Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2018

Να γυρίσει οριστικά ανάποδα ο καναπές, για να σταθούν πραγματικά όρθιοι και περήφανοι οι πολίτες

Και τώρα λοιπόν είναι η ώρα να συζητήσουμε για ευθύνες. Μόνο που για να το κάνουμε με την οφειλόμενη συνέπεια απέναντι στην ιστορία πρωτίστως, οφείλουμε ΚΑΙ την διακριτότητα των ρόλων να καταδεικνύουμε, αλλά ΚΑΙ το περιβάλλον μέσα στο οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις, να το περιγράφουμε με απόλυτη νηφαλιότητα και υποδειγματική αμεροληψία...


Σε αυτό άλλωστε συνίσταται και η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην υπεύθυνη πολιτική των πραγμάτων προσέγγιση, και στους εγωκεντρικούς αλαλαγμούς των κάθε λογής καιροσκόπων της πολιτικής και της παραφιλολογίας.

Παραδοχή πρώτη: Όλη αυτή η διεργασία, η οποία επιχειρείται να εμφανιστεί ως «διαπραγμάτευση», δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια διαχείριση προσυμφωνημένων, που συντελείται υπό την απόλυτη Νατοϊκή κηδεμονία, ΚΑΙ της Ελλάδας… ΚΑΙ των Σκοπίων… ΚΑΙ του φυλακισμένου ορίζοντα στο εύρος του οποίου περιορίζεται το μέλλον της Βαλκανικής.

Παραδοχή δεύτερη: Όλο αυτό το επίπλαστο σκηνικό, το οποίο επιχειρείται να εμφανιστεί ως «ιστορική ευκαιρία», δεν είναι τίποτε περισσότερο από την αναγκαία «απόψυξη» μιας διαχειριστικής εκκρεμότητας, που επιδιώκεται να διευθετηθεί σε μια ιστορική συγκυρία μέσα στην οποία κλειδώνει και τυπικά μια γεωστρατηγική ανασύνταξη στην Βαλκανική, ΟΧΙ για να «κλειδώσει» μαζί της μια νέα περίοδος ηρεμίας και γεωπολιτικής σταθερότητας, αλλά διότι...
στην νέα φάση των μεταψυχροπολεμικών εντάσεων που κυοφορείται, αυτό ακριβώς απαιτείται από τους σχεδιασμούς των ισχυρών.

Παραδοχή τρίτη:  Το υποτιθέμενο «γαμώτο» για την επί 25ετία βαλτωμένη "ιστορική εκκρεμότητα" που ναρκοθετεί τη σταθερότητα στα Βαλκάνια, είναι ψευδές και αποπροσανατολιστκό.

Το συγκεκριμένο πρόβλημα ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ο έφηβος της Βαλκανικής ιστορίας. ΕΙΝΑΙ η χιλιοατιμασμένη γεροντοκόρη της.

Οι πραγματικές του καταβολές, δεν οριοθετούνται στο Δεκέμβρη του 1991, αλλά στις 10 Αυγούστου του 1913, μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, όταν με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου οριοθετήθηκαν τα σύνορα των Βαλκανικών κρατών, με περιγραφή τοπωνυμίων και με περιγραφικές αναφορές που δεν αποσαφηνίζουν τη χρήση του γεωγραφικού όρου «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» ως αποκλειστικό Ελληνικό προνόμιο. Δυστυχώς όμως για τους "διαπραγματευτές" μας εκείνης της εποχής, αυτό προφανώς φάνταζε μια ανώδυνη λεπτομέρεια, αν και από τα γεγονότα του Ήλιντεν, μας χώριζε μόλις μια ανάσα μέσα στο χρόνο.

Η κοντόφθαλμη αντιμετώπισή του στα χρόνια της Τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας, αρκούνταν σε δευτερεύουσες παθητικές παρεμβάσεις (όπως η μη αναγνώριση τίτλων πανεπιστημιακών και άλλων από την ομόσπονδη Δημοκρατία στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβικής οντότητας). Ενώ…

Η εγκληματική πολιτική του διαχείριση στην τελική της φάση, απασφάλισε ουσιαστικά ήδη από το Δεκέμβρη του 1991, στα πλαίσια της δουλοπρεπούς πολιτικής συμπεριφοράς του Ελληνικού πολιτικού προσωπικού, όταν η πρώην Γιουγκοσλαβία διαμελιζόταν.

Και φυσικά κλείδωσε το 1995 με την «ενδιάμεση συμφωνία», την οποία ακόμη και στο επίπεδο των συμβολισμών, ανακοίνωσε από την Εκάλη ο Αμερικανός επιτετραμένος κ. Μίλερ, και ούτε καν ο Έλληνας πρωθυπουργός.

Όσο για τη νυφίτσα της διαμεσολάβησης – τον γνωστό κ. Νίμιτς – αυτός δεν εμφανίστηκε από το πουθενά. Στο δικηγορικό γραφείο των Σάιρους Βάνς και Μάθιου Νίμιτς, ανέθεσε αυτό το ύψιστο καθήκον, το ΠΑΣΟΚ του κ. Α. Παπανδρέου και καλό είναι να τα θυμόμαστε και αυτά.
  • Αυτή λοιπόν είναι η ιστορική βάση πάνω στην οποία τοποθετείται το πρόβλημα… 
  • Αυτοί είναι οι πρωταγωνιστές οι οποίοι με τις πράξεις ή την ανοχή τους συνέτειναν έτσι ώστε να είναι αυτή η ιστορική βάση πάνω την οποία τοποθετείται το πρόβλημα… 
  • Και φυσικά αυτό είναι και το βρώμικο γεωπολιτικό σχέδιο μέσα στο οποίο ενσωματώνεται όλη αυτή η διαδικασία, διότι κάποιοι θέλουν το Σκοπιανό να παραμείνει πρόβλημα… Να παραμείνει η κορυφαία πηγή ανατροφοδότησης της αστάθειας στη Βαλκανική… Και φυσικά επιδιώκουν μέσα από τη διαχείρισή του να τεθεί η χώρα μας σε ένα καθεστώς διαρκούς και αέναης γεωπολιτικής ομηρείας.
Η απάντηση στο «τι κάνουμε τώρα» δεν είναι απλή. 
Πρώτα απ όλα διότι διαφορετικά πράγματα εντέλλεται να κάνει το πολιτικό προσωπικό, από τον όρκο του στο Σύνταγμα αυτής της χώρας… 
Για διαφορετικά πράγματα αποδεικνύει ότι εντέλλεται να κάνει διαχρονικά, μέσα από τις διαχρονικές δουλοπρεπείς δεσμεύσεις του… 
Και εντελώς διαφορετικά πράγματα είναι εκείνα τα οποία θα ήθελε να το υποχρεώσει να κάνει η ίδια η Ελληνική κοινωνία.

Από την άλλη μεριά, αυτό που είναι βέβαιο, είναι πως ότι κάνουμε, οφείλουμε να το κάνουμε ΤΩΡΑ, διότι ΤΩΡΑ επιχειρείται να «κλειδώσουν» αποφάσεις με αποτύπωμα ιστορικό. Και αν αυτές οι αποφάσεις δεν ανακοπούν ΤΩΡΑ, τότε ΑΥΡΙΟ τίποτε πλέον δεν θα είναι αναστρέψιμο.

Το πρώτο πράγμα λοιπόν που οφείλουμε να κάνουμε, είναι να μην αποσυνδέσουμε την αναγκαιότητα της οργανωμένης αντίδρασης, από την ανάγκη ανακοπής της ημερήσιας διάταξης στην ατζέντα των ισχυρών, μέσα στο συγκεκριμένο γεωπολιτικό χρόνο στον οποίο υλοποιείται αυτή η ατζέντα. Και εδώ οι απεραντολογίες δεν βοηθούν. Χρειάζονται συγκεκριμένες αποφάσεις.

Το δεύτερο πράγμα που επείγει να κατακτήσουμε, είναι μια διαφορετική σχέση με τα πρωθύστερα που διέπουν το πρόβλημα στο σύνολό του. Και στο βαθμό που διαπιστώνουμε – και σωστά διαπιστώνουμε – πως η «επίλυση» του προβλήματος θα είναι οδυνηρή για τον τόπο, όσο οι πρακτικές δουλοπρέπειας δεν ανατρέπονται, και όσο το πλέγμα της βαθιάς εξάρτησης της χώρας παραμένει στο απυρόβλητο, τότε οι επιλογές που έχουμε είναι δυο:
  • Η μια είναι να αναμασάμε τη διαπίστωση, την ώρα που όλοι οι υπόλοιποι υλοποιούν πολιτικές.
  • Η άλλη επιλογή, είναι να μετατρέψουμε την πρόκληση σε πραγματική ιστορική ευκαιρία. 
Με την κοινωνία στο δρόμο, μαχόμενη και αποφασισμένη να αποτρέψει τη «λύση» που μαγειρεύεται, η «πρόσβασή» της σε περισσότερο ώριμες πολιτικές αντιλήψεις που θα θέτουν επί τάπητος το συνολικότερο πρόβλημα της εξάρτησης και μιας συνολικά διαφορετικής πολιτικής, θα καθίσταται ευκολότερη μέσα από την ίδια της την πολιτική εμπειρία.

Και φυσικά μια τρίτη επείγουσας σημασίας υποχρέωση, είναι να αποτολμήσουμε ΣΥΝΟΛΙΚΗ και ΕΝΙΑΙΑ αντίληψη, απέναντι σε ένα πρόβλημα που είναι ΕΝΙΑΙΟ και ΑΔΙΑΙΡΕΤΟ, και οποιαδήποτε απόπειρα κατακερματισμού, είναι προκαταβολικά καταδικασμένη να αποτύχει. Στη βάση αυτής της διαπίστωσης, υπάρχει ανάγκη να αποσαφηνίσουμε τα ακόλουθα:

Πρώτον: Εξάρτηση, εντεταλμένος ρόλος του διαμεσολαβητή, και διαχρονική δουλοπρέπεια του Ελληνικού πολιτικού προσωπικού, είναι η μια ενότητα προβλημάτων μέσα στην οποία μοιραία ενσωματώνεται η διαχείριση του Σκοπιανού.

Δεύτερον: Η όποια τεχνητή απόπειρα αποσύνδεσης του αλυτρωτισμού από την ονοματολογία, είναι θεμελιακό λάθος. Πρόκειται για πρόβλημα δυσυπόστατο και αλληλοτροφοδοτούμενο, ενιαίο και αδιαίρετο. 
  • Η χρήση του ονόματος «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» αποτέλεσε τη βάση πάνω στην οποία αναπτύχθηκαν και ενδυναμώθηκαν οι αλυτρωτικές διαθέσεις στο γειτονικό κρατίδιο ήδη από την εποχή της ομόσπονδης υπόστασής του. 
  • Στη βάση αυτού του ονόματος τροφοδοτήθηκαν με υπόσταση γεωπολιτική αυτού του είδους οι αλυτρωτισμοί. 
  • Και με προσδιοριστικό αυτό το όνομα, συγκεκριμενοποιούνται τα προς «λύτρωσην» αλύτρωτα γεωγραφικά και έμψυχα επίδικα. Καλό είναι λοιπόν να εγκαταλείψουμε τις αδιέξοδες αυταπάτες.
Δεν υπήρξε… Δεν υπάρχει… Και δεν μπορεί να υπάρξει καταλυτική, αδιαπραγμάτευτη και οριστική αντιμετώπιση του αλυτρωτισμού, αποσυνδεδεμένη από το πρόβλημα της ονοματοδοσίας.

Πολύ δε περισσότερο σήμερα, που ο ζωτικός χώρος της αναφοράς του, βρίσκεται σε στρατηγικού χαρακτήρα σύγκρουση με τον Αλβανικό μεγαλοϊδεατισμό, και η οποία όλα δείχνουν πως θα καταστεί ανεξέλεγκτη, με την πατρίδα μας να προειδοποιείται, πως αργά ή γρήγορα θα αποτελέσει μέρος αυτής της επικίνδυνης αλυτρωτικής ατζέντας.

Για το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, λέχτηκαν και γράφτηκαν πολλά. Η γνώμη του γράφοντος, είναι πως οι διεργασίες μέσα στην κοινωνία, δεν μπορούν ούτε να αντιμετωπίζονται, ούτε να αφορίζονται, ούτε πολύ περισσότερο να εκχωρούνται συλλήβδην.

Οι πραγματικοί πρωταγωνιστές σ αυτό το συλλαλητήριο, δεν ήταν ούτε οι αμφιλεγόμενων προθέσεων ομιλητές, ούτε βεβαίως οι κυριολεκτικά ελάχιστοι γραφικοί του περιθωρίου, το εύρος της παρουσίας των οποίων είναι σφάλμα να υπερδιογκώνεται. 

Οι πραγματικοί πρωταγωνιστές ήσαν απλοί και καθ όλα αξιοπρεπείς πολίτες, απλοί καθημερινοί άνθρωποι οι οποίοι ξέρουν καλά, πως δεν πήγαν στο συλλαλητήριο για ν ακούσουν το παραλήρημα κανενός Φραγκούλη.

Πήγαν γιατί διαισθάνονται τη μεγάλη βρωμιά που κυοφορείται… 
Πήγαν γιατί διατηρούν αλώβητα να αναπαλλοτρίωτα κάποια ευαίσθητα τμήματα της ψυχής τους, παρά την πρωτοφανή δυστυχία που βιώνει στο σύνολό της η κοινωνία μας… 
Πήγαν για να τους δουν οι ΕΔΩ... 
Πήγαν για να τους δουν οι ΕΔΩ και οι ΑΠΕΝΑΝΤΙ... 
Πήγαν για να τους δουν οι ΕΔΩ, οι ΑΠΕΝΑΝΤΙ και οι ΥΠΕΡΑΝΩ και των δυό. 

Και πήγαν μονάχα για δυο λόγους:
  • Πρώτον για να εκφράσουν την αληθινή αγωνία τους, για την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας, εξ αιτίας του βρώμικου σχεδίου που βρίσκεται σε εξέλιξη σε ολόκληρη την Βαλκανική. Και...
  • Δεύτερον για να καταδείξουν την αποφασιστικότητά τους να την υπερασπιστούν μέχρι κεραίας.
Γι αυτό πήγαν... Γι αυτό ξαναπήγαν... Γι αυτό και θα ξαναπάνε όσες φορές χρειαστεί... Όποιος κι αν είναι αυτός που θα πάρει την πρωτοβουλία να τους καλέσει. 
  • Γιατί θα πρέπει αυτός ο κάποιος να λέγεται Φραγκούλης;;; 
  • Γιατί θα πρέπει αυτός ο κάποιος να εμφορείται από την αντίληψη Φραγκούλη;;; 
  • Και κυρίως γιατί θα πρέπει αυτή η κοινωνία που έχει τη διάθεση να αγωνιστεί, να καταδικάζεται να ακούσει αποκλειστικά και μόνο αντιλήψεις και προσέγγιση του προβλήματος, όπως αυτές από τις οποίες εμφορείται ο κάθε Φραγκούλης;;;
Δεν ευθύνεται η κοινωνία για ότι είπε και για ότι ενδεχομένως επεδίωξε ο κάθε Φραγκούλης…

Και προφανώς δεν ευθύνεται η κοινωνία, επειδή όλοι εμείς δεν αναζητήσαμε τρόπους που θα την καταστήσουν ικανή να γενικεύσει τα ιδανικά του αγώνα της, στοχοποιώντας ολόκληρο το πλέγμα της εξάρτησης που αντιμετωπίζει, και κάτω από το οποίο τελικά συνθλίβεται η χώρα.

Επίλογος...
Η μαζικότητα του συλλαλητηρίου, ξεπέρασε κάθε προσδοκία, αν συνυπολογίσει κανείς και τη γενικότερη κοινωνική παράλυση που παρατηρείται αυτή την εποχή. 
Το αποτέλεσμά του προβλημάτισε τους φτηνοαναλυτές της μιας μέρας που επεχείρησαν να το απαξιώσουν προκαταβολικά, και τώρα σπεύδουν να στρογγυλέψουν τις γωνιές στις περισπούδαστες αναλύσεις τους, προκειμένου να καρωθούν μεταχρονολογημένω τα όποια αντισταθμίσματα.
Η ανταπόκριση του κόσμου προφανώς και δεν περνά απαρατήρητη από τα επιτελεία των χορογράφων, που είναι βέβαιο πως μετά την πρώτη τους προσπάθεια να το αποσιωπήσουν ακόμη και ως γεγονός, ήδη αναζητούν μεθόδους για να εκφυλίσουν τη δυναμική που φάνηκε ότι μπορεί να αποπνεύσει.

Ως γεγονός επομένως, οφείλει να προβληματίσει και όλους εμάς, που επιμένουμε να μην το προσεγγίζουμε κοντόφθαλμα μέσα στην αυτοτέλειά του, αλλά ως κρίκο σε μια αλυσίδα παρεμβάσεων που μπορεί να συμβάλλει στην μαζική επανενεργοποίηση του Ελληνικού λαού, για το σύνολο των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα.

Τα περιθώρια είναι προφανές ότι στενεύουν επικίνδυνα. Το Σκοπιανό και οι όποιες λανθάνουσες πλην όμως απατηλές προσδοκίες επενδύθηκαν σ αυτό, μέσα στο χρόνο της αδιέξοδης προσμονής των δυόμιση δεκαετιών που μεσολάβησαν, οδηγούνται στο χρηματιστήριο της φτηνής εξαργύρωσης, μαζί με ότι απέμεινε από την αξιοπρέπεια της χώρας, και μάλιστα με όρους που θέτουν σε ευθεία αμφισβήτηση την ίδια της την υπόσταση, μηδέ αποκλειομένου ακόμη και αυτού του κινδύνου που σχετίζεται και με τον εδαφικό της διαμελισμό.

Γι αυτό και η πρόκληση είναι σαφής: Δεν αρκεί η αποκάλυψη του βρώμικου γεωπολιτικού σχεδίου που εξυφαίνεται σε ολόκληρη τη Βαλκανική, και που για πολύ συγκεκριμένους λόγους θυματοποιεί ανεπίστρεπτα την ίδια τη χώρα. 

Και φυσικά δεν αρκεί το πολιτικό ξεβράκωμα της δουλοπρέπειας του πολιτικού προσωπικού που πρωταγωνιστεί σε αυτή την αθλιότητα. 

Και βεβαίως αυτή τη φορά, η Ελληνική κοινωνία δεν πρέπει να επαναπαγιδευτεί μέσα από ένα καινούριο παρκάρισμα του προβλήματος, που για την ίδια θα συνιστά ολέθρια αυταπάτη, ενώ για τους πρωταγωνιστές και χορογράφους θα σηματοδοτήσει την δρομολόγηση εναλλακτικών διαδρομών, με αμετάβλητη την τελική στρατηγική τους επιδίωξη. 

Η πραγματική πρόκληση επομένως, είναι η βιώσιμη συνέχεια στην επανενεργοποίησή της, με διευρυμένο πολιτικό ορίζοντα στους στόχους της. Είναι η ανάγκη να διαπεράσει η ανησυχία για το μέλλον της χώρας, το σύνολο των αγωνιστικών της διεργασιών, από τη γειτονιά μέχρι το συνδικάτο. Από τον αγώνα για το βιοπορισμό, μέχρι την ανάγκη να μετατρέψει το κίνημα αντίστασης στους κατοχικούς πλειστηριασμούς, σε κίνημα πολιτικής ανατροπής, με στόχο την ανάκτηση του πλήρους ελέγχου της χώρας. 

Είναι ίσως η πραγματική ιστορική ευκαιρία, έτσι ώστε, να γυρίσει οριστικά ανάποδα ο καναπές, για να σταθούν πραγματικά όρθιοι και περήφανοι οι πολίτες. 

Ο αγνός και άδολος πατριωτισμός αυτού του λαού, είναι απόλυτα ταυτισμένος και με τα μεγάλα έπη του, και με τους μεγάλους κοινωνικούς του αγώνες. Είναι ένα πολύτιμο κεφάλαιο, που δεν αποσπάται... δεν αποσυνδέεται... αλλά ενσωματώνεται απόλυτα στις πιο λαμπρές σελίδες της Ελληνικής ιστορίας.  

Είναι η ευαίσθητη χορδή που επανενεργοποιήθηκε, και είναι στο χέρι όλων μας να αποτελέσει και τη θρυαλλίδα της πολιτικής ανατροπής, που θα βάλει τον τόπο μας οριστικά σε μια άλλη πορεία.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου