Πέραν όλων των άλλων αντιπαραθέσεων και ανταγωνισμών που αναδεικνύει η διαδικασία αποχώρησης της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ (Brexit) που τα παζάρια μεταξύ τους ξεκινούν σύντομα, δύο ζητήματα που έχουν σχέση με τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των Βρετανών φαίνεται να ξεχωρίζουν...
Συγκεκριμένα, πρόκειται για την περίπτωση του Γιβραλτάρ, που ελέγχει την είσοδο της Μεσογείου από τον Ατλαντικό και των βρετανικών στρατιωτικών βάσεων στην Κύπρο, που μπορούν να ελέγχουν μια τεράστια περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Ας τα δούμε αναλυτικά
Ο «Βράχος» του Γιβραλτάρ
Το καθεστώς του Γιβραλτάρ, των περίπου 33.000 κατοίκων και 6,7 τετραγωνικών χιλιομέτρων είναι «αυτόνομη υπερπόντια βρετανική κτήση» που κατακτήθηκε ήδη από το 1704 και κατοχυρώθηκε στη Βρετανία το 1713 με τη Συνθήκη της Ουλτρέχτης. Είναι υποτίθεται αυτοδιοικούμενο, με δική του Βουλή 18μελή (17 μέλη από τρία κόμματα (Εργατικούς, Φιλελεύθερους και Συντηρητικούς και διορισμένο Πρόεδρο) και 10 μέλη κυβέρνηση που έχει «αρμοδιότητες» εσωτερικού χαρακτήρα, αλλά η άμυνα και η εξωτερική πολιτική καθορίζονται από τη Βρετανία με αρχηγό του κράτους την βασίλισσα Ελισάβετ, που ορίζει και τον τοπικό κυβερνήτη. Αν και πολλές φορές στο διάβα της ιστορίας Ισπανοί μονάρχες και κυβερνήσεις επιχείρησαν να ανακτήσουν την...
κυριαρχία της χερσονήσου, που ανήκε στην επαρχία της Ανδαλουσίας, αυτό δεν έγινε εφικτό, λόγω της ισχυρής στρατιωτικής παρουσίας των Βρετανών (μετά το 1991 λέγεται Βασιλικός Στρατός του Γιβραλτάρ). Στη χερσόνησο, η βρετανική Βασιλική Αεροπορία (RAF) διατηρεί σημαντικές βάσεις, εγκαταστάσεις τηλεπικοινωνιών, ραντάρ με πολύ μεγάλη σημασία για το ΝΑΤΟ όπου θα συνεχίσει να ανήκει η Βρετανία, ενώ είναι εμφανής η γεωστρατηγική σημασία της περιοχής που ελέγχει ένα στενό μόλις 14 χιλιόμετρα από τις ακτές της Αφρικής, συγκεκριμένα του Μαρόκου.
Στο Γιβραλτάρ υπάρχει ειδική χαμηλή φορολογία για τις επιχειρήσεις, αφορολόγητα είδη και πολλές επιχειρήσεις προτιμούν να έχουν εκεί την έδρα τους. Η οικονομία του στηρίζεται στους τομείς των ναυτιλιακών, χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, σε μεγάλες εταιρείες στοιχήματος, καζίνο και στον τουρισμό.
Πάντως, είναι χαρακτηριστικό ότι οι κάτοικοι του Γιβραλτάρ (από τους οποίους μόνο περίπου 2% είναι Ισπανοί) σε δύο περιπτώσεις δημοψηφισμάτων, το 1967 και το 2002 έχουν απορρίψει με συντριπτική πλειοψηφία το να φύγει η χερσόνησος από την κυριαρχία της Βρετανίας και να επιστρέψει σε αυτήν της Ισπανίας. Στα αξιοσημείωτα είναι επίσης ότι στο περσινό δημοψήφισμα για παραμονή ή όχι της Βρετανίας στην ΕΕ, το αποτέλεσμα στο Γιβραλτάρ ήταν κατά 96% υπέρ της παραμονής, σε αντίθεση με τη συνολική επικράτηση του Βrexit με 52%. Το γεγονός αυτό αξιοποιεί και η Ισπανία που σηκώνει και πάλι τη διεκδίκηση της περιοχής. Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, ότι η ΕΕ χορήγησε στην Ισπανία το δικαίωμα άσκησης «βέτο» για τη μελλοντική σχέση μεταξύ του Γιβραλτάρ και της ΕΕ έπειτα από την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ.
Στο προσχέδιο της κοινής θέσης της ΕΕ για τις διαπραγματεύσεις εξόδου σημειώνεται ότι, «μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ καμία συμφωνία μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου δεν θα ισχύει για την περιοχή του Γιβραλτάρ χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Μ. Βρετανίας και του Βασιλείου της Ισπανίας». Βεβαίως, η βρετανική κυβέρνηση, για λογαριασμό του βρετανικού κεφαλαίου, δηλώνει κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται να απολέσει το Γιβραλτάρ. Πιο «εμπρηστική» ήταν η δήλωση του πρώην υπουργού Εσωτερικών και επικεφαλής των Συντηρητικών, Μάικλ Χάουαρντ, που σημείωσε ότι η Βρετανή πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι, μπορεί να επιλέξει κάθε λύση για να προστατεύσει το Γιβραλτάρ, ακολουθώντας τα βήματα της Μάργκαρετ Θάτσερ όπως έκανε με τα νησιά Φόκλαντ (Μαλβίνας στην Αργεντινή) το 1982, δηλαδή πόλεμο. Γίνεται, δηλαδή, φανερό ότι το βρετανικό κεφάλαιο θα υπερασπιστεί αυτό το γεωστρατηγικής σημασίας έδαφος πάση θυσία.
Ο κομβικός ρόλος των βάσεων στην Κύπρο
Το δεύτερο σημαντικό ζήτημα που εξασφαλίζει στη Βρετανία τα συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή είναι οι «κυρίαρχες βάσεις» (Sovereign Base Areas,SBAs) που, με αφορμή το Βrexit, δεν θέλει να χάσει. Θεωρούνται και αυτές «υπερπόντιο βρετανικό έδαφος», καλύπτουν έκταση 256 τ.χλμ. ή το 2,75% του συνολικού κυπριακού εδάφους και είναι η βάση του Ακρωτηρίου στα νοτιοδυτικά της Λεμεσού και η βάση της Δεκέλειας στα όρια των επαρχιών Λάρνακας και Αμμοχώστου, περιλαμβάνοντας και αρκετά χωριά, ενώ η μια πλευρά της έκτασής της εφάπτεται με τα κατεχόμενα εδάφη, από την εισβολή του τουρκικού στρατού το 1974. Σε αυτές υπηρετούν 3.500 Βρετανοί στρατιώτες, έχουν δικές τους δομές και υπηρεσίες.
Η Βρετανία, με τις λεγόμενες συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου, 1959 και 1960, Εγκαθιδρύσεως και Εγγυήσεων, κατάφερε να διατηρήσει τα εδάφη των βάσεων που κατείχε ως αποικιοκρατική δύναμη, παρότι με την ανεξαρτησία της Κύπρου οι βάσεις περιορίστηκαν μόνο σε στρατιωτική χρήση, ενώ τα εδάφη που περιλαμβάνουν δεν μπορούν να αξιοποιηθούν από τη βρετανική διοίκηση, ενώ οι κάτοικοι των χωριών που βρίσκονται μέσα στο έδαφος των βάσεων φορολογούνται από την Κυπριακή Δημοκρατία. Με την είσοδο της Βρετανίας στην ΕΕ, αυτή εξασφάλισε ειδικό καθεστώς για τις βάσεις, κάτι που δεν άλλαξε και με την είσοδο της Κύπρου στην ΕΕ, και έτσι εξαιρούνται από το λεγόμενο «ευρωπαϊκό κεκτημένο». Ωστόσο, ο στρατηγικής σημασίας χαρακτήρας των βάσεων για τον βρετανικό και όχι μόνο ιμπεριαλισμό έγκειται στο γεγονός ότι στον Αγ. Νικόλαο, δυτικά της κατεχόμενης πόλης της Αμμοχώστου βρίσκεται ο σταθμός του παγκόσμιου συστήματος παρακολούθησης ιδιωτικής επικοινωνίας ECHELON1 ενώ στο Ακρωτήρι βρίσκεται μια από τις σημαντικότερες βάσεις της βρετανικής Βασιλικής Αεροπορίας (RAF), που δημιουργήθηκε την περίοδο της Κρίσης του Σουέζ (1956) και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως ορμητήριο για τις επεμβάσεις σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή, όπως έγινε στις περιπτώσεις του Ιράκ, της Λιβύης, της Συρίας.
Στα τελευταία παζάρια για το Κυπριακό, με βάση το νέο διχοτομικό σχέδιο που είναι στο τραπέζι, η Βρετανία αποδέχεται να επιστρέψει κάποιες εκτάσεις, στην «ενωμένη» Κύπρο, χωρίς να θίγονται βεβαίως στο ελάχιστο οι πολύ σοβαρές εγκαταστάσεις που υπάρχουν στις βάσεις. Οι δύο βάσεις αποτελούν στην κυριολεξία τον τοποτηρητή του ΝΑΤΟ σε μια πολύ μεγάλη περιοχή, που εξακολουθεί να είναι πεδίο σφοδρού ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού όπως επιβεβαίωσαν και τα γεγονότα της βδομάδας, με το πυραυλικό χτύπημα των ΗΠΑ στη Συρία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου