Τετάρτη 2 Μαΐου 2012

ΣΤΟΝ ΦΑΥΛΟ ΚΥΚΛΟ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ

Η νομιμοποίηση της κρατικής εξουσίας, τα βαριά σύννεφα του απολυταρχισμού στην Ευρώπη, οι ιδιαιτερότητες του ευρώ, μακροοικονομικά, τα κοινά ευρωομόλογα, η ερμηνεία της γερμανικής υπεροχής και οι ανάγκες της Ελλάδας.

του ΒΑΣΙΛΗ ΒΙΛΙΑΡΔΟΥ

Οι ιδέες δεν ισχυροποιούνται παρά μόνο εάν αφορούν τα συμφέροντα μεγάλου αριθμού απλών ανθρώπων. Η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι η βασική ιδεολογία στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου σήμερα, εν μέρει επειδή ανταποκρίνεται σε ορισμένες κοινωνικοοικονομικές δομές, αλλά και διευκολύνεται από αυτές. Τυχόν μεταβολές σε αυτές τις δομές ενδέχεται να επιφέρουν ιδεολογικές συνέπειες, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που ιδεολογικές μεταβολές ενδέχεται να οδηγήσουν σε κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις.

Όπως διατυπώθηκε από κλασικούς διανοητές, ο φιλελευθερισμός προϋποθέτει ότι η νομιμοποίηση της κρατικής εξουσίας πηγάζει από την ικανότητα του κράτους να προστατεύει τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών του και ότι αυτή η κρατική εξουσία οφείλει να συμμορφώνεται προς τον Νόμο. Ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα που πρέπει να προστατεύονται είναι αυτό της ατομικής ιδιοκτησίας. Η επανάσταση στην Αγγλία (1688-89) υπήρξε πολύ σημαντική για την εξέλιξη του σύγχρονου φιλελευθερισμού, επειδή για πρώτη φορά καθιέρωσε τη συνταγματική αρχή ότι, το κράτος δεν νομιμοποιείται να φορολογεί τους πολίτες χωρίς τη συγκατάθεσή τους...


Ο κόσμος της μεσαίας τάξης δεν υποστηρίζει κατ’ ανάγκη τη δημοκρατία: όπως όλοι, είναι κι αυτοί άνθρωποι ιδιοτελείς, που τους απασχολεί η προστασία της περιουσίας και της κοινωνικοοικονομικής θέσης τους. Σε χώρες όπως η Κίνα και η Ταϊλάνδη, πολλά μέλη της μεσαίας τάξης αισθάνονται να απειλούνται από τα αναδιανεμητικά αιτήματα των φτωχών - ως εκ τούτου, τάχθηκαν υπέρ των αυταρχικών κυβερνήσεων που προστατεύουν τα συμφέροντα της τάξης τους. Ούτε, επίσης, ισχύει ότι οι δημοκρατίες ανταποκρίνονται αναγκαστικά στις προσδοκίες των αντίστοιχων μεσαίων τάξεων - όταν όμως αυτό δεν συμβαίνει, οι μεσαίες τάξεις μπορεί να γίνουν ανυπάκουες”. (F.Fukuyama)

Κείμενα
Όπως φαίνεται η μεσαία τάξη μπορεί να τα συγχωρήσει όλα στις κυβερνήσεις της – ακόμη και τη διαπλοκή ή τη διαφθορά, υπό την προϋπόθεση όμως να μην θίγονται άμεσα τα ιδιοτελή συμφέροντα της και να μην οδηγείται η χώρα στηχρεοκοπία. Εάν δε φορολογηθεί επί πλέον από το κράτος, χωρίς τη συγκατάθεση, ή, έστω, την θυμωμένη ανοχή της, πόσο μάλλον όταν νοιώσει ότι κινδυνεύει η ατομική ιδιοκτησία, τότε γίνεται εντελώς απρόβλεπτη – με αποτέλεσμα να ξεσπούν από το πουθενά ξαφνικές καταιγίδες: μεγάλες κοινωνικές αναταραχές δηλαδή, οι οποίες σπάνια δεν είναι αιματηρές.

Εάν τυχόν η πολιτική εξουσία θελήσει να κατευνάσει την οργή του πλήθους απέναντι στα μέτρα που παίρνει, προσφέροντας κάποια ένοχα εξιλαστήρια θύματα, τότε επιδεινώνει κατά πολύ τη θέση της. Αρκεί κανείς να θυμηθεί τη Μαρία Αντουανέτα και την ανόητη επιμονή της να υποστεί την κρίση του δικαστηρίου – ένα γεγονός που «καθαίρεσε» τη βασιλεία στα μάτια του όχλου, ο οποίος διαπίστωσε ότι δεν ήταν αντιμέτωπος με Θεούς, όπως πίστευε μέχρι τότε, αλλά με απλούς θνητούς, όπως ο ίδιος.         
Εκτός απροόπτου, η επόμενη βουλή και η κυβέρνηση της Ελλάδας θα έχει μεταβατικό χαρακτήρα – αφού θα είναι υποχρεωμένη (όχι αναγκασμένη, αφού υπάρχουν πολλές λύσεις) να υποταχθεί σε αυτά που έχουν υπογράψει τα βασικά συστατικά μέλη της (μνημόνια της ντροπής), χωρίς να υπολογίσει την οργή του πλήθους, όταν έλθει η ώρα της εφαρμογής τους.
Με δεδομένο δε ότι αυτά τα μέτρα, αφενός μεν δεν θα έχουν ποτέ την έγκριση του λαού, αφετέρου οδηγούν στην απόλυτη αποτυχία, στην απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, στην υποδούλωση, στη λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, καθώς επίσης στην ολοκληρωτική εξαθλίωση, η χώρα ίσως δεν θα αποφύγει τη δημιουργική καταστροφή – μία εξαιρετικά επώδυνη διαδικασία κάθαρσης, από την οποία κανένας δεν ξεφεύγει αλώβητος.      
Σε κάθε περίπτωση, η αντίστροφη μέτρηση στη Δύση έχει ήδη ξεκινήσει, τα βαριά σύννεφα του απολυταρχισμού έχουν καλύψει ολόκληρο τον ουρανό και κανένας δεν φαίνεται να είναι σε θέση να κατανοήσει, πόσο μάλλον να αντιστρέψει την πορεία προς το άγνωστο. 

Η ΙΔΙΑΤΕΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩ
“Εάν κατανοήσουμε πως δεν είναι μόνο η Ελλάδα στο μνημόνιο, αλλά ολόκληρη σχεδόν η Ευρώπη, αφού οι περισσότερες χώρες της, η μία μετά την άλλη, υποχρεώνονται να υιοθετήσουν την ίδια πολιτική εγκληματικής λιτότητας (μοναδική ίσως διαφορά της Ελλάδας είναι το ότι απλά προηγείται στο δρόμο της καταστροφής, δανειζόμενη ενυπόθηκα από τα άλλα κράτη - τα οποία όμως δανείζονται με τη σειρά τους για να την δανείσουν, από τους ίδιους τοκογλύφους), θα διαπιστώσουμε πως μας συνδέουν πολύ περισσότερα με τις άλλες χώρες, από όσα μας χωρίζουν”.
Δυστυχώς, το δίλημμα απέναντι στο οποίο μας έχει τοποθετήσει η Ενωμένη Ευρώπη, δεν είναι καθόλου ευχάριστο – αφού καλούμαστε ουσιαστικά να επιλέξουμε μεταξύ της δικτατορίας των αγορών, υπό την αιγίδα της πρωσικής Γερμανίας, και του εθνικισμού (κρατισμού, προστατευτισμού). Εν τούτοις, παρακάμπτοντας αυτή τη θλιβερή διαπίστωση, οφείλουμε να τονίσουμε ότι, όταν τασσόμαστε υπέρ της ΕΕ, αναφερόμαστε σε μία Ευρώπη των Πολιτών της – σε ένα επόμενο στάδιο δηλαδή της εξελικτικής διαδικασίας από την πόλη-κράτος στο κράτος-Έθνος, με κίνδυνο φυσικά να χαρακτηρισθούμε ως «ουτοπιστές».   

Στα πλαίσια αυτά, έχουμε την εντύπωση ότι, αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα του ευρώ από μία εντελώς εσφαλμένη οπτική γωνία – αφού το θέμα μας δεν είναι το κοινό νόμισμα, αυτού καθαυτού, αλλά η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Άλλωστε όλοι μας γνωρίζουμε ότι, το ευρώ είναι ένα πολιτικό νόμισμα, ότι ουσιαστικά υιοθετήθηκε με στόχο την ειρήνη στην Ευρώπη – η οποία συνήθως κινδύνευε από τη Γερμανία και το νόμισμα της, αφού χρησιμοποιούσε την ισχύ του για τις ανέκαθεν επεκτατικές της βλέψεις.  
Ειδικότερα, εάν θεωρούσαμε ότι, η ένωση της ηπείρου μας αποτελεί ένα βήμα προς το μέλλον, ένα στάδιο εξέλιξης καλύτερα όπως κάποτε από τη φυλή στην πόλη-κράτος και από αυτήν στο κράτος-Έθνος, τότε θα αντιμετωπίζαμε εντελώς διαφορετικά το θέμα του νομίσματος. Φυσικά τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει σε όλα τα κράτη-μέλη, κυρίως σε αυτά του ευρωπαϊκού Νότου, είναι πάρα πολύ μεγάλα και δύσκολα στην επίλυση τους. Προέρχονται όμως σχεδόν εξ ολοκλήρου από την αλαζονική πολιτική της Γερμανίας, σε συνδυασμό με την εξουθενωτική λιτότητα που έχει επιβάλλει σε όλους τους εταίρους της.
Είναι όμως αλήθεια λογικό να επιτρέψουμε στη Γερμανία να μας οδηγήσει ξανά στο φυλετισμό και στον «άκρατο εθνικισμό», καταστρέφοντας κοινές προσπάθειες δεκαετιών; Δεν βλέπουμε όλοι ότι, η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα προβάλλεται ως λύση από τους θιασώτες του «κρατισμού», σε αμφότερες τις ακραίες περιοχές της πολιτικής τοποθέτησης; Δεν είναι παράλογο να πιστεύουμε σε κενά, σε άνευ περιεχομένου εκβιαστικά διλήμματα του τύπου «μνημόνιο ή δραχμή»; Δεν είναι εντελώς ανόητο να επηρεαζόμαστε από «απολυταρχικές» θέσεις, σύμφωνα με τις οποίες ένα κράτος χάνει την εθνική του ανεξαρτησία, εάν δεν έχει το δικό του νόμισμα;

Δεν βλέπουμε ότι, στην κυριολεξία βομβαρδιζόμαστε με συνεχείς αναφορές του «αγγλοσαξονικού μετώπου», σύμφωνα με τις οποίες η επιστροφή στη δραχμή θα έλυνε όλα μας τα προβλήματα; Πιστεύει αλήθεια κάποιος από εμάς ότι είναι για το καλό μας ή μήπως αποτελεί μέρος της στρατηγικής εξασθένισης του ευρώ και ισχυροποίησης του δολαρίου;    
Όσον αφορά τη χώρα μας, προφανώς και η τυχόν υιοθέτηση της δραχμής δεν θα ήταν η συντέλεια του κόσμου – αφού πάντοτε υπάρχουν λύσεις, ειδικά όταν πρόκειται για μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα όπως η Ελλάδα. Εν τούτοις, δεν είναι ο φόβος μας απέναντι στη δραχμή η αιτία που υπερασπιζόμαστε το ευρώ, αλλά η πεποίθηση μας ότι, η Ευρωζώνη αποτελεί ένα εξελικτικό στάδιο – το οποίο φυσικά παρουσιάζει πολλά προβλήματα, αρκετά δύσκολα στην επίλυση τους, αλλά όχι άλυτα.
Σε κάθε περίπτωση έχουμε την άποψη πως όταν ένα μέλος μίας οικογένειας είναι εντελώς αντιδραστικό, όπως η Γερμανία σήμερα, δεν είναι λογικό να ταχθούμε υπέρ της διάλυσης της οικογένειας, για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Μπορούμε απλά να προσπαθήσουμε να το «συνετίσουμε» όσο πιο καλά γίνεται - αλλά, εάν συνεχίσει να μας ενοχλεί, τότε είναι καλύτερα να το διώξουμε, αντί να του επιτρέψουμε να διαλύσει όλη την οικογένεια.
Στα πλαίσια αυτά, είναι ίσως σκόπιμη η από κοινού επιστροφή όλων των κρατών της Ευρωζώνης στην αφετηρία (2000), έτσι ώστε να αντιμετωπισθούν καλύτερα τα διάφορα προβλήματα που έχουν προκύψει - ενδεχομένως με την πολιτική ένωση να προηγηθεί (ως όφειλε) της νομισματικής, με ή χωρίς τη Γερμανία.  

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ
Συνολικά στην παγκόσμια οικονομία, το σύνολο των επενδύσεων είναι ίσο με το σύνολο των αποταμιεύσεων.Απλούστερα, δεν μπορούν να διενεργηθούν επενδύσεις, μεγαλύτερες από το σύνολο των αποταμιεύσεων. Δυστυχώς, επειδή στην Ευρωζώνη οι αποταμιεύσεις έχουν «αποσυρθεί» και συγκεντρωθεί στο Βορά, ο Νότος δεν έχει τη δυνατότητα να επενδύσει – οπότε, όσα προγράμματα λιτότητας και αν εφαρμόσει, δεν πρόκειται να επιλύσει τα προβλήματα του.
Χωρίς επενδύσεις δεν υπάρχει ανάπτυξη, η οποία να μπορεί να ισοσκελίσει τα μειωμένα έσοδα του δημοσίου, λόγω της λιτότητας και του περιορισμού της κατανάλωσης – επομένως, είναι αδύνατη η έξοδος από την κρίση. Για παράδειγμα, όταν κάνουμε οικονομία, καταναλώνοντας λιγότερη βενζίνη, στερούμε έσοδα από το κράτος, ανάλογα με το ύψους του φόρου που συμπεριλαμβάνεται στην τιμή. Εάν το κράτος προσπαθήσει να αντισταθμίσει τη μείωση αυτή των εσόδων του αυξάνοντας τους φόρους, τότε μειώνεται ακόμη περισσότερο η κατανάλωση της βενζίνης, τα έσοδα του κοκ. – ένας φαύλος κύκλος, ο οποίος οδηγεί τελικά στην κατάρρευση, εάν δεν υπάρξουν έσοδα από νέες επενδύσεις.   
Από την άλλη πλευρά τώρα, το σύνολο των εξαγωγών διεθνώς, είναι ίσο με το σύνολο των εισαγωγών – επομένως, τα πλεονάσματα είναι ίσα με τα ελλείμματα. Όταν λοιπόν μία χώρα έχει πλεονάσματα, κάποια άλλη (άλλες) έχει αντίστοιχα ελλείμματα – τα οποία χρηματοδοτούνται από τα έσοδα των πλεονασμάτων (οι πλεονασματικές χώρες δανείζουν τις ελλειμματικές).
Σε κάθε περίπτωση η ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση, η μη συμμετρική δηλαδή κατανομή ελλειμμάτων και πλεονασμάτων στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών στον πλανήτη (Πίνακας Ι), σε συνδυασμό με την ευρωπαϊκή ασυμμετρία (μη ισορροπημένη κατανομή ελλειμμάτων και πλεονασμάτων εντός της Ευρωζώνης), συνιστούν τα δύο μεγαλύτερα προβλήματα της εποχής μας.

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Κυριότερες πλεονασματικές – ελλειμματικές χώρες σε δις $ το 2010
Α/Α
Χώρα
Ισοζύγιο
Α/Α
Χώρα
Ισοζύγιο
1
Κίνα
272,5
1
Η.Π.Α.
-561,1
2
Ιαπωνία
166,5
2
Ισπανία
-66,7
3
Γερμανία
162,3
3
Ιταλία
-62,0
4
Ρωσία
68,8
4
-56,4
5
Νορβηγία
60,2
5
Γαλλία
-53,3
* Το έλλειμμα στο ισοζύγιο της χώρας, αποτέλεσμα της λεηλασίας της εκ μέρους του ΔΝΤ, υπολογίζεται στα 79,2 δις $ - ένα εξαιρετικά ανησυχητικό σημάδι, σε συνδυασμό με τη φούσκα ακινήτων. 
Πηγή: The World Factbook
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται λοιπόν από τον Πίνακα Ι, οι πλεονασματικές οικονομίες (αριστερά), οι οποίες αναπτύσσονται ουσιαστικά εις βάρος των ελλειμματικών (δεξιά), είναι αυτές οι οποίες απειλούν σήμερα τον πλανήτη – όπως επίσης η Γερμανία την Ευρωζώνη.    

Συνεχίζοντας, κάποια στιγμή η διαδικασία αυτή φθάνει στο τέλος της – το αργότερο όταν τα ελλειμματικά κράτη υπερχρεώνονται, αδυνατώντας να ανταπεξέλθουν με τις υποχρεώσεις τους. Τότε, οι επιλογές τους δεν είναι άλλες από την απαίτηση διαγραφής μέρους των χρεών τους ή από την υποδούλωση τους στους δανειστές – με τη λεηλασία τόσο της δημόσιας, όσο και της ιδιωτικής περιουσίας τους, για την εξόφληση των οφειλών τους.    
Περαιτέρω, όταν οι αποφάσεις των συνόδων κορυφής της Ευρωζώνης αφορούν αποκλειστικά και μόνο την υιοθέτηση ενός αυστηρού προγράμματος σταθερότητας, σημαίνει ότι επιχειρείται η εξωτερίκευση των προβλημάτων όλων μαζί των χωρών. Δηλαδή, η Ευρωζώνη σχεδιάζει σαν σύνολο να αυξήσει τις εξαγωγές της στον υπόλοιπο πλανήτη, μειώνοντας τις εισαγωγές της – κάτι που φυσικά είναι αδύνατον να επιτευχθεί, αφού δεν πρόκειται να επιτραπεί από τις υπόλοιπες χώρες. 
Επίσης είναι αδύνατον να πραγματοποιηθεί από τα επί μέρους κράτη εντός της Ευρωζώνης, αφού δεν μπορούν να υπάρξουν πλεονασματικές χώρες, χωρίς ελλειμματικές. Το τέχνασμα της «εξωτερίκευσης» μπορούσε μέχρι σήμερα να λειτουργήσει, επειδή εφαρμοζόταν από μερικές μόνο χώρες (Γερμανία, Ολλανδία κλπ.), εις βάρος όλων των υπολοίπων. Όταν όμως όλες οι χώρες μαζί ακολουθήσουν την ίδια πολιτική, συμπεριφερόμενες σαν μία μεγάλη οικονομία, η οποία όμως θέλει να λύσει τα προβλήματα της με τις μεθόδους των μικρών οικονομιών, τότε είναι αδύνατον να επιτύχει.
Επομένως η Ευρωζώνη, παρά τα σχετικά υγιή θεμελιώδη μεγέθη της, είναι καταδικασμένη να αποτύχει – κάτι που θεωρούμε ότι μάλλον δεν θα αργήσει να συμβεί, εάν δεν αλλάξει αμέσως πορεία. Εάν δεν μετατραπεί σε μία μεγάλη οικονομία, όπως οι Η.Π.Α., η οποία να μπορεί να επιλύσει τα προβλήματα της εσωτερικά, είναι αδύνατον να υπάρξει κοινό μέλλον για τα κράτη-μέλη της – οπότε πιθανότατα θα διαλυθεί, επιστρέφοντας σε εκείνη την εποχή, όπου το ένα κράτος έλυνε τα προβλήματα του, εις βάρος του άλλου (γεγονός που μάλλον θα συνοδευόταν από μαζικές χρεοκοπίες, από αθετήσεις πληρωμών, από την ολοκληρωτική κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, καθώς επίσης από μία τρομακτική μείωση του βιοτικού επιπέδου όλων των Ευρωπαίων).
Στα πλαίσια αυτά, μόνο η στενή συνεργασία των ελλειμματικών χωρών-μελών της Ευρωζώνης μεταξύ τους, θα μπορούσε να λειτουργήσει «αντισταθμιστικά» – παράλληλα με την απαίτηση μαζικής διαγραφής μέρους των δημοσίων χρεών ή/και εφικτού διακανονισμού των υπολοίπων χρεών όλων των χωρών (επιμήκυνση χρόνου αποπληρωμής, χαμηλά επιτόκια), έτσι ώστε να διευκολυνθούν τόσο οι επενδύσεις, όσο και η ισορροπημένη ανάπτυξη. 

Η ελπίδα της Ευρώπης να ξεφύγει από την κρίση χρέους είναι η ανάπτυξη – η οποία όμως είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί, όταν οι περισσότερες χώρες της είναι εγκλωβισμένες στον κύκλο του διαβόλου: στα υπερβολικά υψηλά δημόσια και ιδιωτικά χρέη τους.
Ειδικότερα σε χώρες, οι οποίες είναι υπερβολικά χρεωμένες, δεν υπάρχει καμία προοπτική επενδύσεων. Η αδυναμία επενδύσεων όμως εμποδίζει την ανάπτυξη και οδηγεί μία χώρα «βαθύτερα» στην κρίση – μεγεθύνοντας τόσο το δημόσιο, όσο και το ιδιωτικό χρέος της. Το γεγονός αυτό βυθίζει τις κοινωνίες σε μία επώδυνη αγωνία για το μέλλον τους, με αποτέλεσμα να απειλείται η ειρήνη, η ασφάλεια, η κοινωνική συνοχή, η ελευθερία και η δημοκρατία.
Οι εμπειρικές έρευνες έχουν τεκμηριώσει πως το συνολικό χρέος ενός κράτους, δημόσιο και ιδιωτικό, δεν πρέπει να υπερβαίνει το 200% του ΑΕΠ. Επάνω από αυτό το όριο δυσκολεύεται η ανάπτυξη ενώ, όταν το χρέος είναι πολύ υψηλότερο, τότε η πορεία αντιστρέφεται – με αποτέλεσμα να εισέρχεται η χώρα σε έναν καθοδικό σπειροειδή κύκλο, από τον οποίο είναι αδύνατον να ξεφύγει με άλλον τρόπο, εκτός από τη χρεοκοπία ή τον πληθωρισμό. Στον Πίνακα ΙΙ καταγράφονται τα συνολικά χρέη ορισμένων χωρών του πλανήτη.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Συνολικά χρέη 2011, δημόσια και ιδιωτικά, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ
Χώρα
Σύνολο
Τράπεζες
Επιχειρήσεις
Νοικοκυριά
Δημόσιο
Ιρλανδία
1.166
689
245
123
109
Μ. Βρετανία*
847
547
118
101
81
Ιαπωνία
641
188
143
77
233
Ισπανία
457
111
192
87
67
Γαλλία
449
151
150
61
87
Βέλγιο
435
112
175
53
95
Πορτογαλία
422
61
149
106
106
Ιταλία
377
96
110
50
121
Η.Π.Α.
376
94
90
92
100
Ελλάδα
333
22
74
71
166
Γερμανία**
321
98
80
60
83
Πηγή: MM (IMF)
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σημείωση: Τα γερμανικά νοικοκυριά είναι χρεωμένα κατά μέσον όρο με 13.800 €, τα ελληνικά με 10.200 € και τα ιρλανδικά με 30.200 € (πηγή: Creditreform Γερμανίας).  Πρόκειται λοιπόν για ένα τεράστιο πλεονέκτημα της Ελλάδας, το οποίο δεν μπορεί δυστυχώς να χειριστεί σωστά η κυβέρνηση. Το γεγονός αυτό τεκμηριώνει πόσο ικανοί είναι οι Έλληνες, μοναδικό πρόβλημα των οποίων είναι η διεφθαρμένη, ανίκανη και ανεπαρκής Πολιτική τους.  

Περαιτέρω, το μέσο συνολικό χρέος στην Ευρωζώνη υπερβαίνει σήμερα το 300% του ΑΕΠ – γεγονός που σημαίνει ότι, χρέη πάνω από 5 τρις €, εκ των οποίων το 1,5 τρις € αφορά τον ιδιωτικό τομέα και τα υπόλοιπα το δημόσιο, οφείλουν να «απομονωθούν», έτσι ώστε να μειωθούν προγραμματισμένα. Αυτά τα 5 τρις € λοιπόν θα έπρεπε να χρηματοδοτηθούν με την έκδοση κοινών ευρωομολόγων χαμηλού επιτοκίου – έτσι ώστε να διευκολυνθούν οι υπερχρεωμένες χώρες πληρώνοντας τόκους, οι οποίοι δεν θα επιβαρύνουν υπερβολικά τους προϋπολογισμούς τους. Μόνο εάν «απομονωθούν» εν μέρει τα χρέη, θα υπάρξει ανάπτυξη και δεν θα διαλυθεί η ζώνη του ευρώ.
Όπως έχουμε πολλές φορές τονίσει, το πρόβλημα δεν είναι αυτού καθαυτού το χρέος, αλλά η δυνατότητα εξυπηρέτησης του - οι τόκοι, καθώς επίσης οι δόσεις αποπληρωμής του. Εάν λοιπόν δεν βρεθεί σύντομα ένας τρόπος, όπως η έκδοση ευρωομολόγων με χαμηλά επιτόκια (γεγονός που προϋποθέτει φυσικά την απόφαση για την πολιτική ένωση της ζώνης του ευρώ), τότε δεν πρόκειται να υπάρξει ανάπτυξη – γεγονός που θα οδηγήσει πολλές χώρες σε ακραίες πολιτικές εξελίξεις. Ας μην ξεχνάμε ότι, οι εθνικιστικές πολιτικές παρατάξεις στην Αυστρία ξεπερνούν το 27% των ψηφοφόρων, στην Ελβετία το 26%, στη Νορβηγία το 20%, στη Γαλλία το 17% κοκ.
Από τον Πίνακα ΙΙΙ που ακολουθεί, τεκμηριώνεται το γεγονός ότι, το χρέος της Ελλάδας θα ήταν πολύ καλύτερα διαχειρίσιμο, εάν το επιτόκιο διαμορφωνόταν στο 1,25% (1% είναι το σημερινό βασικό της ΕΚΤ) - χωρίς καμία διαγραφή χρέους και με δόσεις εξόφλησης 40 ετών.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: Αποπληρωμή του χρέους σε 40 ετήσιες δόσεις  (α) χωρίς διαγραφή (360 δις €) και (β) με διαγραφή 100 δις € (260 δις €)
Δημόσιο Χρέος
Τόκοι
Χρεολύσια
Σύνολο
360 δις € με 1,25%
4,50
9,00
13,50
260 δις € με 8,00%
20,80
6,50
27,30
Σημείωση: Για διευκόλυνση, δεν συνυπολογίζουμε τη συνεχή μείωση των ετησίων τόκων, λόγω της αποπληρωμής των δόσεων του χρέους.   

Όπως φαίνεται καθαρά από τον Πίνακα ΙΙΙ, η ετήσια επιβάρυνση (τοκοχρεολύσια), χωρίς διαγραφή χρέους και με 1,25% επιτόκιο θα ήταν της τάξης των 13,5 δις € - ενώ με διαγραφή 100 δις € και με επιτόκιο 8% θα ήταν 27,3 δις €. Επομένως, η μη διαγραφή και η επιβάρυνση μας με χαμηλό επιτόκιο, θα ήταν μία πολύ πιο συμφέρουσα λύση για την Ελλάδα – παράλληλα, η λύση αυτή θα ήταν σχετικά εφικτή στην επίτευξη της, καθώς επίσης απόλυτα έντιμη, ενώ δεν θα υποχρέωνε τις τράπεζες μας να «ξεπουληθούν» στους ξένους εισβολείς
Ολοκληρώνοντας, όσον αφορά την ανάγκη «αποχρέωσης» του ιδιωτικού τομέα (νοικοκυριά και επιχειρήσεις), όλα τα κράτη θα πρέπει να ιδρύσουν επενδυτικές τράπεζες, κατά το παράδειγμα της γερμανικής Kfw, έτσι ώστε δανειζόμενες από την ΕΚΤ, να δανείζουν απ’ ευθείας την πραγματική οικονομία με χαμηλά επιτόκια – με στόχο αφενός μεν τη μείωση των χρεών, αφετέρου την αύξηση των επενδύσεων.    
Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΗΓΕΜΟΝΙΑ
Η ισχύς της Γερμανίας, η οποία φαίνεται από την βιομηχανική της ηγεμονία, προέρχεται κυρίως από την υπερβολική εξάρτηση της από το εξαγωγικό εμπόριο – τόσο από τις εισαγωγές, όσο και από τις εξαγωγές. Οι εξαιρετικά υψηλές εισαγωγές της δε (γύρω στα 900 δις €) την έχουν καταστήσει απαραίτητη σε πολλές άλλες χώρες – όπως φαίνεται κυρίως από την Ολλανδία.
Η συγκεκριμένη χώρα λοιπόν, σε αντίθεση με την Ελλάδα, για παράδειγμα, δεν έχει καμία απολύτως δυνατότητα να καλύψει μόνη της τις ανάγκες της – δεν μπορεί ποτέ δηλαδή να καταφέρει να είναι αυτάρκης. Ο Πίνακας ΙV που ακολουθεί τεκμηριώνει την εξάρτηση της Γερμανίας από το εξαγωγικό εμπόριο:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙV: Εξωτερικό εμπόριο Γερμανίας σε δις €
Έτος
ΑΕΠ
Εισαγωγές
% ΑΕΠ
Εξαγωγές
% ΑΕΠ
2008
2.290
805,8
35,1
984,1
42,9
2009
2.180
664,6
30,5
803,3
36,8
2010
2.230
797,1
35,7
951,9
42,7
2011
2.370
901,9
38,1
1.060,2
44,7
ΠηγήFactbookStatBundesamt
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Το γεγονός αυτό, η εξάρτηση της δηλαδή, την έχει υποχρεώσει να χρησιμοποιεί κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσον, για να διατηρεί τη βιομηχανική της ηγεμονία – προσελκύοντας επενδυτικά κεφάλαια, διατηρώντας σταθερές τις αμοιβές των εργαζομένων της, περιορίζοντας το κοινωνικό κράτος κοκ.
Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, οι υψηλές ονομαστικές αμοιβές των εργαζομένων της, σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, δεν επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την ανταγωνιστικότητα της – αφού οι μισθοί συμμετέχουν πολύ λιγότερο στο τελικό  κόστος ενός βιομηχανικού προϊόντος (πόσο μάλλον υψηλής τεχνολογίας), από ότι στις υπηρεσίες, ειδικά σε αυτές που δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν μηχανήματα για τον περιορισμό των εργατικών (τουρισμός κλπ.).   
Συνεχίζοντας, η οικονομία της Γερμανίας στηρίζεται σε επιχειρηματίες και εργαζομένους, οι οποίοι είναι πρόθυμοι να υποφέρουν τα πάνδεινα για τη δόξα της πατρίδας τους (πάνω από όλα η Γερμανία – Deutschland uber alles), απαιτώντας ελάχιστα – αφού η φιλοσοφία της ζωής τους είναι, σε αντίθεση με πολλούς άλλους λαούς, η λιγότερη δυνατή δυστυχία και όχι η ευτυχία.
Οι Γερμανοί λοιπόν ανήκουν σε εκείνους τους ελάχιστους λαούς, οι οποίοι μπορούν να αντισταθούν πειθαρχικά στην κατανάλωση και στο δανεισμό – ενώ τοποθετούν πάνω από όλα την ασφάλεια, εις βάρος φυσικά της ελευθερίας και της Δημοκρατίας. Εάν τυχόν μπορούσαν οι Έλληνες, οι Γάλλοι ή οι Ιταλοί, τρεις πάρα πολύ πλούσιες χώρες, να λειτουργήσουν ανάλογα, ο μύθος της γερμανικής παραγωγικότητας θα αποτελούσε παρελθόν. Για την τεκμηρίωση των παραπάνω, είναι ίσως σκόπιμο να αναφέρουμε την περιγραφή του Keynes:
Από αγροτική, φτωχή και αυτοσυντήρητη η Γερμανία (το αυτοσυντήρητος συνοδεύεται συνήθως από το φτωχός – κάτι που οφείλουν να γνωρίζουν οι συνήγοροι αυτής της πολιτικής στην Ελλάδα), μετασχηματίσθηκε μετά το 1870 σε μία απέραντη και περίπλοκη βιομηχανική μηχανή, εξαρτώμενη για τη λειτουργία της από την ισορροπία πολλών παραγόντων εκτός των συνόρων της – καθώς και εντός αυτής.

Μόνο λειτουργώντας αυτή η μηχανή αδιάκοπα και σε πλήρη δράση, μπορούσε να βρει απασχόληση στο εσωτερικό για τον αυξανόμενο πληθυσμό της, καθώς επίσης τα μέσα για να αγοράζει τα προς το ζην από το εξωτερικό. Η γερμανική μηχανή έμοιαζε με μία σβούρα, η οποία για να διατηρήσει την ισορροπία της έπρεπε να γυρίζει ολοένα και γρηγορότερα.
Γύρω από τη Γερμανία, σαν κεντρικό υποστύλωμα, συναθροίστηκε το υπόλοιπο του ευρωπαϊκού οικονομικού συστήματος καιαπό την ευημερία της Γερμανίας εξαρτιόταν κυρίως η ευημερία των υπολοίπων της ηπείρου. Ο αυξανόμενος βηματισμός της Γερμανίας έδωσε στους γείτονες της μία διέξοδο για τα προϊόντα τους, σε αντάλλαγμα για την οποία η επιχειρηματικότητα του Γερμανού εμπόρου τους εφοδίαζε για τις βασικές ανάγκες τους σε χαμηλές τιμές.
Η Γερμανία δεν τροφοδοτούσε μόνο το εμπόριο της ηπείρου, αλλά προμήθευε και αρκετές χώρες με ένα μεγάλο μέρος του απαιτούμενου για την ανάπτυξη τους κεφαλαίου. Μέσω του συστήματος της ειρηνικής διείσδυσης δε, πρόσφερε σε αυτές τις χώρες όχι μόνο κεφάλαιο, αλλά και κάτι που δεν είχαν λιγότερο ανάγκη: την οργάνωση”.
Όπως είναι γνωστό, η παραπάνω «διαδικασία» οδήγησε την Ευρώπη σε δύο παγκοσμίους πολέμους – γεγονός μάλλον αυτονόητο, αφού όλοι γνωρίζουμε ότι η συνεχής ανάπτυξη απαιτεί κατά καιρούς τη δημιουργική καταστροφή, η ανώτερη «βαθμίδα» της οποίας είναι προφανώς ο πόλεμος.       
Συμπερασματικά λοιπόν, όπως ακριβώς ένας άνθρωπος που γεννήθηκε φτωχός αναγκάζεται να αποκτήσει μεγάλες δεξιότητες (εργατικότητα, μόρφωση κλπ.), για να μπορέσει να επιβιώσει, ενώ ένας πλούσιος όχι, έτσι συμβαίνει και σε ένα κράτος.
Εκτός αυτού, όταν ένας φτωχός, ο οποίος κατάφερε να αποκτήσει δεξιότητες για να πλουτίσει, αντιμετωπίσει μία μεγάλη κρίση (στη ζωή πάντοτε εμφανίζονται κρίσεις), έχει τη δυνατότητα να τα καταφέρει. Αντίθετα, αυτός που γεννήθηκε πλούσιος, όταν αντιμετωπίσει μία κρίση ή όταν χάσει τα χρήματα του, είναι πολύ δύσκολο, εάν όχι απίθανο να τα καταφέρει.
Στην επιστήμη αναφερόμαστε συχνά σε «οικονομίες Ποτέμκιν» - εννοώντας χώρες, όπως η Ρωσία ή οι Αραβικές οι οποίες, διαθέτοντας τεράστιο φυσικό πλούτο, αδυνατούν να εξελιχθούν σε άλλους τομείς. Αντίθετα, χώρες όπως η Ιαπωνία ή ηΓερμανία, φτωχές σε φυσικό πλούτο και σε πρώτες ύλες, υποχρεώνονται να δημιουργήσουν ανάπτυξη για να επιβιώσουν, εξελισσόμενες σε άλλους τομείς – κυρίως δε βιομηχανικούς, οι οποίοι προσφέρουν μεγάλες αποδόσεις.
Ως συνήθως, η φύση λειτουργεί «εξισορροπητικά» – ενώ τα ελαττώματα μετατρέπονται σχετικά εύκολα σε πλεονεκτήματα, αρκεί να τα γνωρίζει κανείς, να μην απογοητεύεται και να αναζητάει τη σωστή μέθοδο για να τα «εκμεταλλευθεί».

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Θεωρούμε υποκειμενικά ότι, αυτό που λείπει από την πατρίδα μας είναι ένα μη αρχηγικό κόμμα, στο χώρο της «χρυσής μεσότητας», το οποίο να υιοθετεί τις αρχές της άμεσης δημοκρατίας, της μικτής οικονομίας και της αειφόρου ανάπτυξης – προσελκύοντας ικανά, επαρκή, ανιδιοτελή και δυναμικά στελέχη στις τάξεις του, τα οποία θα μπορούν να εφαρμόσουν σωστά ένα πρόγραμμα διακυβέρνησης, βασισμένο στις παραπάνω αρχές.
Έχουμε την άποψη ότι, τα «συστατικά» αυτού του κόμματος υπάρχουν στο πολιτικό στερέωμα της χώρας μας – ευρίσκονται όμως «διεσπαρμένα» σε διάφορες παρατάξεις, οι οποίες δυστυχώς «εχθρεύονται» η μία την άλλη και αδυνατούν να συνεργασθούν μεταξύ τους, ως οφείλουν.  Ελπίζουμε όμως ότι οι κίνδυνοι, από τους οποίους απειλείται η Ελλάδα θα υποχρεώσουν τους Έλληνες να ενωθούν δημιουργικά, γράφοντας μία πραγματικά νέα σελίδα στην ιστορία της πάμπλουτης, πολλαπλά προικισμένης πατρίδας μας.   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου