έτσι ώστε οι ανθρωπιστικές ιδέες και τα έργα των κλασσικών συγγραφέων να διαδίδονται  ταχύτατα. Κεντρικές μορφές της ευρωπαϊκής Αναγέννησης των Γραμμάτων και των Τεχνών,όπως ο Ολλανδός Desiderius, που εξελλήνισε το όνομά σε Έρασμος, και ο Γάλλος Guillaume Bude', υπήρξαν μαθητές των Ελλήνων αυτών λογίων.

Ένα γενικό χαρακτηριστικό των βυζαντινών λογίων προσφύγων είναι η συνεχής τους μετακίνηση στις διάφορες πόλεις της Ιταλίας και κατόπιν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες,κάτι το οποίο φανερώνει την διαρκή τους αναζήτηση καλύτερων συν-θηκών διαβίωσης και επαγγελματικής αποκατάστασης.Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι βυζαντινοί λόγιοι και η επίδρασή τους να εξαπλωθούν σε όλη σχεδόν την Ευρώπη. Για παράδειγμα, ο Ανδρόνικος Κάλλιστος φεύγοντας από την Κων/πολη διήλθε από αρκετές πόλεις διδάσκοντας μαθήματα φιλολογικά και φιλοσοφικά. Τον συναντούμε στην Πάδοβα, την Μπολόνια, την Ρώμη, την Φλωρεντία, το Μιλάνο, το Παρίσι, για να καταλήξει στο Λονδίνο,όπου και πέθανε το 1476. Ένας άλλος Έλληνας, ο Γεώργιος Ερμώνυμος, μαθητής του Πλήθωνος από την Σπάρτη, πέρασε και αυτός από διάφορες πόλεις και χώρες διδάσκοντας τα ελληνικά γράμματα, αρχικά έζησε στην Ρώμη, στην υπηρεσία του Πάπα Σίξτου Δ', και στην συνέχεια, μαζί με τον Ανδρόνικο Κάλλιστο βρέθηκε να διδάσκει στα πανεπιστήμια του Παρισίου και του Λονδίνου. Η επίδραση του Ερμώνυμου υπήρξε μεγάλη και είχε απήχηση σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς, ευρισκόμενος στο Παρίσι από το 1476 ως καθηγητής των ελληνικών στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης, είχε την ευκαιρία να διδάξει ορισμένους από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού ουμανισμού, όπως ο Γάλλος Bude', οι Γερμανοί Reuchlin και Schwarzerd, που εξελλήνισαν κατά την συνήθεια της εποχής τα ονόματά τους σε Καπνίωνα και Μελάγχθωνα αντιστοίχως, ο Ολλανδός Έρασμος κ.ά.οι οποίοι επιστρέφοντας στις χώρες τους, ανεδείχθησαν σε διακεκριμμένους ελληνιστές και ανθρωπιστές. Για τον Μελάγχθωνα αξίζει να
Φίλιππος Μελάγχθων
σημειωθεί ότι υπήρξε στενός συνεργάτης στην θρησκευτική Μεταρρύθμιση του Λουθήρου, και πως είχε την δυνατότητα να κατανοεί το κείμενο της Αγίας Γραφής από το ελληνικό κείμενο, και μάλιστα ως ερμηνευτής των Γραφών εμφανίζει γνώση των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας,των οποίων αποσπάσματα από τα ερμηνευτικά τους υπομνήματα χρησιμοποιεί και ο ίδιος.

Μεγάλη επίσης μορφή Έλληνος λογίου με πανευρωπαϊκή εμβέλεια και δράση είναι ο Ιανός Λάσκαρις (1445-1535). Υπήρξε μαθητής του Δημητρίου Χαλκοκονδύλη  στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας, και κατόπιν στην Φλωρεντία,όπου διορίσθηκε βιβλιοθηκάριος του Λαυρεντίου των Μεδίκων. Με εντολή του τελευταίου ταξίδευσε στον ελλαδικό χώρο, την Μακεδονία,το Άγιο Όρος,την Κων/πολη, μέχρι και την Κρήτη για να συλλέξει πολύτιμα χειρόγραφα με σκοπό να τα διασώσει και να τα μεταφέρει στην Φλωρεντία .Ο Λάσκαρις διαδέχθηκε τον δάσκαλο Δημήτριο Χαλκοκονδύλη στην έδρα ελληνικών σπουδών του πανεπιστημίου της Φλωρεντίας. Το 1494 γνωρίσθηκε με τον Γάλλο βασιλέα Κάρολο Η' όταν ο τελευταίος είχε εισβάλλει στην Ιταλία, και τον ακολούθησε κατά την αποχώρησή του στην Γαλλία. Έκτοτε συνδέθηκε στενά με την γαλλική βασιλική αυλή, και ανέλαβε υψηλές θέσεις (σύμβουλος του βασιλέως, βιβλιοθηκάριος της προσωπικής βασιλικής βιβλιοθήκης στο Παρίσι), και διπλωματικές αποστολές στις αρχές του 16ου αι. εξυπηρετώντας τα γαλλικά συμφέροντα. Τοποθετήθηκε ως πρεσβευτής της Γαλλίας στην Βενετία και κατόπιν στην Ρώμη,όπου με το κύρος που του παρείχε η διπλωματική του ιδιότητα ανέλαβε πρωτοβουλίες για την διάδοση των ελληνικών γραμμάτων και για την υποστήριξη,οικονομική και πνευματική, των Ελλήνων που βρίσκονταν στην Ρώμη. Μάλιστα,με δική του πρόταση προς τον Πάπα Λέοντα Ι', ένθερμο ελληνιστή, κατέστη δυνατή η ίδρυση του Ελληνικού Γυμνασίου στην Ρώμη(1514-1521), στο οποίο σπούδαζαν νέοι από διάφορα μέρη του βενετοκρατούμενου και οθωμανοκρατούμενου ελληνισμού.
  
Η ίδρυση του Ελληνικού Γυμνασίου της Ρώμης,παρά την ολιγόχρονη ζωή του,υπήρξε καρπός της αγωνίας των λόγιων προσφύγων όχι μόνον να διαδώσουν τα ελληνικά γράμματα,αλλά και να μορφώσουν τα ελληνόπουλα της διασποράς στην γλώσσα και την ιστορία τους. Σε μία σειρά ελληνικών σχολείων που ιδρύθηκαν από Έλληνες λογίους(όπου οι ίδιοι ήσαν συχνά και δάσκαλοι) και με την συμπαράσταση φιλελλήνων Δυτικών, σε διάφορες πόλεις της Δύσης όπου υπήρχε ελληνική διασπορά, με την προοπτική ότι μέσα από αυτά θα προερχόταν μία νέα γενιά μορφωμένων Ελλήνων, που θα μπορούσαν να επιστρέψουν στις υπόδουλες περιοχές και να συμβάλ-λουν στην πνευματική και μορφωτική ανύψωση του υπόδουλου ελληνισμού,και πα-ράλληλα να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την απελευθέρωση, το Ελληνικό Γυμνάσιο της Ρώμης που ιδρύθηκε με  πρωτοβουλία του Ιανού Λασκάρεως υπήρξε το πρώτο σημαντικό ελληνικό εκπαιδευτικό ίδρυμα της διασποράς, και απετέλεσε το πρότυπο και για ανάλογα σχολεία που ιδρύθηκαν αργότερα. Σαν συνέχεια του Ελληνικού Γυμνασίου που εμπνεύστηκε, λειτούργησε και διηύθυνε ο Ιανός Λάσκαρις, θα μπορούσε να θεωρηθεί η μετά μίαν πεντηκονταετία ίδρυση στην Ρώμη το 1577 από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ' του Ελληνικού Κολλεγίου του Αγίου Αθανασίου ( Collegio Greco di San Athanasio),το οποίο αναδείχθηκε σημαντικό πνευματικό ίδρυμα ,από το οποίο κατά τους δύσκολους αιώνες της οθωμανοκρατίας προήλθε η πνευματική ηγεσία του ελληνισμού.Σε αυτό φοίτησαν Έλληνες από τις βενετικές κτήσεις (Κρήτη, Κύπρο, Επτάνησα, Πελοπόννησο) και από τον κυρίως οθωμανοκρατούμενο ελλαδικό χώρο. Από το Κολλέγιο απεφοίτησαν πολλοί λόγιοι,διδάσκαλοι του γένους, φιλόσοφοι, κληρικοί, ιεράρχες και Πατριάρχες.

Στο Ελληνικό Κολλέγιο της Ρώμης οι μαθητές διδάσκονταν την αρχαία ελληνική γλώσσα και τους κλασσικούς συγγραφείς,και εξασκούνταν στην φιλολογική, γραμματολογική και εννοιολογική ερμηνεία των κλασσικών κειμένων.Οφείλουμε βεβαίως να ομολογήσουμε ότι η Δυτική Εκκλησία με την ίδρυση του Κολλεγίου ήθελε να επιτύχει την δημιουργία μίας σειράς πεπαιδευμένων Ελλήνων, οι οποίοι επιστρέφονταν στις υπόδουλες περιοχές να εργασθούν για την πνευματική ανύψωση των συμπατριωτών τους,αλλά και παράλληλα να προέλθει μέσα από το Κολλέγιο η νέα πνευματική ηγεσία των Ελλήνων που θα ήταν φίλα προσκείμενη στην Ρωμαϊκή Εκκλησία και θα εργαζόταν προπαγανδιστικά μέσα στις περιοχές του ελληνισμού προω θώντας την προσέγγιση των Εκκλησιών
Λέων Αλλάτιος
και ενισχύοντας τα φιλοκαθολικά και φιλενωτικά στοιχεία. Παρά ταύτα, το Ελληνικό Κολλέγιο συνέβαλε θετικά και ουσιαστικά στην πνευματική καλλιέργεια και μόρφωση των Ελλήνων και έως σήμερα εξακολουθεί την λειτουργία του στην Ρώμη ως μία πνευματική εστία των ελληνικών σπουδών, πάντοτε υπό την εποπτεία της Δυτικής Εκκλησίας,αν και έχει απωλέσει τον αρχικό του κυρίαρχο και πρωταρχικό ρόλο.

Ανάμεσα στις πρώιμες λογίες μορφές που απεφοίτησαν από το Ελληνικό Κολλέγιο συγκαταλέγεται ο κερκυραϊκής καταγωγής Νικόλαος Σοφιανός (16ος αι.) που συνέταξε Γραμματική της κοινής ,καθομιλουμένης, δημοτικής γλώσσας και ασχολήθηκε με την μετάφραση αρχαίων συγγραφέων στην απλή γλώσσα της εποχής της.Ο Νικόλαος Σοφιανός πίστευε πως μέσα από την χρήση της δημοτικής γλώσσας στην παιδεία θα μπορούσε ο πλούτος των ελληνικών γραμμάτων να καταστεί προσιτός και κατανοητός στον υπόδουλο ελληνισμό και έτσι να επιτευχθεί η πνευματική του αναγέννηση. Ένας άλλος, κάπως μεταγενέστερος του Σοφιανού, αλλά εξίσου σημαντικός απόφοιτος του Ελληνικού Κολλεγίου υπήρξε ο Λέων Αλλάτιος (1586-1669), που εργάσθηκε ως βιβλιοθηκάριος στο Βατικανό, και επιμελήθηκε της εκδόσεως ελληνικών εκκλησιαστικών και πατερικών κειμένων και συγγραφέων, όπως του ιερού Χρυσοστόμου και του Μεγάλου Φωτίου.

Κλείνοντας την παρένθεση αυτή, αναγκαία όμως για να κατανοήσουμε την μεγάλη προσφορά των Ελλήνων λογίων της Δύσης για την Αναγέννηση των ελληνικών Γραμμάτων όχι μόνον για τους δυτικούς αλλά και για τους συμπατριώτες τους ως μέσο πνευματικής αφύπνισης και εξύψωσης, επιστρέφουμε στον Ιανό Λάσκαρι για να εξετάσουμε μίαν άλλη πλευρά της πολυσχιδούς δράσης του. Ο μεγάλος αυτός λόγιος και πατριώτης αξιοποιώντας τις γνωριμίες του απηύθυνε θερμές και συγκινητικές εκκλήσεις σε όλους τους ισχυρούς ηγεμόνες της Ευρώπης με σκοπό να τους παρακινήσει σε ανάληψη απελευθερωτικού αγώνος κατά των άπιστων Οθωμανών. Ο Λάσκαρις δεν φείσθηκε κόπων και ταλαιπωριών, μακρινών ταξιδίων και γραπτών υπομνημάτων προκειμένου να επιτύχει την απελευθέρωση της πατρίδας του. Απευθύνθηκε στον Κάρολο Η' της Γαλλίας,τον Μαξιμιλιανό Α' της Γερμανίας, τους Πάπες Ιούλιο Β' και Λέοντα Ι' ,τον Κάρολο Ε' της Ισπανίας και αυτοκράτορος της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Παρ'όλες τις φιλότιμες προσπάθειές του και τις διπλωματικές του ενέργειες, δεν κατόρθωσε τίποτε και έτσι ο Ιανός Λάσκαρις πέθανε το 1535 απογοητευμένος. (Στις ενέργειες των λογίων προσφύγων για την απελευθέρωση των υπόδου-λων Ελλήνων θα αναφερθούμε στην συνέχεια).

Το μεγάλο κύμα φυγής βυζαντινών λογίων στην Δύση μετά την Άλωση προκάλεσε ένα μεγάλο πνευματικό κενό στις υπόδουλες περιοχές, κάτι που έγινε αντιληπτό ήδη από τους ανθρώπους της εποχής εκείνης (15ος-16ος αι. )ώστε όσοι πεπαιδευμένοι άνδρες είχαν παραμείνει στην Ανατολή,κυρίως εκκλησιαστικοί άνδρες, να επισημαίνουν με απογοήτευση την έλλειψη λογίων που θα αναλάμβαναν την πνευματική καθοδήγηση του υπόδουλου ελληνισμού (κάτι που εκ των περιστάσεων ανέλαβε η Ορθόδοξη Εκκλησία να πράξει καλύπτοντας το δημιουργηθέν κενό, ιδρύοντας σχολές και καλλιεργώντας την παιδεία μέσα σε δύσκολες ομολογουμένως συνθήκες).
Κάρολος Ε΄
Υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες της περιόδου αυτής που αναφέρουν ότι σε ολόκληρες επαρχίες και μεγάλα αστικά κέντρα δεν υπήρχαν άνδρες λόγιοι,μορφωμένοι,ή σπουδαίοι καλλιτέχνες. Αυτό οδήγησε τον ιστορικό του 19ου αι.Κων/νο Παπαρρηγόπουλο να κατηγορήσει τους λόγιους φυγάδες στην Δύση ότι κατά κάποιον τρόπο εγκατέλειψαν τον ελληνισμό στην μοίρα του και άφηναν πνευματικά ακέφαλο το υπόδουλο γένος.

Μία τέτοια κατηγορία είναι αβάσιμη και άδικη θα λέγαμε, καθώς οι Έλληνες λόγιοι της διασποράς δεν σταμάτησαν να νοσταλγούν την πατρίδα τους και να ονειρεύονται την στιγμή της απελευθέρωσής τους από τους απίστους.'Αλλωστε,στην Δύση βρήκαν τις κατάλληλες συνθήκες για να συνεχίσουν την πνευματική τους προσφορά στον ελληνισμό, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην διάσωση της αρχαίας ελληνικής και βυζαντινής χειρόγραφης κληρονομίας, και με τις αλλεπάλληλες εκδόσεις έργων της ελληνικής γραμματείας,τις μεταφράσεις,την διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, την καλλιέργεια των ελληνικών σπουδών στα πανεπιστήμια της Δύσης, κατέστησαν τις ελληνικές και ανθρωπιστικές σπουδές κτήμα όλης της Ευρώπης, συμμετέχοντας αποφασιστικά στην έκρηξη του ουμανισμού και της Αναγέννησης,αλλά και ενός πανευρωπαϊκού κύματος συμπαθείας προς τους σκλαβωμένους Έλληνες. Όλη αυτή η πνευματική δραστηριότητα επέστρεφε στον ελλαδικό χώρο είτε μέσω των εκδόσεων τυπωμένων βιβλίων είτε μέσω των ελληνοπαίδων που σπούδαζαν στην Δύση και γύριζαν στην πατρίδα τους. Οι Έλληνες λόγιοι στην Δύση με συνεχείς και αλλεπάλληλες ενέργειες προς τους ισχυρούς ηγεμόνες και Πάπες προσπαθούσαν να αξιοποιήσουν το προσωπικό τους κύρος,τις πολιτικές και διπλωματικές τους γνωριμίες,και να τους παρακινήσουν στην ανάληψη πολεμικής δράσης κατά των Οθωμανών. Έχουμε ήδη αναφερθεί στις σχετικές πρωτοβουλίες του Ιανού Λασκάρεως,που με συνεχή υπομνήματα και προ-σωπικές παραστάσεις σε διαφόρους δυτικούς βασιλείς και ηγεμόνες προσπάθησε να τους παρακινήσει σε δράση εναντίον των Οθωμανών. Όμως τα συγκινητικά του υπο-μνήματα που παρουσίαζαν την οικτρή εικόνα των υπόδουλων χριστιανών στους αλ-λοθρήσκους δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα και ο Λάσκαρις πέθανε απογοητευμένος.

Ο Βησσαρίων, με το κύρος και την άνεση που του παρείχε το αξίωμα του καρδιναλίου,εργάσθηκε προς την κατεύθυνση της οργάνωσης μίας ''σταυροφορίας'' της χριστιανικής Δύσης ενάντια στον αλλόθρησκο Οθωμανό που κρατούσε υποδούλους τους χριστιανούς της Ανατολής και απειλούσε την Δύση. Ο Βησσαρίων με συνεχείς επιστολές και γραπτά υπομνήματα, αλλά και με τις φλογερές του ομιλίες, που διακρίνονταν για τον πατριωτισμό και την πολιτική ανάλυση των νέων δεδομένων που δημιουργούσε η οθωμανική προέλαση,στα διάφορα διπλωματικά συνέδρια των ευρωπαίων ηγεμόνων. Ο Βησσαρίων πίστευε ότι μία πανευρωπαϊκή σταυροφορία των ηγεμόνων της Δύσης υπό την ευλογία του Πάπα θα μπορούσε να αναχαιτίσει την οθωμανική επέκταση προς την Δύση (είχαν ήδη σημειωθεί επιδρομές των οθωμανών στην Αδριατική και την Ιταλική χερσόνησο). Ο Βησσαρίων επέμενε να καταδείξει ότι ο αλλόθρησκος αντίπαλος δεν ήταν
Πάπας Λέων Ι΄
ακατανίκητος, αλλά είχε πολλές στρατιωτικές, οικονομικές και οργανωτικές αδυναμίες, και μία συντονισμένη δράση εκ μέρους της Δύσης θα έφερε θετικά αποτελέσματα. Εκείνο το οποίο έλειπε,σημείωνε ο Βησσαρίων ήταν να ομονοήσουν οι δυτικοί ηγεμόνες, να αφήσουν τις επιμέρους διαφορές και διενέξεις, και συνεργαζόμενοι να αντιμετωπίσουν τους Οθωμανούς που ήδη καταπίεζαν τους δυστυχείς χριστιανούς της Ανατολής και απειλούσαν τον πολιτισμό,την ελευθερία και την χριστιανική πίστη της Δύσης.

Ο Βησσαρίων,όπως και ο άλλος Έλληνας καρδινάλιος Ισίδωρος, που είχε συμμετάσχει στην υπεράσπιση της Κων/πόλεως και κατόρθωσε με δυσκολία να διαφύγει μετά την Άλωση, προσπάθησαν με συντονισμένες προσπάθειες να πείσουν τους Πάπες να ηγηθούν μίας σταυροφορίας,στην οποία όπως πίστευαν θα συνέπρατταν η Βενετία,που είχε συμφέροντα και κτήσεις απειλούμενες στην Ανατολική Μεσόγειο, οι ηγεμόνες της Ουγγαρίας και της Βοημίας που ήδη ένοιωθαν την απειλή από την οθωμανική προέλαση προς την Κεντρική Ευρώπη,ο Γάλλος Βασιλέας, ή ο Ισπανός αυτοκράτορας Κάρολος Ε'. Ο Βησσαρίων και ο Ισιδώρος προσπαθούσαν με διπλωματικά και πολιτικά επιχειρήματα και επικαλούμενοι τα χριστιανικά αισθήματα συμπαθείας και αλληλεγγύης προς τον υπόδουλο χριστιανικό ελληνισμό, να πείσουν τους Ευρωπαίους να ενεργήσουν,οι εκκλήσεις τους όμως δεν είχαν επιτυχία. Άλλοι λόγιοι,λιγότερο πολιτικοί πραγματιστές,και μάλλον εμφορούμενοι από ιδεαλιστικές και ρομαντικές αντιλήψεις απηύθυναν συγκινητικές πράγματι εκκλήσεις ποιήματα και λόγους προς τους ισχυρούς της Δύσης χωρίς αποτέλεσμα. Μπορούμε να αναφέρουμε ενδεικτικώς τον Μάρκο Μουσούρο, ο οποίος στην έκδοση των έργων του Πλάτωνος που επεμελήθη το 1513 δημοσίευσε μαζί και ένα στιχουργικό κείμενο στο οποίο εμφάνιζε τον Πλάτωνα να εκλιπαρεί τον Πάπα Λέοντα Ι' και τους λοιπούς Ευρωπαίους ηγεμόνες να μεριμνήσουν για την απελευθέρωση των Ελλήνων. Αντιστοίχως, ο Ιωάννης Γεμιστός (απόγονος του Πλήθωνος Γεμιστού) απηύθυνε ανάλογη έκκληση στον Πάπα Λέοντα Ι' , ένα μεγάλο ποιητικό κείμενο γραμμένα στα λατινικά.

Και υπάρχουν άπειρα ανάλογα παραδείγματα. Σχεδόν όλοι οι λόγιοι πρόσφυγες του Βυζαντίου έχουν συγγράψει κείμενα ή ποιήματα προς τους δυτικούς ηγέτες. Οι εκκλήσεις τους ήσαν συνεχείς προς τους Πάπες, τους ηγεμόνες και τα μέλη των ευρωπαϊκών αυλών,προς τους λογίους ουμανιστές της Δύσης. Τα κυριότερα επιχειρήματα που επικαλούνταν ήταν τα εξής: αναφορά στο υπόδουλο ελληνικό έθνος που κινδύνευε να χαθεί κάτω από τον ζυγό των άπιστων Οθωμανών και την αδιαφορία της χριστιανικής Ευρώπης,ο παραλληλισμός του ένδοξου παρελθόντος του ελληνι-σμού εν σχέσει με την τραγική και θλιβερή κατάσταση δουλείας του παρόντος,η επίκληση του κινδύνου για την Ευρώπη από την οθωμανική επέκταση,υπενθύμιση του θεάρεστου και χριστιανικού καθήκοντος των ευρωπαίων ηγεμόνων να ομονοήσουν και υπό την ευλογία του Πάπα να αναλάβουν μία νέα σταυροφορία απελευθέρωσης των χριστιανών αδελφών τους στην Ανατολή. Με τέτοια επιχειρήματα οι Έλληνες λόγιοι της διασποράς προσπαθούσαν να συγκινήσουν,να παρακινήσουν, να πείσουν, να κρατήσουν ανοιχτό για την Ευρώπη το ελληνικό ζήτημα. Ωστόσο,παρά τον ένθερμο πατριωτικό τους ζήλο και τις συνεχείς εκκλήσεις τους,οι Έλληνες λόγιοι δεν κατόρθωσαν κάτι ουσιαστικό, όχι γιατί τα διαβήματά τους δεν είχαν απήχηση (κάθε άλλο μάλιστα,είχαν ευρεία απήχηση και επιτύγχαιναν να ξυπνούν το ενδιαφέρον της Δύσης), αλλά κυρίως διότι οι πολιτικές και διπλωματικές συγκυρίες δεν επέτρεψαν στους Δυτικούς να αναλάβουν συντονισμένο αγώνα κατά των Οθωμανών.

Οι Πάπες του 15ου-16ου αι.ήσαν άνδρες μορφωμένοι,ανθρωπιστές και θαυμαστές της κλασσικής αρχαιότητας,ωστόσο παρά το ενδιαφέρον τους και τις συνεχείς εκκλήσεις τους προς τους άλλους ευρωπαίους ηγεμόνες για την ανάληψη σταυροφορίας κατά των απίστων,δεν διέθεταν ούτε τα μέσα ούτε και την επιρροή του παρελθόντος,καθώς τον 15ο-16ο αι. η Ευρώπη ζούσε την άνοδο των εθνικών κρατών, οι βασιλείς της Ευρώπης άρχισαν να αποστασιοποιούνται από την κηδεμονία του εκάστοτε Πάπα. Η Ευρώπη σπαρασσόταν από πολέμους και διενέξεις: οι αυτοκράτορες της Αυστρίας και της Ισπανίας,του οίκου των Αψβούργων, Μαξιμιλιανός Α' και Κάρολος Ε' βρίσκονταν σε συνεχή αντιπαλότητα με την Γαλλία σε έναν αγώνα να κυριαρχήσουν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο,και επιπλέον η Ευρώπη είχε διαιρεθεί σε αντίπαλα θρησκευτικά στρατόπεδα,καθώς ήταν η εποχή της Μεταρρύθμισης του Λουθήρου και της Καθολικής Αντιμεταρρύθμισης,που οδήγησε την Ευρώπη σε πολυχρόνιους και πολύνεκρους θρησκευτικούς πολέμους, η Ιταλική χερσόνησος πολιτικά ήταν διεσπασμένη σε μικρά βασίλεια και πόλεις-κράτη,εμπορικές και ναυτικές δυνάμεις που λόγω της ανακάλυψης της Αμερικής είχαν αρχίσει να χάνουν την οικονομική τους κυρίαρχη θέση στο εμπόριο της Ευρώπης και της ανατολικής Μεσογείου, και η Βενετία που είχε άμεσα απειλούμενα συμφέροντα και εδαφικές κτήσεις απειλούμενες από τους Οθωμανούς τηρούσε διφορούμενη πολιτική,άλλοτε σύγκρουσης (βενετοτουρκικοί πόλεμοι) και άλλοτε πιο διπλωματική (σύναψη εμπορικών συμφωνιών με τον σουλτάνο) και επομένως δεν μπορούσε να αποτελέσει αξιόπιστη βοή-θεια για τους υπόδουλους Έλληνες.
 
Ως τελικό συμπέρασμα,θα λέγαμε ότι οι λόγιοι πρόσφυγες μετά την Άλωση που κατέφυγαν στην Δύση, υπήρξαν οι ύστατοι πνευματικοί φορείς του βυζαντινού κόσμου που έσβηνε ακολουθώντας την πολιτική μοίρα της αυτοκρατορίας, αλλά και οι εκπρόσωποι του νεώτερου ελληνισμού, καθώς είχαν συναίσθηση της ελληνικής τους καταγωγής,παιδείας,και του ένδοξου κλασσικού παρελθόντος.Αυτοί λοιπόν οι Έλληνες λόγιοι του Βυζαντίου,μετά την Άλωση διασκορπίσθηκαν στις χώρες της Ευρώπης και με το επιστημονικό, φιλολογικό και εκδοτικό τους έργο βοήθησαν σε σημαντικό βαθμό την Δύση να ανακαλύψει την πολιτιστική της ταυτότητα στην κληρονομιά και τις αξίες του αρχαίου κλασσικού ανθρωπισμού και να προχωρήσει με ταχύτερους ρυθμούς στην Αναγέννηση των Γραμμάτων και των Τεχνών αφήνοντας πίσω της τον Μεσαίωνα και πορευόμενη στους Νεωτέρους Χρόνους.

Βιβλιογραφία(ενδεικτική)
Γιαννακόπουλος,Κ.Ι., Βυζαντινή Ανατολή και Λατινική Δύση,Αθήνα1966.
-//-                    ,Έλληνες λόγιοι εις την Βενετίαν,Αθήναι 1965.
Burckhardt,J., The civilization of the Rennaissance in Italy,Oxford 1945.
Βελούδος,Ι.,Ελλήνων Ορθοδόξων αποικία εν Βενετία,Βενετία 1872.
Courcelle,P.,Les lettres grecques en Occident,Paris 1943.
Didot-Firmin,A.,Alde Manute et l'hellenisme a' Venice.Paris
Fabris,Professori e scolari greci all'universita' di Padova.Archivio Veneto,30(1942).
Geanakopoulos,D.,Erasmus and the Aldine Academy of Venice:a neglected chapter in the transmission of Greco-Byzantine learning to the West.Greek,Roman and Byzantine Studies,3(1960).
Ζακυθηνός,Δ.,Το πρόβλημα της Ελληνικής συμβολής εις την Αναγέννησιν.Επετηρίς. Φιλος.Σχ.Παν/μίου Αθηνών,1954-55
Kristeller,P.O.,The classics and theRennaissance Thought,Cambridge Mass,1955.
Μαμαλάκης,Ι.,Γεώργιος Πήθων γεμιστός,Αθήναι,1939.
Πατρινέλης,Χ. Έλληνες κωδικογράφοι των χρόνων της Αναγεννήσεως,Αθήναι 1961.
Verpeaux,J.,Byzance et l'Humanisme,Bulletin de l'Association Guillaume Bude',1952.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου