Υπογραμμίσαμε στην αρθρογραφία μας για το θέμα «ΑΟΖ και πετρέλαια»
κάτι τελείως προφανές: Αν διαλέγαμε μια στιγμή να ανοίξουμε τα θέματά
μας με την Τουρκία, αυτή (η σημερινή) θα ήταν η αναντίρρητα χειρότερη
στην ιστορία μας...
του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Πρέπει, άρα, να αποφύγουμε βλακείες ή προβοκάτσιες,
ενισχύοντας την αποτροπή. Ένας στρατιωτικός κοιτάει πρώτα απ’ όλα τη
γραμμή αντιπαράθεσης, από το Διδυμότειχο μέχρι τη Λάρνακα. Αυτή είναι η
δουλειά του - αλίμονο αν δεν την κάνει. Αλλά, ταυτόχρονα, πρέπει
νάχουμε τα μάτια μας ανοιχτά προς όλο τον ορίζοντα. Αλλιώς, κινδυνεύουμε
να την πατήσουμε χειρότερα από τους Γάλλους, που «πάρκαραν» όλο το
στρατό μπροστά στη Γραμμή Μαζινό, για να δουν τον Γκουντέριαν να την
παρακάμπτει, μπαίνοντας σε είκοσι μέρες στο Παρίσι. Η παρούσα κατάσταση της χώρας είναι...
Ανοιχτή πρόσκληση δια πάντα
ενδιαφερόμενο να τη λεηλατήσει και να την ελέγξει – όχι μόνο για την
Τουρκία. Ακόμα κι αν οι μεγάλες δυνάμεις που περιπλέουν στη Μεσόγειο δεν
ήταν οι αιμοβόροι καρχαρίες που γνωρίζουμε από όλη την ιστορία, θα
έσπευδαν να γίνουν προκειμένου να αποτρέψουν τον έλεγχο του ελληνικού
χώρου (Ελλάδα-Κύπρος) από αντιπάλους τους. Συχνότατα, τρίτες δυνάμεις
εκμεταλλεύθηκαν επίσης την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση για δικές τους
επιδιώξεις.
Ο οικονομικός - επικοινωνιακός πόλεμος κατά της Ελλάδας από το 2009
εξελίχθηκε σε διαδικασία κατάλυσης της ελληνικής (και κυπριακής
οσονούπω) κυριαρχίας, που συνιστά λιγότερο δραματική (ακόμα), αλλά
σοβαρότερη απειλή για τον ελληνικό λαό και το κράτος από οποιαδήποτε θα
μπορούσε να προβάλλει η Τουρκία. Η πολιτική μας απέναντι στην ‘Αγκυρα
πρέπει, κατά συνέπεια, να ξεκινάει από ορθή ανάγνωση του όλου
στρατηγικού περιβάλλοντος, κρινόμενη από το αν συμβάλλει στην
αντιμετώπιση της κύριας, τώρα, απειλής.
Το μήνυμα που πρέπει, σε τέτοιες συνθήκες, να εκπέμψει η Αθήνα προς
την ‘Αγκυρα, οφείλει να είναι όσο σαφέστερο γίνεται: «Δεν προχωράμε
μονομερώς σε αμφισβήτηση του modus vivendi, τυχόν όμως επιβουλή κατά της
ελληνικής εδαφικής ακεραιότητας και ανεξαρτησίας ή της ασφάλειας των
Ελληνοκυπρίων, θα αντιμετωπισθεί χωρίς περιορισμό, με κάθε μέσο,
ανεξαρτήτως κόστους» (όπως είπε ο Γεώργιος Παπανδρέου, «αν θέλετε να
ανοίξετε την πόρτα του τρελοκομείου, θα μπούμε κι εμείς»). Μόνο τέτοιο
μήνυμα επιτρέπει στην Αθήνα να αντιμετωπίσει τον οικονομικό πόλεμο,
χωρίς ταυτόχρονη γεωπολιτική πίεση ή απειλή.
Η δήλωση Νταβούτογλου περί αποφυγής μονομερών ενεργειών στο θέμα των
θαλασσίων ζωνών δίνει την κατ’ αρχήν εντύπωση ότι μια συνεννόηση είναι
δυνατή τώρα με την ‘Αγκυρα. Πρέπει βέβαια αυτό να επιβεβαιωθεί και η
συνεννόηση να περιλάβει ρητά το Καστελόριζο. Ορισμένοι φίλοι μας
υπενθυμίζουν ότι η ‘Αγκυρα έχει κάνει ήδη τη «δική της» μονομερή
ενέργεια, με τις δημοσιεύσεις στην εφημερίδα της κυβέρνησης. Είναι
γεγονός, αν και μόνο κρινόμενο τοπικά. ‘Αλλωστε και η Ελλάδα έχει
αναγνωρίσει με το νόμο Μανιάτη, που κατέθεσε στον ΟΗΕ, τη μέση γραμμή.
Οι τουρκικές κινήσεις στο Καστελόριζο συνιστούν απάντηση στις
κυπριακές έρευνες. Οι Τούρκοι αντιλαμβάνονται καλύτερα από μας την
ενότητα του ελληνικού χώρου. Δεν θα πήγαιναν ασφαλώς να κάνουν πόλεμο με
το Ισραήλ στην πλατφόρμα της Noble, αντέδρασαν στο δικό μας σημείο
«αδυναμίας». Για να βάλεις τρυπάνια στη Μεσόγειο, πρέπει να έχεις
στρατηγικό ορίζοντα δεκαετιών. Σήμερα πάντως, η Κύπρος απειλείται με
κατάλυση από τους «Πιστωτές» και η Τρόικα θέλει να της αρπάξει τους
υδρογονάνθρακες που την έβαλαν να ψάξει! Να δούμε την κατάληξη.
Μέχρι στιγμής, για το Καστελόριζο διατυπώθηκαν απλώς αντίθετοι
ισχυρισμοί. Τα πράγματα θα γίνουν σοβαρά αν η Τουρκία πάει σε εξόρυξη.
Ανεξαρτήτως δεσμεύσεων Νταβούτογλου, η Ελλάδα οφείλει ασφαλώς να
καταρτίσει επ’ αυτού σχέδιο αντίδρασης, συμμετρικό ή μη συμμετρικό. Το
σχήμα που περιγράψαμε για την πολιτική επί των θαλασσίων ζωνών συνιστά
συντηρητική πολιτική, επιτρέπουσα όμως τη διατήρηση των ελληνικών
δικαιωμάτων, χωρίς την ανάληψη κινδύνων που δεν μπορούν καν να
υπολογισθούν ακριβώς. Αν κάποιος θέλει «μαχητικότερη» πολιτική, πρέπει
να προσκομίσει τα επιχειρήματά του, που θεμελιώνει τα οφέλη και πως
αντιμετωπίζει τους κινδύνους. Η φασαρία περί την ΑΟΖ και τα πετρέλαια,
δεν συνοδεύεται μέχρι τώρα από αξιόπιστη στρατηγική ανάλυση
ωφέλους/κινδύνων, αντίθετα, θεμελιώνεται επί περιέργων και επικινδύνων
ανακριβειών.
Η ενίσχυση της αποτροπής έναντι της Τουρκίας μπορεί και πρέπει να γίνει με τρεις τρόπους:
α) θέσπιση κατώτερου ορίου αμυντικών δαπανών
β) σε περιβάλλον πολύ μειωμένων οικονομικών δυνατοτήτων, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε την κρίση ως ευκαιρία να αποκτήσουμε «στρατό νέου τύπου», προσαρμοσμένο στις αληθινές αμυντικές ανάγκες, όχι σε αυτές του «στρατιωτικο-μεσιτικού συμπλέγματος», της ξένης εξάρτησης και των άκριτα μεταφερόμενων μοντέλων ΝΑΤΟϊκών εγχειριδίων. Η μνημονιακή μείωση δαπανών, όπως παντού, γίνεται «οριζόντια», με κριτήρια αντίθετα στο εθνικό συμφέρον και την αμυντική επάρκεια
γ) το «δόγμα» της «ευέλικτης απάντησης» υπέβαλαν οι Αμερικανοί φίλοι, ενδεχομένως και για να ελέγχουν καλύτερα τις ελληνοτουρκικές εντάσεις, προσφέροντας στο ελληνικό πολιτικό προσωπικό «στρατηγικό μανδύα» απόκρυψης της δειλίας και έλλειψης στρατηγικής αντίληψης. Δεν στερείται χρησιμότητας, χρήζει όμως συμπλήρωσης με αξιόπιστη επιφύλαξη απρόβλεπτης, ασύμμετρης, ολοκληρωτικής, «απαραδέκτου κόστους» απάντησης. Αφού μας αρέσουν οι κατηγορίες της πυρηνικής στρατηγικής, ας τις αντιγράψουμε όλες.
Αυτό επιτρέπει να πάμε από την ήδη ανέφικτη «ισότητα εξοπλισμών» στην
επιδίωξη συμβατικής «ισοτιμίας» (parity). Η έννοια του πολέμου πρέπει
επίσης να αντιμετωπισθεί όχι ως στενά στρατιωτική, αλλά ως γενικότατη,
περιλαμβάνουσα κάθε στοιχείο αντιπαράθεσης. Π.χ. αν ο πρωθυπουργός ήθελε
να αποφύγει εμπλοκή τη βραδιά των Ιμίων, μπορούσε να απειλήσει και να
πραγματοποιήσει, αν δεν έπιανε η απειλή, επέκταση χωρικών υδάτων την
άλλη μέρα.
Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό για μια κυβέρνηση που θα θελήσει να εφαρμόσει
τέτοιο φιλόδοξο πρόγραμμα αναμόρφωσης των ενόπλων δυνάμεων,
συμβάλλοντας αποφασιστικά στη γενικότερη ανόρθωση της χώρας. Ο αμυντικός
τομέας δεν έχει μόνο αμυντική σημασία, έχει επίσης οικονομική,
κοινωνική, τεχνολογική. Είναι βέβαια ο δύσκολος, όχι ο πολιτικάντικος ή
τυχοδιωκτικός δρόμος. Θέλουμε να ελπίζουμε ότι δεν υπερβαίνει πολύ τις
δυνατότητες του πολιτικο-κρατικού προσωπικού.
ΕΛΚΕΔΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου