Το συμπέρασμα του απερχόμενου έτους, αλλά και ολόκληρης της εικοσαετίας:
Η ΕΕ αδυνατεί να επεκταθεί περαιτέρω χωρίς μεγάλες απώλειες. Η Ρωσία
έχει αρκετές δυνάμεις, αλλά αδυνατεί να “περάσει γραμμή”. Αρα, δεν
πρέπει να προκαλούνται συγκρούσεις μεταξύ των μεγάλων. Κι' όμως,
συμβαίνει το αντίθετο...
Το Δεκέμβριο είθισται να γίνεται ο απολογισμός του έτους. Ωστόσο, για το
2014, αυτό είναι δύσκολο να γίνει. Από τη μια πλευρά, μεγάλα γεγονότα που
εκδηλώθηκαν, βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη, και όλα δείχνουν ότι...
θα είναι μακρύς
ο δρόμος για την ολοκλήρωσή τους. Πρόκειται για τη σύγκρουση στην Ουκρανία, την
προέλαση του Ισλαμικού Κράτους στη Μέση Ανατολή, ή τις ίντριγκες του ΟΠΕΚ με το
πετρέλαιο, που μείωσαν τις τιμές σε επίπεδο το οποίο είχαν όλοι λησμονήσει εδώ
και καιρό. Από την άλλη, είναι πρόδηλο ότι κλείνει μια ολόκληρη εποχή, που
συνεχιζόταν επί 1/4 του αιώνα.
Ακριβώς πριν από 25 χρόνια, στις 18 Δεκεμβρίου 1989, ξεκίνησε η τελευταία
πράξη του έργου με την ονομασία: «Το τέλος του σοσιαλιστικού στρατοπέδου στην
Ευρώπη». Στη Ρουμανία ξεκίνησαν μαζικές διαδηλώσεις κατά του Νικολάε
Τσαουσέσκου, ο οποίος κυβερνούσε τη χώρα 22 χρόνια. Σε ολόκληρο το Ανατολικό
μπλοκ είχαν σημειωθεί ήδη αλλαγές -απόλυτα ειρηνικά- όπως στην Πολωνία και την
Ουγγαρία, ή χωρίς ιδιαίτερες εσωτερικές ταραχές, όπως στην Ανατολική Γερμανία,
Τσεχοσλοβακία, Βουλγαρία. Η Ρουμανία αποτέλεσε την τραγική εξαίρεση, καθώς ο
αρχηγός του κράτους και η σύζυγός του εκτελέστηκαν «με τους κανόνες του
επαναστατικού καιρού».
Ύστερα από 25 χρόνια, τα γεγονότα αυτά τα θυμούνται συχνά, συγκρίνοντάς τα
με την Αραβική άνοιξη και το Μαϊντάν στην Ουκρανία. Δεδομένου του χαρακτήρα
όσων διαδραματίζονται το διάστημα 2011-2014 -και αυτές τις αναταραχές δεν
γίνεται με τίποτα να τις ονομάσεις «βελούδινες»- η Ρουμανία είναι ο εγγύτερος
παραλληλισμός, αν και όχι απόλυτος. Η χώρα αυτή από κοινωνική και πολιτική
άποψη ήταν λιγότερο από τις υπόλοιπες προετοιμασμένη για δημοκρατικές αλλαγές,
αλλά βρέθηκε στο γενικό κύμα της διεύρυνσης των Δυτικών θεσμών, ΝΑΤΟ και ΕΕ. Η
ένταξη σε αυτούς χαράζει μια πορεία, η ακολουθία της οποίας υπαγορεύει την
αλλαγή της κοινωνίας και του κράτους στο πρότυπο των σύγχρονων δημοκρατικών
κανόνων. Το να ονομαστεί ο ρουμανικός μετασχηματισμός επιτυχημένος, δεν πάει η
γλώσσα, αλλά παρ’ όλα αυτά η αναγκαιότητα να ακολουθηθούν τα πρότυπα και οι
κανόνες, περιορίζει την πιθανότητα επιστροφής στο παρελθόν, σε πιο απεχθή
πολιτικά φαινόμενα.
Αντιευρωπαϊστές, λαϊκιστές εθνικιστές
Τα πάντα και εδώ γίνονται ανισόρροπα. Ο μόλις πρόσφατα αποχωρήσας Ρουμάνος
Πρόεδρος, Τραϊάν Μπασέσκου, αποτελούσε ένα παράδειγμα εθνικιστικά διακείμενου
λαϊκιστή, ενώ στη γειτονική Ουγγαρία κυβερνά ο Βίκτορ Ορμπάν, η πολιτική του
οποίου έρχεται σε αντίθεση με τις επίσημες αρχές της ΕΕ, σχεδόν σε όλους τους
τομείς. Άλλωστε, αν δεν υπήρχε ο παράγοντας της ανάσχεσης, τον οποίοι
αντιπροσωπεύουν οι ευρωατλαντικοί θεσμοί, οι εθνικιστικές και ρεβανσιστικές
διαθέσεις θα εμφανίζονταν με μεγαλύτερη οξύτητα.
Όπως και να έχει, ούτε στη Μ. Ανατολή, ούτε στην Ουκρανία δεν υπήρξαν αυτού
του είδους περιοριστικοί παράγοντες. Ευρώπη και Αμερική αντιμετώπισαν αμφότερες
με συμπάθεια τους κλυδωνισμούς, βλέποντας σε αυτά τα γεγονότα ένα επόμενο κύμα
εκδημοκρατισμού του κόσμου. Ωστόσο, δεν γινόταν κανένας λόγος για θεσμική
ένταξη των χωρών αυτών στη Δυτική κοινότητα. Στην περίπτωση της Μέσης Ανατολής
και της Βόρειας Αφρικής, οι διαφορές φυσικά είναι προφανείς. Αυτές δεν
εμπόδισαν την ΕΕ να συμπεριλάβει τα συγκεκριμένα κράτη σε προγράμματα γειτονίας
και να διεκδικήσει το πατρονάρισμά τους. Όταν όμως εκδηλώθηκε σοβαρή κρίση,
αποδείχθηκε ότι η Ευρώπη δεν έχει σχεδόν καθόλου τα μέσα για να την αντιμετωπίσει.
Η Ουκρανία σε μακρά αναμονή
Με την Ουκρανία όλα είναι πιο περίεργα, εφόσον αυτή σαφώς λογίζεται στον
κύκλο των χωρών, στις οποίες πρέπει να προταθεί η ενοποίηση. Όχι ενδιάμεσες
μορφές χωρίς επιβολή όρων από την πλευρά των Βρυξελλών, όπως με την κακότυχη
συμφωνία σύνδεσης, αλλά μια φυσιολογική διαδικασία, όπως αυτή που ακολουθήθηκε
τις δεκαετίες του 1990 και 2000 με τα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής
Ευρώπης. Η χορήγηση του καθεστώτος υποψήφιας χώρας με την προοπτική ότι σε
περίπτωση εκπλήρωσης του συνόλου των προϋποθέσεων (όσο εκτεταμένο και αν είναι
αυτό, κάτι που φυσικά είναι στη διακριτική ευχέρεια της πλευράς που θα κάνει το
μέλος δεκτό), η ένταξη θα είναι αυτόματη.
Γιατί η ΕΕ ποτέ έως τώρα (σημειωτέον) δεν έχει αναφέρει ότι το Κίεβο μπορεί
να προσχωρήσει; Είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα. Επιχειρήματα του στυλ ότι η
Ουκρανία δεν είναι καθόλου έτοιμη, δεν ηχούν πειστικά, τη στιγμή που επίσημα το
καθεστώς του υποψήφιου για ένταξη στην ΕΕ έχει -άκουσον, άκουσον- η Αλβανία
(!). Στους Ευρωπαίους αρέσει να λένε πως τάχα δεν επιθυμούν να ερεθίσουν τη
Ρωσία, αλλά αυτό είναι κουτοπονηριά. Σε περιπτώσεις χωρών, όπου υπήρχε
πραγματική επιθυμία εκ μέρους των Βρυξελλών για να τις προσελκύσουν στην ΕΕ, η
γνώμη της Μόσχας δεν ελήφθη καν υπόψιν. Είναι αλήθεια, στην Ευρώπη όλοι το
γνώριζαν: Η Ουκρανία είναι μια εξαιρετικά προβληματική χώρα, η οποία θα πρέπει
να καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες για να εκπληρώσει τα κριτήρια ένταξης. Η
στάση δυσπιστίας όμως συνδέεται κατά πρώτο λόγο με το γεγονός ότι στη Γηραιά ήπειρο
δεν υπήρξε ποτέ μια σαφής αίσθηση ότι αυτή η περιοχή είναι ένα φυσικό και
αναπόσπαστο τμήμα του ευρωπαϊκού χώρου.
Το δράμα της Ουκρανίας έγκειται στο γεγονός ότι οι Δυτικές πρωτεύουσες δεν
θέλουν να κάνουν δεκτό το Κίεβο στην
οικογένειά τους. Σήμερα δε, λόγω του ανταγωνισμού που ξέσπασε μεταξύ Μόσχας και
Βρυξελλών, η Ουκρανία βρίσκεται σήμερα πολύ πιο μακριά από την ένταξή της στην
ΕΕ, σε σχέση με πριν. Η Ευρώπη έχει μείνει άναυδη από τα τεκταινόμενα και
σκέφτεται μόνο το πώς θα ελαχιστοποιήσει τις δικές της απώλειες εξαιτίας αυτής
της κρίσης.
Πιθανόν, το κύριο αποτέλεσμα του απερχόμενου έτους -αλλά και ολόκληρης της
τελευταίας εικοσαετίας- είναι ότι καθορίστηκαν τα όρια των δυνατοτήτων της ΕΕ.
Οι Βρυξέλλες δεν είναι ικανές να επεκταθούν περαιτέρω χωρίς να ζημιωθούν, ενώ
τα έξοδα για χώρες που δεν είναι μέλη της ένωσης, δεν τα σηκώνει η τσέπη τους.
Η Ρωσία διαθέτει αρκετές δυνατότητες για να εμποδίσει την εχθρική σύμπραξη κατά
μήκος των των συνόρων της, αλλά αυτό δεν αρκεί για να πάρει το πάνω χέρι το δικό
της σχέδιο. Για την Ουκρανία και τις «ενδιάμεσες» χώρες, αυτό είναι άσχημο νέο.
Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ένα: Να μην προκαλείς συγκρούσεις μεταξύ των
μεγάλων, αλλά αντίθετα, να συμβάλλεις στη συνεργασία τους. Προς το παρόν,
ωστόσο, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου