Σάββατο 9 Μαΐου 2015

Ένα εξωτικό συνονθύλευμα που βγάζει τις προσδοκίες στο σφυρί

Έχουμε και λέμε: Φλεβάρης, Μάρτης, Απρίλης και ολίγος Μάης. Τρεις μήνες. Κάτι λιγότερο από την ηλικία της κυβέρνησης...

Αποτέλεσμα εικόνας για ΒΑΘΥΚΡΑΤΟΣ

του ΓΙΑΝΝΗ ΚΙΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Κατ’ αρχάς, το πα­ροι­μιώ­δες ερώ­τη­μα: Ποιος κυ­βερ­νά αυτό τον τόπο; Ούτε η ηγε­σία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, και δη του κυ­βερ­νώ­ντος ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, έχει αυ­τα­πά­τες γι’ αυτό. Κυ­βερ­νά αυτός που κυ­βερ­νού­σε πάντα, τις τε­λευ­ταί­ες δε­κα­ε­τί­ες του­λά­χι­στον. Το βαθύ κρά­τος πα­ρα­μέ­νει στα χέρια αν­θρώ­πων που...
κά­νουν αυτό που έκα­ναν πάντα. Φρο­ντί­ζουν να δια­τη­ρεί­ται το ισο­ζύ­γιο τα­ξι­κής κυ­ριαρ­χί­ας, να λει­τουρ­γούν οι τα­ξι­κά με­ρο­λη­πτι­κοί κρα­τι­κοί και άλλοι θε­σμοί, να συ­ντη­ρεί­ται η αυ­το­τρο­φο­δο­τού­με­νη γρα­φειο­κρα­τία, να μη θί­γε­ται το status quo. 
Δια­τη­ρεί­ται ακόμη και το κα­θε­στώς έκτα­κτης ανά­γκης υπό το οποίο το βαθύ κρά­τος ασκεί την κου­τσου­ρε­μέ­νη εξου­σία του. Δη­λα­δή, το κα­θε­στώς μνη­μο­νια­κής επι­τή­ρη­σης και χρη­μα­το­δο­τι­κής ομη­ρί­ας.

Ου­δείς μπο­ρεί να κα­τη­γο­ρή­σει - πολλώ δε μάλ­λον να επαι­νέ­σει- τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ότι επέ­φε­ρε μέχρι στιγ­μής κά­ποιο ρήγμα στη συ­νέ­χεια του βα­θέ­ος κρά­τους, που δια­τη­ρεί το βαθύ πρα­σι­νο­γά­λα­ζο χρώμα του. Η κυ­βέρ­νη­ση ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ - ΑΝΕΛ ελέγ­χει το ρηχό, το πολύ ρηχό κρά­τος.

Με­τα­ξύ βα­θέ­ος και ρηχού κρά­τους εξε­λίσ­σε­ται ένας κα­θη­με­ρι­νός ει­ρη­νο­πό­λε­μος. Σε πολλά πεδία ταυ­τό­χρο­να. Ακόμη και η μέσω Βρυ­ξελ­λών, Βε­ρο­λί­νου και  Αθη­νών συμ­φω­νία της 20/2 καρ­κι­νο­βα­τεί αβέ­βαιη ανά­με­σα στους δυο πό­λους της δυα­δι­κής εξου­σί­ας. Κάθε υπουρ­γός ή αξιω­μα­τού­χος του ρηχού κρά­τους που θέλει στοι­χεία για να κο­στο­λο­γή­σει τα μέτρα που προ­τεί­νει στο Brussels Group ή για να ενη­με­ρώ­σει τα τε­χνι­κά κλι­μά­κια του Hilton’s Group πέ­φτει στην ανά­γκη του βα­θέ­ος κρά­τους. Οποιοσ­δή­πο­τε υπη­ρε­σια­κός πα­ρά­γων ή πρό­σω­πο που συν­δέ­ε­ται στενά με τις προη­γού­με­νες κυ­βερ­νή­σεις και, τε­λι­κά, με το μα­κρό­βιο κα­θε­στώς, μπο­ρεί να τον στεί­λει αδιά­βα­στο. Να τον εμ­φα­νί­σει μα­λά­κα ένα­ντι των αξιο­σέ­βα­στων θε­σμών.
Έπει­τα, το βαθύ κρά­τος είχε μάθει αλ­λιώς. Είχε απο­κτή­σει απευ­θεί­ας, αδια­με­σο­λά­βη­τη σχέση με το υπερ­κρά­τος της τρόι­κας. Κι αυτή η σχέση ενί­ο­τε είχε και τα τυ­χε­ρά της και για τις δυο πλευ­ρές. Με­γά­λη χα­λά­στρα, κι άσχε­τη με το αν το ρηχό κρά­τος του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ τρέ­χει την υπό­θε­ση προς τη ρήξη ή τον συμ­βι­βα­σμό - έντι­μο, ανέ­ντι­μο, ά-τι­μο, δια­τι­μη­μέ­νο, υπο­τι­μη­τι­κό, δια­λέξ­τε όποιον προσ­διο­ρι­σμό, αρκεί να έχει την «τιμή» στο θέμα του.
Η προ­σπά­θεια του ρηχού κρά­τους να πε­ριο­ρί­σει στοι­χειω­δώς την ισχύ τού βα­θέ­ος περνά από διά­φο­ρες φά­σεις ανα­μέ­τρη­σης. Έχει όμως ένα από­λυ­το όριο: το βαθύ ελ­λη­νι­κό κρά­τος δεν ασκεί την κυ­ριαρ­χία του απο­κλει­στι­κά εντός της εδα­φι­κής επι­κρά­τειας, στις κρα­τι­κές υπη­ρε­σί­ες που λει­τουρ­γούν με την κε­κτη­μέ­νη τα­χύ­τη­τα της με­ρο­λη­ψί­ας υπέρ των κυ­ρί­αρ­χων ελίτ. Ένα με­γά­λο μέρος αυτής της κυ­ριαρ­χί­ας ασκεί­ται εξ απο­στά­σε­ως, στις Βρυ­ξέλ­λες και τη Φραγ­κφούρ­τη. Αρ­χί­ζο­ντας από τη δεύ­τε­ρη, από τα πε­ρι­στα­τι­κά του τε­λευ­ταί­ου τρι­μή­νου, μόνο οι πα­ντε­λώς ηλί­θιοι δεν έχουν κα­τα­λά­βει τι ση­μαί­νει για ένα κρά­τος και μια κυ­βέρ­νη­ση να μη δια­θέ­τει νο­μι­σμα­τι­κή κυ­ριαρ­χία, να μη μπο­ρεί να κα­λύ­ψει τις τρύ­πες της ρευ­στό­τη­τας με νέο χρήμα, να μην του ανή­κει ούτε η κε­ντρι­κή του τρά­πε­ζα, η οποία ανή­κει στο «Ευ­ρω­σύ­στη­μα».
Έχουν όλοι κα­τα­λά­βει, επί­σης, τι ση­μαί­νει για μια κυ­βέρ­νη­ση να μην επο­πτεύ­ει τις λι­γο­στές πια συ­στη­μι­κές τρά­πε­ζες, που ανή­κουν στον ευ­ρω­παϊ­κό μη­χα­νι­σμό επο­πτεί­ας, τον SSM, και τε­λι­κά στην ΕΚΤ του τα­λα­ντού­χου κ. Ντρά­γκι. Έχουν, επί­σης, κα­τα­λά­βει τι ση­μαί­νει για την κρα­τι­κή κυ­ριαρ­χία να μην έχεις το δι­καί­ω­μα να δα­νει­στείς όχι μόνο από τις αγο­ρές, αλλά ακόμη και από τις δικές σου τρά­πε­ζες, αυτές που έχουν ανα­κε­φα­λαιο­ποι­η­θεί με χρή­μα­τα που βα­ραί­νουν τους μα­λά­κες φο­ρο­λο­γού­με­νους πο­λί­τες. Και, τέλος, έχουν κα­τα­λά­βει τι ση­μαί­νει να ελέγ­χει η Κο­μι­σιόν και η κοι­νο­τι­κή γρα­φειο­κρα­τία τους λι­γο­στούς επεν­δυ­τι­κούς πό­ρους που υπο­τί­θε­ται ότι είναι δια­θέ­σι­μοι, μέσω των ΕΣΠΑ. Όλες οι πι­θα­νές πηγές ρευ­στό­τη­τας και χρή­μα­τος ελέγ­χο­νται από ένα βαθύ υπερ­κρά­τος, αυτό της Ευ­ρω­ζώ­νης και της Ε.Ε., με εξου­σία πι­στω­τι­κής ζωής και θα­νά­του πάνω στη χώρα.
Αλλά, ακόμη κι αν απο­φα­σί­σει κα­νείς να αγνο­ή­σει την ισχύ αυτού του από­μα­κρου κι απρό­σι­του βα­θέ­ος υπερ­κρά­τους και να ανα­ζη­τή­σει λύ­σεις εκ των ενό­ντων, θα βρει τε­ρά­στια εμπό­δια, τα οποία είτε θα απο­φα­σί­σει να τα σα­ρώ­σει είτε θα ρου­φη­χτεί απ’ αυτά. Το πα­ρά­δειγ­μα είναι η φο­ρο­λο­γία. Η πε­ρί­φη­μη Γε­νι­κή Γραμ­μα­τεία Εσό­δων εξε­λί­χθη­κε μέσω των μνη­μο­νια­κών νόμων σε ένα υπε­ρυ­πουρ­γείο που ελέγ­χει ίσως τον πιο νευ­ραλ­γι­κό βρα­χί­ο­να του κρά­τους. Εν ονό­μα­τι της απο­στεί­ρω­σής της από την πο­λι­τι­κή εξου­σία και της απο­τρο­πής χρή­σης του φο­ροει­σπρα­κτι­κού μη­χα­νι­σμού ως πε­λα­τεια­κού ερ­γα­λεί­ου, η τρόι­κα επέ­βα­λε «ανε­ξαρ­τη­το­ποί­η­ση» αυτής της Γε­νι­κής Γραμ­μα­τεί­ας.  Ακόμη και το πρό­σω­πο που επε­λέ­γη για την ηγε­σία της συ­μπύ­κνω­σε όλα τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της τα­ξι­κό­τη­τας του φο­ρο­λο­γι­κού συ­στή­μα­τος - ένας άν­θρω­πος των ελεγ­κτι­κών εται­ρειών που φρό­ντι­ζε να πλη­ρώ­νουν οι με­γά­λες επι­χει­ρή­σεις από τί­πο­τε έως κάτι. Αν το ρηχό κρά­τος θέλει να έχει έναν στοι­χειώ­δη έλεγ­χο στα φο­ρο­λο­γι­κά έσοδα, αυτό τον ελά­χι­στο πόρο ύπαρ­ξης, θα πρέ­πει να άρει την «ανε­ξαρ­τη­σία» αυτής της μα­κράς χει­ρός των δα­νει­στών. Εξ όσων έχω αντι­λη­φθεί, εδώ διεκ­δι­κεί­ται ως κο­ρυ­φαία «με­ταρ­ρύθ­μι­ση» η ενί­σχυ­ση της «ανε­ξαρ­τη­σί­ας» αυτής. Η χαρά της τρόι­κας...
Υπάρ­χουν εκα­το­ντά­δες μι­κρές και με­γά­λες εστί­ες έντα­σης και σύ­γκρου­σης με­τα­ξύ ρηχού και βα­θέ­ος κρά­τους. Σε με­γά­λο βαθμό οι «δια­χει­ρι­στι­κές» ανε­πάρ­κειες που κα­τα­λο­γί­ζο­νται στο προ­σω­πι­κό της νέας κυ­βέρ­νη­σης είναι απο­τέ­λε­σμα αυτού του ιδιό­τυ­που κα­τα­με­ρι­σμού στην άσκη­ση της κυ­ριαρ­χί­ας που έχει δια­μορ­φώ­σει η προ­σαρ­μο­γή στο κα­θε­στώς της Ε.Ε., της Ευ­ρω­ζώ­νης και των μνη­μο­νί­ων. Ακόμη και ο πιο «έντι­μος» συμ­βι­βα­σμός με τους δα­νει­στές θα αφή­σει ανέγ­γι­χτη από το ρηχό κρά­τος των Αθη­νών μια με­γά­λη, γκρί­ζα ζώνη κυ­ριαρ­χί­ας. Το προη­γού­με­νο ρηχό κρά­τος είχε προ­σαρ­μο­στεί από­λυ­τα στην ιδέα αυτή και τα στε­λέ­χη του ήταν καλά εκ­παι­δευ­μέ­να στο σε­βα­σμό του «βα­θέ­ος κρά­τους εξω­τε­ρι­κού».
Αυτή, πά­ντως, η θε­με­λιώ­δης αντί­φα­ση κα­θο­ρί­ζει σε με­γά­λο βαθμό και την έκ­βα­ση του εγ­χει­ρή­μα­τος της δια­κυ­βέρ­νη­σης από τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και τους εταί­ρους της. Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ως κόμμα εξου­σί­ας πλέον, επι­χει­ρεί να εκ­φρά­σει ένα ευ­ρύ­τα­το κοι­νω­νι­κό φάσμα, τα­ξι­κά ετε­ρό­κλη­το, που κι­νεί­ται από την πε­ριο­χή των ακραία φτω­χών και εξα­θλιω­μέ­νων στρω­μά­των μέχρι τις πα­ρυ­φές της επι­χει­ρη­μα­τι­κής ελίτ η οποία ανα­ζη­τεί εναλ­λα­κτι­κές πο­λι­τι­κής και οι­κο­νο­μι­κής επα­νεκ­κί­νη­σης. Συμ­μα­χία ανά­με­σα στα στρώ­μα­τα αυτά είναι φύσει και θέσει αδύ­να­τη. Οι αντι­θέ­σεις είναι χα­ο­τι­κές, τα πεδία σύ­γκλι­σης συμ­φε­ρό­ντων σχε­δόν ανύ­παρ­κτα. Θα ήταν, εν­δε­χο­μέ­νως, εφι­κτή μια σύ­γκλι­ση γύρω από στό­χους ρήξης με τους δα­νει­στές, δια­κο­πής εξυ­πη­ρέ­τη­σης του χρέ­ους, ανά­κτη­σης της νο­μι­σμα­τι­κής κυ­ριαρ­χί­ας της χώρας. Αλλά, οι έλεγ­χοι του κε­φα­λαί­ου και του πλού­του που προ­ϋ­πο­θέ­τει μια τέ­τοια επι­λο­γή φέρ­νει σχε­δόν αυ­τό­μα­τα απέ­να­ντι το με­γα­λύ­τε­ρο μέρος των κα­τό­χων τους - εκτός αν αυτοί θυ­σιά­ζο­νταν από κά­ποια έξαρ­ση πα­τριω­τι­κού ζήλου.
Η δια­χεί­ρι­ση αυτής της αδύ­να­της συμ­μα­χί­ας, αργά ή γρή­γο­ρα, θα κα­θο­ρί­σει και την ιδε­ο­λο­γι­κή φυ­σιο­γνω­μία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Για να μην ξε­χνιό­μα­στε, ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ξε­κί­νη­σε την πε­ρι­πε­τειώ­δη του πο­ρεία σαν μια ομο­σπον­δία σχη­μά­των της ρι­ζο­σπα­στι­κής αρι­στε­ράς, από την αρι­στε­ρή σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία μέχρι τις πα­ρυ­φές της αντιε­ξου­σια­στι­κής αρι­στε­ράς. Για μια δε­κα­ε­τία αντι­με­τω­πί­στη­κε από το κα­θε­στώς σαν ακραία, επι­κίν­δυ­νη, στα όρια της νο­μι­μό­τη­τας, αντι­συ­στη­μι­κή δύ­να­μη. Η πο­λυ­φω­νία, η πο­λυ­χρω­μία, η ζωηρή εσω­τε­ρι­κή του ζωή, η ρι­ζο­σπα­στι­κή ρη­το­ρι­κή του θε­ω­ρή­θη­κε ότι τον θέ­τουν εξ ορι­σμού εκτός πο­λι­τι­κού παι­χνι­διού, ήτοι εκτός πάλης για την εξου­σία.
Προ­φα­νώς, ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ αιφ­νι­δί­α­σε αλλά και αιφ­νι­διά­στη­κε από την εξέ­λι­ξη των πραγ­μά­των. Καθώς τα μνη­μό­νια και η τρόι­κα προ­κα­λού­σαν τον πιο βίαιο με­τα­σχη­μα­τι­σμό της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας εδώ και μισό αιώνα, προ­κά­λε­σαν έναν ανά­λο­γα βίαιο με­τα­σχη­μα­τι­σμό του πο­λι­τι­κού συ­στή­μα­τος. Κι αυτό αφο­ρού­σε και τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Ο βαθύς ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, αυτό το «εξω­τι­κό» συ­νον­θύ­λευ­μα κομ­μου­νι­στών, κομ­μου­νι­στο­γε­νών, αντιε­ξου­σια­στών, ρι­ζο­σπα­στών-ρε­φορ­μι­στών, μα­οϊ­κών, τρο­τσκι­στών, ευ­ρω­παϊ­στών, αντιευ­ρω­παϊ­στών, διε­θνι­στών, αρι­στε­ρών εθνι­κι­στών, δέ­χθη­κε μια ορ­μη­τι­κή, μα­ζι­κή ει­σβο­λή από το με­τα­να­στευ­τι­κό ρεύμα του ρηχού ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Δη­λα­δή των αν­θρώ­πων που, αφού επέ­ζη­σαν της κα­τάρ­ρευ­σης του δι­κομ­μα­τι­σμού, ανα­ζή­τη­σαν πο­λι­τι­κή στέγη σε ένα νέο κόμμα εξου­σί­ας. Εξυ­πα­κού­ε­ται ότι η με­γά­λη δε­ξα­με­νή πο­λι­τι­κής με­τα­νά­στευ­σης ήταν το κα­ταρ­ρεύ­σαν ΠΑΣΟΚ. Αλλά, δίπλα σ’ αυτό, μια αρ­κε­τά με­γά­λη ομάδα αν­θρώ­πων με μα­κρι­νούς και σχε­δόν ξε­χα­σμέ­νους δε­σμούς με την Αρι­στε­ρά -επι­με­λώς εξα­φα­νι­σμέ­νους από τα βιο­γρα­φι­κά τους- έσπευ­σαν να «που­λή­σουν» τε­χνο­γνω­σία δια­κυ­βέρ­νη­σης και δια­χεί­ρι­σης και επι­τού­του ανα­κλή­θη­καν στο δη­μό­σιο βίο, έπει­τα από μια μακρά θη­τεία στην αγορά, στην επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα και στην πο­λι­τι­κή ιδιώ­τευ­ση.
Μια προ­σε­κτι­κή ματιά στην αν­θρω­πο­γε­ω­γρα­φία της στε­νής και της ευ­ρεί­ας κυ­βέρ­νη­σης δεί­χνει ότι ορηχός ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ μάλ­λον έχει τον πρώτο λόγο σ’ αυτήν, σε σχέση με τον βαθύ ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, που είτε είναι πε­ρι­θω­ριο­ποι­η­μέ­νος είτε στέ­κε­ται απέ­να­ντί της κρι­τι­κός, αμή­χα­νος, θο­ρυ­βη­μέ­νος, μπερ­δε­μέ­νος, πο­λύ­γλωσ­σος, ενα­γώ­νιος, αμ­φί­θυ­μος, επι­φυ­λα­κτι­κός, ανα­πο­φά­σι­στος, μου­δια­σμέ­νος… Υπάρ­χει μακρά λίστα κα­τη­γο­ρη­μα­τι­κών προσ­διο­ρι­σμών που μπο­ρού­με να απο­δώ­σου­με στον βαθύ ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ενώ ο άλλος, ο ρηχός ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, δια­πραγ­μα­τεύ­ε­ται με τους θε­σμούς, ασκεί­ται στη δια­χεί­ρι­ση του ρηχού κρά­τους ανα­με­τρού­με­νος με το ρηχό κρά­τος και προ­σπα­θεί να ισορ­ρο­πή­σει πάνω στα ασαφή ίχνη των πε­ρί­φη­μων "κόκ­κι­νων γραμ­μών".
Ανά­με­σα στον βαθύ ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και τον ρηχό ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ υπο­βό­σκει έντα­ση που είναι αδύ­να­το να αφή­σει ανε­πη­ρέ­α­στη την εν­διά­με­ση και τη με­γά­λη δια­πραγ­μά­τευ­ση με τους δα­νει­στές, ή τη δια­φαι­νό­με­νη συγ­χώ­νευ­σή τους. Και, αντι­στρό­φως, είναι αδύ­να­το να μεί­νει ανε­πη­ρέ­α­στος ο ίδιος ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, βαθύς ή ρηχός, από τη δια­πραγ­μά­τευ­ση και την έκ­βα­σή της. Κατά κά­ποιο τρόπο, το δί­λημ­μα «ρήξη ή έντι­μος συμ­βι­βα­σμός» που δια­περ­νά τη συ­ρι­ζέι­κη φι­λο­λο­γία αφορά πρω­τί­στως τον ίδιο τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και τις εσω­τε­ρι­κές σχέ­σεις των αν­θρώ­πων του.
Υ.Γ. Μη θαρ­ρεί­τε πως γράφω με την αναι­σθη­σία του αμέ­το­χου πα­ρα­τη­ρη­τή, επει­δή τάχα έχω την πο­λυ­τέ­λεια να μην είμαι ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ούτε βαθύς ούτε ρηχός ούτε με­σαί­ος. Όταν συ­να­ντώ αν­θρώ­πους του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ρηχού ή βα­θέ­ως, (και συ­να­ντώ αρ­κε­τούς και συχνά, για λό­γους πο­λι­τι­κο-επαγ­γελ­μα­τι­κούς) τους ρωτάω: «Κοι­μά­στε καλά τα βρά­δια;» Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι με κοι­τά­ζουν απο­ρη­μέ­νοι- κι απορώ που απο­ρούν. Κι εγώ σπα­νί­ως τους εξο­μο­λο­γού­μαι ότι έχω χάσει τον ύπνο μου. Σαν να ση­κώ­νω το βάρος του κό­σμου. Κι ας σέρνω μόνο το βάρος μου…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου