Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΚΡΟΔΕΞΙΟ ΠΑΡΑΛΗΡΗΜΑ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ

Πριν δέκα χρόνια δεχτήκαμε μια συκοφαντική επίθεση από τον τότε Αρχισυντάκτη της εφημερίδας «Λαϊκό Βήμα» κ. Δημήτρη Κίκκη. Εκτοξεύει τα συκοφαντικά του βέλη σε ένα ρεπορτάζ που έγραψε κατά παραγγελία του πελάτη του, ο οποίος αδυνατούσε να απαντήσει μόνος του σε μια εμπεριστατωμένη κριτική που του κάναμε... 

Μας υποχρέωσε και του δώσαμε τη δέουσα απάντηση στο άρθρο της «Αφύπνιση» Αρ. 8,  Ιούλιος 2004: «ΦΤΗΝΑ ΦΕΡΕΦΩΝΑ ΓΙΑ ΦΤΗΝΟΥΣ ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ».    Ο λόγος για τα ακροδεξιά παπαγαλάκια. Έπειτα, από σχεδόν δέκα χρόνια στο βιβλίο «Η Τσάτιστα  του Πωγωνίου» ο κύριος Σοφοκλής Έξαρχος κάνει το ίδιο πράγμα με ακροδεξιά δυσοσμία και περισσότερη αύρα μίσους. Μιλάμε για ένα έξαλλο παπαγαλάκι. Η μεγάλη δεκάχρονη απόσταση χρόνου ίσως δημιουργεί την εντύπωση ότι...
Εχουμε να κάνομε με άσχετα και τυχαία πράγματα. Στην πραγματικότητα δεν είναι ούτε άσχετα, ούτε τυχαία. Είναι η συνέχεια του ίδιου  απελπισμένου απαρχαιωμένου κατεστημένου.
          
Από αυτή τη σκοπιά θα ήταν περιττό  να ασχοληθούμε με τα σαλιαρίσματα του Έξαρχου, με αυτά που λέει και αυτά που γράφει. Την απάντηση την έχει πάρει προ πολλού και στις δυο εφημερίδες που έχω εκδώσει, «Μεγαλόχαρη Πολύτσανη» και «Αφύπνιση», όπως και στα οκτώ βιβλία μου που κυκλοφορούν.
Σαν πρώτο βήμα αναδημοσιεύω ένα απόσπασμα από το προαναφερόμενο άρθρο «Φτηνά φερέφωνα για φτηνούς αποδέκτες» με τίτλο: «Ρεπορτάζ κατά παραγγελία». Πέραν αυτού, υπάρχει σοβαρός λόγος που μας υποχρεώνει να επιστρέψουμε  σε αυτό το θέμα.
          
Σε αυτόν τον ανώμαλο καιρό που ζούμε ο κόσμος βρίσκεται σε απόγνωση, έχει χάσει και τη μνήμη του. Και το χειρότερο έχει γίνει πολύ ευάλωτος στα κακώς λεγόμενα και σε κάθε είδους  συκοφαντικές συμπεριφορές. Κατόπι, να μη ξεχνάμε  την πολιτική συγκυρία, την βαθιά πολιτική και οικονομική κρίση που βιώνομαι η οποία αναδύει την έξαρση των ακραίων φαινομένων, τα εθνικιστικά σοβινιστικά παραληρήματα. Σε αυτά τα βαλτόνερα  κολυμπάει το προαναφερόμενο βατράκι.
          
Οι παραπάνω λόγοι επιβάλουν την ενημέρωση του κόσμου σαν προϋπόθεση  αποφυγής κάθε κακόβουλης παραπληροφόρησης, κάθε αναζωπύρωσης εθνικιστικών εξάρσεων, οι οποίες, όπως είναι γνωστό, έχουν προκαλέσει και απειλούν να προκαλέσουν βαριά πλήγματα. Αυτό επιβάλλεται πολλαπλά  στις περιπτώσεις που έχουμε να κάνομε με αδιάβαστους, ανιστόρητους, φανατικούς εθνικιστές, ανεύθυνους και αδίσταχτους συκοφάντες, όπως είναι στην περίπτωσή μας το ξέφρενο   παπαγαλάκι, ο κ. Σοφοκλή Έξαρχος.  
          Καταρχήν, όπως προανέφερα αναδημοσιεύω ένα απόσπασμα που απαντάει άμεσα και ολοκληρωτικά στις αναμοχλεύσεις του:

«Ρεπορτάζ κατά παραγγελία»
                    Ο κύριος Κίκκης αποκαλεί «αισχρές κατηγορίες» τις καταγγελίες που κάναμε για παραπληροφόρηση και παραπλάνηση όπως και για κάποιες άλλες παράπλευρες σκοπιμότητες  με πολιτικές παρενέργειες που νομίζουμε ότι δεν ταυτίζονται με την καλοπροαίρετη επινόηση της εθνικής μας υπόθεσης.
Ένας σοβαρός υπεύθυνος δημοσιογράφος απορρίπτει καταγγελίες με στοιχεία και επιχειρήματα  και όχι με  κούφια λόγια εντυπωσιασμού για φτηνούς αποδέκτες. Αυτό δεν μπορεί να το κάνει ο κ. Δημήτρης Κίκκης, ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Λαϊκό Βήμα», ο κατήγορός μας, γιατί απλώς είναι άοπλος, δεν διαθέτει ούτε στοιχεία ούτε επιχειρήματα.
Επομένως,  δεν του μένει άλλο παρά να ενταχτεί και αυτός στα άχαρα σενάρια της παραπληροφόρησης, παραπλάνησης και συκοφαντικής σπίλωσης. Έτσι, λοιπόν, αποβαίνουν μπούμερανγκ οι δήθεν αισχρές κατηγορίες γιατί αισχρές είναι οι αβάσιμες, οι ψεύτικες και οι πλαστικές  πάσης φύσεως σκοπιμοτήτων, που ο ίδιος πλασάρει στο ρεπορτάζ.    
 
Και  ενώ σε αυτό το ρεπορτάζ παρελαύνει όλη η πλειάδα των διασημοτήτων του Πωγωνίου όπως παραδείγματι ο κ. Μενέλαος Ζώτος και άλλοι αναφέρετε επίσης και αποκλειστικά σ’ ένα «μαύρο πρόβατο», το οποίο είμαι εγώ.  Εγώ που καταγγέλλω δημοσίως τον προαναφερόμενο, τον κ. Ζώτο για σπιλωτικές συμπεριφορές παραπλάνησης και παραπληροφόρησης. Ολοφάνερο, ο κύριος  Κίκκης εντάσσετε, στο ρόλο του φτηνού φερέφωνου, σε αυτό το σπιλωτικό παιχνίδι, προσφέροντας τις υπηρεσίες του στον κ. Μενέλαο. Και αυτή η δημοσιογραφική του αποστολή  στο Πωγώνι  μαγείρεμα  αυτού του κυρίου είναι.
                      
Έπειτα γιατί κ. Κίκκη θέτετε θέμα πατριωτισμού. Το ξέρετε, αφού σέβεστε  τις απόψεις μου, όπως δηλώνετε,  ότι  εγώ  δεν βαδίζω και δεν πατώ στο ναρκοπέδιο του διαχωρισμού των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών σε πατριώτες και προδότες γιατί πιστεύω ακράδαντα ότι μια τέτοια πολιτική θέση τινάζει στον αέρα την ιερή εθνική ενότητα.
Λοιπόν βρίσκεστε σε βαθιά σύγχυση. Κανένας δεν αμφιβάλει για τον πατριωτισμό του πελάτη σας. Το δηλώνω ξεκάθαρα στο γραπτό μου: « με κανέναν τρόπο  ούτε κατά διάνοια δεν στοχεύω να επισκιάσω το έργο και την συμβολή του στην εθνική μας υπόθεση». Από που τα βγάζετε τα αυθαίρετα σχόλια σας;
Μάλλον, τον αδικείτε τον κ. Μενέλαο όταν τον αποκαλείτε απλά «καλό πατριώτη». Του αξίζει πολλά περισσότερα. Θα έλεγα ότι κατά βάθος  είναι ένας πραγματικός υπερπατριώτης. Από αυτά που διαβάζω σε κάτι αφιερώματα που σε μνημονεύονται  αυτό λένε και για σας.
Όμως, αυτές οι υπερβάσεις στο εθνικό φρόνημα κάπου δεν ταιριάζουν με την σωστή τοποθέτηση του εθνικού μας θέματος. Εμείς αυτά τα «υπέρ» και κάθε εθνικιστικό σύνδρομο τα θεωρούμε βλαύσιμα και επιζήμια. Αυτά τα «υπέρ» είναι διασπαστικά, διχαστικά. Αφ’ ενός, δημιουργούν την προνομιούχα αφρόκρεμα από τον ελλαδικό  χώρο των Βορειοηπειρωτών που εσείς θεοποιείτε, η οποία, και μπράβο της, έχει κάνει επάξια το εθνικό της καθήκον στις  ελεύθερες συνθήκες της δημοκρατικής Ελλάδας, αφ ετέρου όμως, υποβαθμίζουν μέχρι ταπείνωσης όλο τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό που αγωνίστηκε και επιβίωσε αντάξια και περήφανα ολόκληρο μισό αιώνα στο σκοταδισμό του τότε δικτατορικού καθεστώτος.
Το έχομε επισημάνει πολλαπλά ότι πραγματικός ήρωας σε όλη αυτή την υπόθεση είναι αυτός ο Ελληνισμός που εσείς με την νοοτροπία των «υπέρ» τον ενοχοποιείτε. Θεωρείται ηρωισμό μόνο τις διαμαρτυρίες για τα δίκαια του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού …… ενώ τον τιτάνιο αγώνα των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών στις τρομαχτικές συνθήκες εκείνης της μαύρης εποχής να κρατηθεί όρθιος ο Ελληνισμός και να διατηρήσει την εθνική του ταυτότητα όπως και να διαπρέψει το ελληνικό δαιμόνιο και η ζωτικότητα της φυλής μας, τα υποτιμάτε και τα ξεχνάτε…
Εάν εσείς έχετε ενοχές και τύψεις να το κάνετε,  αλλά δεν δικαιούστε να ενοχοποιήσετε αυτό το θύμα, όπως το κάνουν πολλοί από τους αυτοαποκαλούμενους εθνοπατέρες, να ενοχοποιήσετε αυθαίρετα  με το σφαιρικό σύνδρομο (όλοι στον ίδιο σάκο) κάθε Έλληνα Βορειοηπειρώτη που έζησε το δικό του Γολγοθά στην ενβερική κόλαση. Θέλετε δε θέλετε μια τέτοια πολιτική νοοτροπία σας τοποθετεί στο ρόλο του εθνικού συκοφάντη. ΄……..
Τώρα, κατά τ’  άλλα, δηλαδή, για αυτά  περί «Αλέκηδων» που λαλήσατε,  πολύ απλά, δείχνουν και επιβεβαιώνουν μόνο την φτήνια σας και το ποιόν σας.
Είμαι περήφανος που διέπρεψα σαν Έλληνας στο δημοσιογραφικό χώρο. Και διέπρεψα  με την σχετική έννοια στο ρόλο της ιδιόμορφης δημοσιογραφικής εσωτερικής αντιπολίτευσης. Κριτική ζητούσαν από εμένα και όχι ύμνους, κριτική στην οικονομία, μέσα κι’ έξω. Διαβάστε τι λέει ο αλβανικός τύπος για μένα: «.. κύριε  οικονομολόγε, ακαδημαϊκέ για ποιον εργάζεσαι και ποιος σε πληρώνει; Σε γνωρίζουμε για μεγάλο οικονομολόγο  στο θέμα των πετρελαίων και εσύ προσπαθείς να βάλεις φωτιά στην αδελφοσύνη με τον ελληνικό λαό;…».
Τώρα το ότι εσείς με προάγετε μέχρι και σύμβουλο των πρωθυπουργών της Αλβανίας που δεν είχα την τύχη βέβαια και ψεύδεστε ασυστόλως  φαίνετε  ότι σε κάποιο μαγειρείο τα έχετε δανειστεί, όπως και τις άλλες παραπληροφορήσεις που ασφαλώς δεν μπορεί να είναι άλλο εκτός από αυτόν του πελάτη σας. .....
Οι διαμαρτυρίες για τα δίκαια του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού από τα ήρεμα Γιάννενα, για σας κ. Κίκκη, υπολογίζονται και μετράνε, ενώ αυτές οι βροντόφωνες διαμαρτυρίες στο στόμα του λύκου από τα ταραγμένα Τίρανα δεν έχουν καμιά σημασία.  Αυτές δεν τις κάνει ο πελάτης σας και οι συναφή του κατεστημένου, αλλά ο μοναδικός, ο Αλέκο Χατζής στις 16 Μαρτίου 1991 με το διάγγελμα: «Η τραγωδία της Ελληνικής Μειονότητας» που βούιζε όχι μόνο η Αλβανία αλλά όλη η οικουμένη.
Μέχρι τότε δεν είχε τολμήσει κανένας από το χώρο μας και κανένας από εσάς να απευθύνει δημόσιο κατηγορώ για την ανθελληνική πολιτική του δικτατορικού καθεστώτος. Ούτε  η ΟΜΟΝΟΙΑ, ούτε ο πρωτεργάτης ιδρυτής της (όπως σας αποκαλούνε), ούτε το «Λαϊκό Βήμα». Αυτό το έκανε ολομόναχος ο Αλέκο Χατζής και δεν ζήτησε ποτέ δάφνες. Και το χειρότερο δεν τον στήριξε κανείς.
Τα επακόλουθα  για το πολιτικό κατηγορώ είναι γνωστά. Από την πολιτική ηγεσία της Αλβανίας άρχισε μια οργανωμένη πολύπλευρη καταδίωξη πρωτοφανές για τα αλβανικά δεδομένα. Από τις πολλές θα  αναφέρω μια δήλωση από τον αλβανικό τύπο: “Zeri i Popullit”, 21 Μαρτίου 1991: Απόσπασμα από το άρθρο με τίτλο: «ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ «ΔΡΑΜΑ» ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΛΕΚΟΥ ΧΑΤΖΗ» (Ποτέ άλλοτε δεν χει αναφερθεί το προσωπικό όνομα στον τίτλο του αλβανικού τύπου): «.. κ. Χατζή, όταν εσείς διατυπώνεται ότι έχει αλλοιωθεί η εθνική ταυτότητα και έχει εφαρμοστεί ανθελληνική πολιτική προσβάλλεται τον αλβανικό λαό, το κόμμα εργασίας και το αλβανικό κράτος».
Αυτός είναι ο «τρομερός» δημοσιογράφος του “Zeri i Popullit” που εσείς ειρωνεύεστε κ. Κίκκη. Πραγματικά και τρομερός, και τολμηρός και ατρόμητος. Και όχι μόνο για αυτή την περίπτωση αλλά και για πολλές άλλες που δεν είναι του παρόντος.
Δεν πιστεύω να είστε τόσο αδιάβαστος δημοσιογράφος που να μη γνωρίζεται τουλάχιστον αυτή τη δημόσια αλβανική καταδίωξη όταν εσείς ακόμα βρισκόσασταν  στη χόβολη του οχυρωμένου περιβάλλοντός σας. Βεβαίως, δεν μπορώ να πω ότι σε αυτή την κατεύθυνση αποτελείτε αποκλειστικότητα. Υπάρχουν κ’ άλλοι που σήμερα κοκορεύονται αγνοώντας την ιστορική αλήθεια όπως την  αγνοεί και το γιαννιώτικο  κατεστημένο που εσείς στην προκειμένη περίπτωση με ευλάβεια  εξυπηρετείτε τα «υπέρ» του.
Σημείωμα: Το αναφερόμενο Άρθρο έχει δημοσιευτεί όταν ο Μενέλαος ήταν εν ζωή και σε ενεργό δράση, όμως δεν έδωσε καμιά απάντηση, όπως και ο κ.  Κίκκης.


Άκουσον τώρα το ψύλλισμα του Σοφοκλή Έξαρχου:  
          Πρώτον.- Ένα από τα πολλά άρθρα του αλβανικού τύπου εναντίον μου που με αποκαλεί εχθρό του αλβανικού λαού και πράκτορα είναι ο «Χατζής της Μέκκας». ΄Ετσι αρχίζει το κατήγορό εναντίον μου και ο κύριος Σοφοκλής. Η Μέκκα για τον στόχο του πάει γάντι. Με αυτό το ξεκίνημα θέλει να πλασάρει υπονοούμενα, όχι βέβαια για την ορθόδοξη δόξα των προγόνων μου, αλλά για να διαστρεβλώσει την προέλευσή μου. Ο «Χατζής της Μέκκας», της Μέκκας που είναι η δόξα των Τούρκων πρέπει να είναι είτε Τούρκος, είτε το λιγότερο  Αλβανός, αλλά με κανέναν τρόπο Έλληνας.
Και ο Αλβανός δημοσιογράφος που με καλεί «Χατζή της Μέκκας» το λέει ειρωνικά με την ένια «ρε συ, Ορθόδοξε Χριστιανέ» τι είναι αυτά που μας λες; Κι’ αυτός δεν αμφιβάλει ότι είμαι Έλληνας. Ο κατήγορός μας  διαπιστώνει το αντίθετο, ότι εγώ είμαι Αλβανός, μάλλον τουρκικής προέλευσης. Με αυτό το αμάρτημα προχωράει και πιο πέρα και μας λέει ότι: «καλά κάνουν οι ελληνικές αρχές που δε χορηγούν (σε μένα, δηλαδή) την ελληνική ιθαγένεια».
Τι μπορείς να πει κανείς;  Ψεύδεται, συκοφαντεί, λασπολογεί στοχεύοντας ποταπές σκοπιμότητες, ακόμα και για να απορρίψει  το  αυτονόητο δικαίωμα χορήγησης της ελληνικής ιθαγένειας Εξεπλάγη  όταν πρόσφατα ζητώντας  εξηγήσεις από την υπηρεσία χορήγησης της ελληνικής ιθαγένειας,  γιατί  τόσο μεγάλη και απίστευτη καθυστέρηση, που έχω 22 χρόνια παραμονής στην Ελλάδα, και ίσως να είμαι ο μεγαλύτερος σε ηλικία Έλληνας Βορειοηπειρώτης, 82 ετών και ενώ, πριν από τρία χρόνια ο φάκελος μου είχε ολοκληρωθεί και περίμενα να πάρω την ελληνική ταυτότητα, το επίσημο γραφείο απαντάει ότι «έχουμε πρόβλημα και στείλαμε  τον φάκελό σας στην Ελληνική Πρεσβεία στα Τίρανα για διευκρίνιση της εθνικότητας σας». Πλήρη ταύτιση με το κατήγορο του  κ. Σοφοκλή Έξαρχου. Λέτε να είναι αυτός και οι ομοϊδεάτες του πίσω από αυτό το «πραξικόπημα»;

Δεύτερον,- Εύλογο το ερώτημα, που τοποθετεί του λόγου του αυτός ο κύριος στην σκακιέρα της πάλης των τάξεων που θέτει τόσο απλά σαν αντικείμενο μελέτης στο βιβλίο του; Τι κοστούμι φοράει στην αρένα της ταξικής μονομαχίας;
          Όσοι έζησαν στην πέτρινη εποχή της Αλβανίας, γι΄ αυτούς μερικά πράγματα είναι αυτονόητα. Η μεγαλύτερη επιθυμία των γονιών της εποχής εκείνης, και μάλλον κάθε εποχής, ήταν να εξασφαλίσουν μια κρατική υποτροφία και να σπουδάσουν το παιδί τους γιατρό. Και αυτήν την τύχη την χαίρονταν ελάχιστοι, ακόμα και από τους ψηλούς κομματικούς και κυβερνητικούς κύκλους.
 Όπου και να βρισκόσουν γιατρός ήσουν πρώτος, τα είχες όλα και τα περισσότερα τζάμπα. Ο καλύτερος ευνοούμενος της χώρας. Και διπλά ευνοούμενος όταν διοριζόσουν με δουλειά  στα προάστια των Τιράνων, όπως ήταν η Κρούγια, όπου ασάλευτος πορεύτηκε ο παιδίατρος Σοφοκλής Έξαρχος.  Το «ασάλευτος», βέβαια, απαιτούσε  πολλά προσόντα. Όμως, δεν γνωρίζομε  το περιεχόμενο του φακέλου αυτών των προσόντων του κ. Έξαρχου (;!)
          Ερώτημα; Πως μπόρεσε ένα κατά βάθος τόσο  εχθρικό πρόσωπο, όπως ο ίδιος προβάλλεται, έναντι της Αλβανίας να σκαρφαλώσει τόσο ψηλά; Όχι βέβαια από δικά του προσόντα αλλά σαν εκδήλωση αναγνώρισης των θυσιών της Τσάτιστας στην αντίσταση. Έγινε πατώντας στο αίμα των ηρώων  που έβγαλε το ηρωικό χωριό του, η Τσάτιστα. στον πόλεμο εναντίων των Ιταλών και Γερμανών κατακτητών. Ο ήρωας Θοδωρή Μάστορας σκοτώθηκε πολεμώντας εναντίων των γερμανών σε σερβικό έδαφος τις τελευταίες μέρες του πολέμου.
Η Τσάτιστα, το υπογραμμίζω και στο βιβλίο μου «Λευτεριά Απρόσμενη» έχει μια ιδιαίτερη προσφορά στον αντιστασιακό αγώνα. Ήταν μπροστάρης σε αυτόν τον αγώνα, και όχι μόνο στον χώρο μας αλλά σε ολόκληρη την επικράτεια. Άξιζε πολύ περισσότερες δάφνες, αλλά την στέρησε το κακό το «ριζικό» μας, το ελληνικό. Το γεγονός της συμμετοχής στην αντίσταση ήταν υπολογίσιμο  από τις αλβανικές αρχές και χάρηκε τους καρπούς του αυτός ο κύριος, ο οποίος φθάνει στο απροχώρητο και κατηγορεί προσωπικά και τους ήρωες για λανθασμένες επιλογές.
          Αυτό είναι το βασικό στοιχείο που προκαθόρισε  την ιατρική υποτροφία. Αλλά δεν ήταν επαρκές. Υπήρχαν και άλλα παιδιά απόφοιτα και υποψήφια για υποτροφία εκείνη την χρονιά από το Πωγώνι γενικά και από το χωριό του, την Τσιάτιστα, και τα οποία προέρχονταν και από τον οικογενειακό κύκλο των ηρώων. Κ’ όμως τους ξεπέρασε όλους γιατί κατείχε ένα μαγικό όπλο. Ο κουνιάδος του, ο άντρας της αδελφής του τότε ήταν ασφαλίτης, άνθρωπος της Sigurimi, με μεγάλη υπόληψη από τον Περιφερειάρχη του Αργυροκάστρου. Έμπαινε κι’ έβγαινε στο γραφείο του, σαν στο σπίτι του. Δηλαδή, με το χεράκι της περιβόητης Sigurimi κατόρθωσε να στεφανωθεί με την κορώνα του γιατρού. Αυτός είναι ο κ. Σοφοκλής Έξαρχος που αποκαλεί τον εαυτόν του «εκτός του δικτατορικού συστήματος».
          Έχει και συνέχεια. Προετοιμάστηκε γιατρός για το Πωγώνι, αλλά δεν θέλησε να υπηρετήσει τους άρρωστους συμπατριώτες του και  βρήκε το μέσο να σκαρφαλώσει στο προάστιο των Τιράνων, στην Φουσκρούγια. Αυτό το μέσο είχε την ίδια οσμή του προγενεστέρου μέσου  που τον έκανε γιατρό.
          Μια απλή απάντηση θα θέλαμε  να μας δώσει ο κατήγορός μας κ. Σοφοκλής Έξαρχος. Ζήτησε η Αρχή του Πωγωνίου και του προτάθηκε να ασκήσει το επάγγελμα του γιατρού στον τόπο του, στο Πωγώνι για τον οποίο  του δόθηκε η υποτροφία του γιατρού και γι’ αυτό προορίζονταν. Όμως, δεν δέχτηκε μα κανέναν τρόπο και κινητοποίησε, όπως προαναφέραμε, τα γνωστά μέσα  του, τους δεσμούς του οικογενειακού του  κύκλου με την Sigurimi  για να φωλιάσει στην πατρίδα του Γεώργιου Καστριώτη, στην Κρούγια.
Δηλαδή, η «Ελληνάρα» μας, ο κύριος Έξαρχος απέρριψε τον Ελληνισμό του Πωγωνίου και προτίμησε τους Γκέγκιδες της Κρούγιας. Απέρριψε  την Βόρεια Ήπειρο και ασπάστηκε την Βόεια Αλβανία. Τότες είχε ξεχάσει τον Ελληνικό πατριωτισμό του, όπως τον είχε ξεχάσει και μέχρι χθες, γιατί μέχρι χθες δεν τον έχουμε δει στο μέτωπο του μαχόμενου Ελληνισμού. Τώρα θυμήθηκε  να προβάλει τον Ελληνισμό του στην μορφή του ακροδεξιού παπαγαλισμού.

          Τρίτον.-        Αυτή η «Ελληνάρα» έχει το θράσος να ενοχοποιήσει όλους τους Έλληνες Βορειοηπειρώτες που για την επιβίωση τους και των οικογενειών τους προσπάθησαν να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση, διατηρώντας αλώβητη  την εθνική ελληνική οντότητα. Επιπλέον, διέπρεψαν επαγγελματικά και προβάλανε τις ικανότητες  του δαιμονίου της ελληνικής φυλής. Αυτήν την Ελληνική περηφάνια  δεν έχει μάτια να την δει. Την θεωρεί συνειδητή υπηρέτηση του καθεστώτος, εκτός βεβαίως την περίπτωσή του που την τοποθετεί εκτός συστήματος.
 Οι ψεύτικες κατηγορίες και συκοφαντίες που εκτοξεύει  στο βιβλίο του έχουν προκαλέσει γενική αγανάκτηση στο χωριό του και σε όλο το Πωγώνι. Εν τω μεταξύ,  κάποιους άλλους  τους έχει γεμίσει χαρά και γαλήνια απόλαυση και έχουν εκφράσει τον μεγάλο και ανεπάντεχο θαυμασμό τους για το έργο «αριστούργημα» του «μεγάλου ιστοριογράφου» Σοφοκλή Έξαρχου.
Η μόνη αθώα περιστερά που ευαγγελίζεται είναι η αφεντιά του και το σινάφι του, τους οποίους τους κατατάσσει «εκτός συστήματος». Να τι λέει: «Οι απλοί επαγγελματίες όπως εγώ(!!;;) ή και πολλά στελέχη επιχειρήσεων δεν ήταν μέρος του συστήματος ή της κρατικής και κομματικής ιεραρχίας». Και αναφέρει σαν παράδειγμα τον πολύχρονο Πρόεδρο του Αγροτικού Συνεταιρισμού και τον φίλο του τον  Γενικό γραμματέα της τοπικής εξουσίας της Πολύτσανης τον κ. Χρήστο Τσελίκη, δηλαδή πρόσωπα που κυριάρχησαν στο χώρο δεκαετίες, δηλαδή, τα πραγματικά όργανα του δικτατορικού καθεστώτος. Αυτό είναι το μοντέλο της ταξικής πάλης του επί λόγου κυρίου, η φατρία του, «εκτός συστήματος» και οι άλλοι «εντός συστήματος».
         
          Τέταρτον.- Για τον κ. Έξαρχο δεν υπάρχουν ούτε αρχές, ούτε κανόνες γραφής. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Μπορεί  να κατηγορεί  οποιοδήποτε με τα δικά του ψευδόεπιχειρήματα και τις δικές τους ψευτοαναφορές. «Γιατί με λένε Ρίζο, όπως θέλω το γυρίζω». Αγνοεί το πραγματικό περιεχόμενο του κριτικού συγγραφικού λόγου και αποσπάει  αυθαίρετα λεξούλες.  Επί παραδείγματι για τι λέει για μένα: ότι εγώ «κατηγορώ συγχωριανούς  που πάντρεψαν τα παιδιά τους με Αλβανούς». Παραπλανεί ασύστολα τον αναγνώστη.
Στο βιβλίο μου «Μεγαλόχαρη Πολύτσανη» καταγγέλλω τον Χρήστο Τσελίκι για την ανάρμοστη συμπεριφορά του με συγκεκριμένα στοιχεία. Πρόκειται για την στάση του έναντι της έκδοσης της εφημερίδας «Μεγαλόχαρη Πολύτσανη», μιας σύγχρονης εφημερίδας, αφιερωμένη  στην ιστορία και στον πολιτισμό του χωριού μας. Ο διευθυντής του σχολείου  εναντιώνεται σε ένα τέτοιο ανεκτίμητο έργο προσφοράς στην ιστορία και στον πολιτισμό του χωριού μας. Εγώ δεν έχω κανένα πρόβλημα  με τους γαμπρούς του, ούτε με τα κορίτσια του. Αυτός έχει πρόβλημα και θεωρεί ένοχο τον εαυτόν του.
«Το γεγονός της παντρειάς των κοριτσιών του με αλλόθρησκους Αλβανούς από μόνο του, βέβαια,  δεν μπορεί κανείς να το κατακρίνει. Σημασία έχει πως το αντιλαμβάνεται ο εμπλεκόμενος. Ο κ. Τσελίκης, ο οποίος νιώθει ένοχος και φθάνει μέχρι το σημείο να μας στείλει για δημοσίευση στην εφημερίδα μας «Μεγαλόχαρη Πολύτσανη» την γαμήλια φωτογραφία της κόρης του χωρίς το όνομα  του Αλβανού γαμπρού του.
Εύλογο το ερώτημα, γιατί προέβη σε μια τέτοια απίθανη πράξη; Το έκανε για να μη ερεθίσει τα αφεντικά του, τα οποία δεν ανέχονταν την ύπαρξη «Αλβανός», όπως δεν ανέχονταν κι’ εμάς, όλους τους νέους συμπατριώτες τους που μας θεώρησαν «αλβανοποιημένους» και ανάξιους να πάρουμε την ελληνική ιθαγένεια».
Η σπέκουλα της παραπληροφόρησης και παραπλάνησης είναι το μόνο υπόβαθρο και εργαλείο για τις κακόβουλες σκοπιμότητες των ασύστολων συκοφαντών. Το παλιό κατεστημένο στα γραπτά μου δεν είναι αόριστη έννοια, χωρίς ονοματεπώνυμο. Έχει και όνομα και επώνυμο. Μιλάω για έναν ηγετικό πυρήνα στην Αθήνα και στα Γιάννενα, για τέσσερα άτομα. Οι όποιες κριτικές και παρατηρήσεις που κάνω είναι πλήρως  τεκμηριωμένες με επιχειρήματα και αξιόπιστα στοιχεία, όπου οι κύριοι προαναφερόμενοι ούτε μιλιά δεν έβγαλαν για να υπερασπιστούν τον εαυτόν τους.
Σε ολόκληρη  την πενηντάχρονη πορεία μου έχω τηρήσει   με ευλάβεια τη δημοσιογραφική δεοντολογία. Στα γραπτά μου δεν υπάρχουν ούτε ύβρις, ούτε ψευδείς αναφορές. Αυτό το προνόμιο του ψεύδους ανήκει και το εξασκεί ο κ. Έξαρχος. Χάρισμά του.  Λέγε ψέματα λέγε και κάτι θα μείνει, γνωστή η ρήση.

          Γράφω στο βιβλίο μου «Μεγαλόχαρη Πολύτσανη»: «Η Πολύτσανη χαίρει δάφνες για την προσφορά της στην αντίσταση και αυτή δεν μπορεί να την διαγράψει κανείς, ούτε ο Αθανάσιος Λέκκας, ούτε οι  άλλοι συγγραφείς του παλιού βορειοηπειρωτικού κατεστημένου. Μπόρεσαν όμως οι απόγονοι του που αλωνίζουν σήμερα στην Πολύτσανη να αλλάξουν την ονομασία της πλατείας του χωριού από «Αντίσταση» σε πλατεία του «Λέκκα».
Το ψέμα της παρερμηνείας :«Κανένας δεν έχει δικαίωμα να παραχαράξει την ιστορική αλήθεια και να επιβάλει απόψεις κατακριτέες…… αλλάζοντας το όνομα της πλατείας της Πολύτσανης από «Εθνικής Αντιστάσεως» σε πλατεία «Μηνά Πάρα»(;!)
Η αλλαγή που έχει γίνει από το παλιό κατεστημένο και συγκεκριμένα  από τον Πρόεδρο κ. Χαράλαμπο Δεύτο είναι από «Αντίσταση» σε «Λέκκα» και όχι σε «Μηνά Πάρα». Τον παππού του δοξάζει ο πρόεδρος και όχι τον Μηνά Πάρα.
Γιατί γίνετε αυτή η ψεύτικη μεταμόρφωση; Γιατί  θέλει να εντυπωσιάσει τους αναγνώστες και να εκθέσει εμένα προσωπικά που δήθεν τολμάω  να αρνηθώ το όνομα του ήρωα και μάρτυρα  Μηνά Πάρα. Όλα εκ του πονηρού.  Ας διαβάσει ο παραχαράκτης Σοφοκλής Έξαρχος το άρθρο μου: «Ο Μαντέλας μας ΜΗΝΑΣ ΠΑΡΑΣ».

Πέμπτον.-    Γράφει ο κύριος: … «Ο αναγνώστης μπορεί να διαβάσει (στα γραπτά μου, δηλαδή) αμέτρητες συκοφαντίες για συμπατριώτες και ειδικά για μερικούς που έπεσαν θύμα του δικτατορικού καθεστώτος». Γιατί όμως, δεν τους αναφέρει ονομαστικά, ποιoι είναι αυτοί;  Ποιον αδικούμε και ποια είναι συγκεκριμένα η αδικία;
Ανώνυμα ανύπαρκτα θύματα γιατί τέτοια δεν υπάρχουν και κρύβει το ψέμα και την ανευθυνότητα μέσα στην ανομία Υπάρχουν μόνο βάσιμες και ανοιχτές τεκμηριωμένες κριτικές μαχόμενου δημοσιογράφου, χάρη του λειτουργήματός του, για να λάμψει η αλήθεια, σεβόμενος πάντα τους αντιπάλους και τιμώντας την προσφορά τους.
Ένα ενδεικτικό στοιχείο από μια επίσημη ομιλία μου: «Στο πάνθεον του πολιτισμού μας έχουν αξιωθεί τιμητική θέση: ο Επίσκοπος Σοφιανός, ο Αθανάσιος Λέκκας,  ο Χριστόφορος Γιάνναρος, ο Μενέλαος Ζώτος, και άλλοι. Σας καλώ να κρατήσουμε ένα λεπτό σιγής στην μνήμη τους, όρθιοι».
Ο κατήγορός μου υπονοεί κυρίως τον Μενέλαο Ζώτο, όπου πέρα από τις στιγματισμένες διαφορές έχω εκτιμήσει πάντα με σεβασμό την εθνική του προσφορά.
Κάποια φάβα  υπάρχει σε αυτό το σύμπλεγμα προστασίας. Ενώ ο Τσελίκης, όπως προαναφέραμε,  ήταν ένα εκτεθειμένο  πρόσωπο στην κοινή γνώμη για την αφοσίωσή του στο καθεστώς και τις ανάρμοστες συμπεριφορές του, προκαλεί μια αινιγματική περιέργεια γιατί ο  Μενέλαος Ζώτος τον επέλεξε  στενό του συνεργάτη αμέσως μετά την κατάρρευση του δικτατορικού καθεστώτος; Ποιος κρίκος συνδέει δύο πρόσωπα από αντίπαλα στρατόπεδα;

Έκτο.- Έχω δώσει μεγάλες μάχες για την εθνική μας υπόθεση και το σημαντικότερο έχω δικαιωθεί με χειροπιαστά αποτελέσματα. Αλλά που  έχει μάτια ο γιατράκος, με τις ολόμαυρες εθνικιστικές παρωπίδες που φοράει, για να δει τη νικηφόρα πραγματικότητα αυτών των εθνικών μαχών. Και να υπογραμμίσουμε ότι από την πλευρά μου όλα έγιναν χωρίς κανένα αντίκρισμα.  Ο πρωτοστάτης τους, o Αλέκος Χατζής, προσωπικά  δεν ωφελήθηκε σε τίποτα, ούτε και πρόβαλε καμιά απαίτηση. Αλτρουιστική εθνική προσφορά.
Ποιος δεν το ξέρει ότι ο Αλέκος Χατζής, με το «Φόρουμ Εθνικής Δικαίωσης» που ίδρυσε και καθοδήγησε τον αγώνα για την χορήγηση  της ελληνικής ιθαγένειας και ο οποίος αγώνας καρποφόρησε και απόκτησαν οι Έλληνες Βορειοηπειρώτες το δικαίωμα  της ελληνικότητάς τους, στο κύκλο των οποίων εντάσσονται και άνθρωποι του κύκλου του και πολλοί άλλοι αμέτοχοι της αντίπαλης παράταξης; Ενώ ο ίδιος δεν χαίρει ακόμα και σήμερα αυτό το εθνικό αγαθό, χάρη της κακόβουλης προσφοράς εκείνων που έχω κατονομάσει και ανήκουν στο μαντρί του Έξαρχου. Μάλιστα πανηγυρίζουν.
Αυτό το Πολυτσανίτικο κατεστημένο που δοξάζει και υπηρετεί ο κύριος και κάποια άλλα φερέφωνα, δέκα χρόνια κράτησε οχυρωμένο και άπαρτο φρούριο τον «Σύλλογο των απαντού Πολυτσανιτών», σαν να ήταν ιδιοκτησία του και όχι κοινό σπίτι όλων των συγχωριανών, όπως καθορίζει το καταστατικό του. Δέκα χρόνια σκληρή μάχη έκανε ο Αλέκος Χατζής ώσπου γκρέμισε αυτό το φρούριο και άνοιξε τις πόρτες για να μπουν τα εκατοντάδες «αλβανοποημένα» αδέρφια Πολυτσανίτες, όπως τα αποκαλούσαν οι φίλοι «εθνοπατέρες» του παπαγάλου.
Αυτό είναι μεγάλο επίτευγμα όπου η δολοπλοκία και η αχαριστία το αγνοεί, αλλά είναι καταγραμμένο και σφραγισμένο στο Μητρώο του Συλλόγου. Μόνο ένας πασαλειμμένος μύωπας, του είδος του,  δεν έχει ανάστημα  να αντικρίσει και να αξιοποιήσει αντικειμενικά τέτοιες μεγάλες αλήθειες. Ο εθνικός αγώνας δεν απαιτεί προσωπικό αντίκρισμα. Ήδη, το επίτευγμα είναι η καλύτερη ανταμοιβή.  Αυτές οι ψηλές αξίες δεν χωράν  στον ιδιοτελή κουμπαρά του Σοφοκλή  Έξαρχου και τους ιδεατές του. Αυτές καταγράφονται  μόνο από την ιστορία.

΄Εβδομο.- Ο Αλβανικός λαός βιώνει το 1997 την γνωστή  τραγωδία  των παρατραπεζών που τον οδήγησε στο χείλος της καταστροφής. Μαζί του  σε αυτήν την τραγωδία και ο κόσμος του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Μαζί με την Αλβανία , στην επικράτειά της  υπάρχει και η Βόρειας Ήπειρος. Σε μια κομβική στιγμή στις 15 Μαρτίου απευθύνομε με έκκληση  στο άρθρο μου με τίτλο: «O Shqipe nuk eshte kjo gjeme  per ty. Thuaj vdekjes Ndal». ( Ω χώρα των Αετών, δεν είναι για σένα αυτή η καταστροφή. Πες στο θάνατο Όχι.)
Αυτή την ειρηνική έκκληση προς την Αλβανία και τον αλβανικό λαό που αφορά άμεσα την Βόρειο Ήπειρο και τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό, αυτή την ανθρώπινη συμπαράσταση ενός πασίγνωστου γι’ αυτούς δημοσιογράφο την θεωρεί ανθελληνική. Ήμαρτον θεέ μου! «Ο δημοσιογράφος, λέει, ξεχνάει την ελληνική του ταυτότητα».
Δηλαδή, οι Έλληνες  πρέπει να χαίρονται για την καταστροφή της Αλβανίας, της γείτονας αδελφικής χώρας. Δηλαδή, εμείς οι Βορειοηπειρώτες που διαθέτουμε διπλή υπηκοότητα, ελληνική και αλβανική ταυτότητα πρέπει να πανηγυρίζομε  όταν καταβυθίζετε  η Αλβανία; Ε, λοιπόν, αυτός που ζητάει κάτι τέτοιο είναι πραγματικά για τα πανηγύρια,
Παθιασμένος σοβινιστής και ακραίος εθνικιστής με έξαλλο μίσος. Όποιος αγαπάει την Ελλάδα πρέπει να μισεί  όλα τα άλλα έθνη. Εγώ που συμπάσχω, αγαπάω και σέβομαι  την Αλβανία και τον αλβανικό λαό και όλους τους λαούς του κόσμου  δεν μπορεί να είμαι Έλληνας. Ξεπερνάει και τους φανατικούς Χρυσαυγήτες.

Όγδοο.- Γράφει για μένα ότι: «…δεν κάνει κανένα αρνητικό σχόλιο για το καθεστώς που εξυπηρέτησε». Αν είναι δυνατόν; Ο μόνος, και όχι άλλος  από το χώρο μας, που τόλμησε να καταγγείλει δημοσίως στον τύπο της αντιπολίτευσης  την δικτατορική πολιτική του καθεστώτος, όταν ακόμα κυβερνούσε ο Ραμίζ Αλία και η Νετζμιγιέ Χότζα  και δεν είχε καταρρεύσει το καθεστώς τους, ήμουν εγώ,  στα γνωστά για όλους άρθρα μου στις 23 Φεβρουαρίου 1991 «Η δημοκρατία δεν είναι δώρο του μονοκομματισμού» και στις 16 Μαρτίου 1991 «Η τραγωδία της Ελληνικής Μειονότητας», άσε κατόπι στις εφημερίδες μου. Aναφέρω ένα μόνο άρθρο: «Η τυραννία των Τιράνων».  Τι μπορείς να πεις για τέτοιες ανεύθυνες ποταπές συμπεριφορές; 

Το δια ταύτα
Ερώτημα: για ποιον τα γράφει, αυτά που γράφει και σε ποιον απευθύνεται; Απευθύνεται σε κάθε αναγνώστη, στο ευρύ κοινό, ή σε μια ιδιαίτερη επιλεγμένη κατηγορία αναγνωστών; Το κάνει αυτούσια ή από παραγγελία; Είναι ο ίδιος ή φερέφωνο κάποιων  ενδιαφερόμενων για δυσφημιστικές και συκοφαντικές σκοπιμότητες;
Να το δούμε: Αφιερώνει στο βιβλίο του ολόκληρο κεφάλαιο σε δύο ακατονόμαστα αδέρφια από την Πολύτσανη,για τον αδελφό μου κι’ εμένα. Δεν αναφέρει σε καμιά περίπτωση το όνομά τους. Ο σύνηθες αναγνώστης μένει σε πλήρη άγνοια, για ποιον μιλάει και που το πάει; αλλά,  αυτό δεν νοιάζει τον συγγραφέα. Αλλού αυτός στοχεύει. Να το διαβάσουν αυτοί που έχουν κάνει την παραγγελία και ο κύκλος τους.
Αυτοί ξέρουν για ποια αδέρφια μιλάει το παπαγαλάκι. Τα αφεντικά του, δηλαδή, το «χουντικό κατεστημένο» που εδρεύει εδώ και στην Αμερική, τρίβουν τα χέρια τους για το έσχατο προϊόν του. Και με το δίκιο τους. Αυτά τα αφεντικά που εγώ στιγματίζω ονομαστικά στο κριτικό πλαίσιο της δημοσιογραφικής μου δουλειάς και που είναι λιγοστοί, ουδέποτε στα είκοσι χρόνια που πέρασαν δεν τόλμησαν  αντρίκια να απαντήσουν και να πάρουν θέση επίσημα για τις κριτικές που απευθύνομε. Ε πώς να μη χαρούν που βρέθηκε ένα ξέφρενο φερέφωνο από την Τσάτιστα να πραγματώσει την επιθυμία τους; Βρέθηκε ένα παπαγαλάκι να ξεράσει τα απωθημένα τους;
Βολεύτηκε ο κύριος στην Αλβανία στα προάστια των Τιράνων  με την υποκρισία του και την πλήρη σιωπή του. Αδιάφορος και αμέτοχος στον αγώνα του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού για την εθνική δικαίωση. Αυτός ο ταλαιπωρημένος Ελληνισμός μάχεται σκληρά και στην Αλβανία και στην Ελλάδα για να αποχτήσει τα κατοχυρωμένα εθνικά δίκαιά του. Και σήμερα ακόμα, κι’ εδώ στην Ελλάδα βρίσκεται στις επάλξεις αυτού του αγώνα.
Ο κ. Έξαρχος μέχρι χτες αδιάφορος και αμέτοχος σε αυτόν τον ιερό αγώνα σε πλήρη απόλαυση ευημερείς πορείας, έρχεται τώρα να δώσει το παρών του στην ιδιότητα του ιστοριογράφου για να μας παραμυθήσει με το προσωπικό του μοντέλο της ταξικής πάλης
Η πρωτοφανές βαθειά πολιτική και οικονομική κρίση που εξελίσσεται αποτελεί εύπορο έδαφος για τις εθνικιστικές επικίνδυνες εξάρσεις, για ακραία εθνικιστικά παραληρήματα. Σε αυτό το άχαρο εθνικιστικό παραλήρημα, στην προσπάθεια αναβίωσής του, εντάσσεται και η κατευθυνόμενη  έξαρση του καθυστερημένου φερέφωνου, του Σοφοκλή Έξαρχου που ξύπνησε από τον εικοσάχρονο λήθαργο και θυμήθηκε να μας πάει σε ένα παρελθόν, το οποίο ανήκει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
    ΑΛΕΚΟΣ ΧΑΤΖΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου