Αυτό που εδώ και πολύ καιρό περιμένουμε να συμβεί
στην Ελλάδα, η άνοδος του μαζικού κινήματος και η συμπίεση έως και ανατροπή του
ακραία νεοφιλελεύθερου πολιτικού συστήματος μέσα από κοινωνικούς αγώνες,
μοιάζει να αναδύεται, αλλού θορυβωδώς και αλλού πιο έμμεσα, στην γειτονιά μας.
Οι εικόνες από την Βουλγαρία, την Ιταλία, την Ισπανία δεν μπορούν παρά να μας
εμπνέουν αισιοδοξία και να μας παρέχουν ανακούφιση...
του ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΠΕΛΑΝΤΗ
Επιστροφή από το παρελθόν μας; Εικόνες από το μέλλον μας; Πάντως, φαίνεται ότι δεν είμαστε μόνοι.
Επιστροφή από το παρελθόν μας; Εικόνες από το μέλλον μας; Πάντως, φαίνεται ότι δεν είμαστε μόνοι.
Βεβαίως, οι δρόμοι της ανατροπής δεν είναι (ούτε
ποτέ υπήρξαν) γνωστοί και αναμενόμενοι. Θα περίμενε κανείς να ακολουθούν τα
πράγματα στερεότυπες τροχιές. Να υπάρχουν μέσα στα μαζικά κινήματα αυτών των
χωρών αριστερές πρωτοπορίες, να τα πολιτικοποιούν και να τα ενοποιούν, να
αναδεικνύονται πολιτικές στρατηγικές. Να μιλά το κίνημα με την γλώσσα της
Αριστεράς, με τους γνώριμους στόχους της, να έχει σοβαρούς «αριστερούς ηγέτες».
Όμως, δεν συμβαίνει έτσι. Και αυτό είναι, σε τελική ανάλυση, πάρα πολύ καλό. Οι
φθαρμένοι πολιτικοί σχηματισμοί της Αριστεράς στην Ευρώπη...
Χρειάζονται κινηματικό οξυγόνο για να ξαναπροχωρήσουν και στις περισσότερες των περιπτώσεων να ξαναδημιουργηθούν. Τα υλικά τους θα χρειαστεί να τα πάρουν ακόμη και από μορφώματα προσώρας μη οικεία και μη κατανοητά. Από μορφώματα που γεννιούνται μέσα σε ένα κοινοβουλευτικό κράτος έκτακτης ανάγκης, υπό την πίεση της κοινωνικής και οικονομικής ανάγκης, της συνθλιβής της μισθωτής εργασίας, της αποψίλωσης και ριζοσπαστικοποίησης των μεσαίων τάξεων.
Ιδίως, η Βουλγαρία -αλλά σε μεγάλο βαθμό και οι ισπανικές περικυκλώσεις του κοινοβουλίου- μας έδωσε μια εικόνα έντονα παλλαϊκή και εξεγερσιακή. Τονίζουμε, εδώ, ότι η εξεγερσιακότητα δεν είναι πάντοτε συνώνυμη με την συλλογική βία, αυθόρμητη ή οργανωμένη. Μπορεί να προσλάβει και χαρακτηριστικά μαζικής δημοκρατικής συμμετοχής, τεράστιων διαστάσεων διαδηλώσεων και αμφισβητήσεων της κυβερνητικής και κρατικής εξουσίας, οι οποίες χωρίζουν την κοινωνία σε αντιδιαμετρικούς σχηματισμούς. Γι’ αυτό, άλλωστε, και οι μνημονιακοί χτυπάνε την μαζική συλλογική δράση.
Ας θυμηθούμε εδώ από την ιστορία του κινήματος την «ματωμένη Κυριακή» στην Ρωσία του 1905, την απεργία στην Πρωσία το 1910, το Λαϊκό Μέτωπο στην Γαλλία, τις διαδηλώσεις του ΕΑΜ πριν από τον Δεκέμβρη, αλλά και πιο πρόσφατα τον γαλλικό Μάη, τις μεγάλες κινητοποιήσεις της πρώτης Μεταπολίτευσης και τις δικές μας συνελεύσεις του 2011. Παρ’ όλα αυτά, η πρόσφατη σύγκρουση στην Βουλγαρία –που μοιάζει αρκετά και με άλλες κινητοποιήσεις που αγνοήσαμε, όπως τις πρόσφατες μεγάλες κινητοποιήσεις στην Ρουμανία και αλλού- υπήρξε, κατά μια έννοια, και μια βίαιη σύγκρουση. Οι διαδηλωτές στην Βουλγαρία -όπως και στην Ισπανία, άλλωστε- δέχθηκαν μια κτηνώδη επίθεση από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς. Οι Βούλγαροι μάτωσαν πολύ, αυτός ήταν και ο λόγος που και αυτός ακόμη ο Μπορίσοφ παραιτήθηκε.
Δίδαγμα πρώτο, λοιπόν: για να νικήσεις ειρηνικά, χρειάζεται να μπορείς να ματώσεις. Και να αντέξεις. Οι Βούλγαροι διαδηλωτές, εργαζόμενοι και άνεργοι, έμειναν για μεγάλο χρονικό διάστημα στην θέση τους, χτυπήθηκαν, ανασυντάχθηκαν, επανήλθαν.
Όπως και οι Ισπανοί εδώ και μήνες. Με την γλώσσα του
κράτους έκτακτης ανάγκης, οι διαδηλωτές, επίσης, άσκησαν βία. Δεν γνωρίζω αν
αυτό εκφράσθηκε και μέσα από πράξεις υλικής αυτοάμυνας και ποιές: αυτό είναι
δουλειά των εισαγγελέων και εγώ είμαι δικηγόρος. Θεωρώ, όμως, ότι η ίδια η
συλλογική αντίσταση, η πρόταξη των σωμάτων στην φυσική κρατική βία και η μη
υποχώρηση είναι μια πραγματικότητα, η οποία αντιστοιχεί στον πυρήνα αυτού που
οι κρατούντες σήμερα βαφτίζουν «βία» -παρά το ότι με παλαιότερους όρους θα
μπορούσε να χαρακτηρισθεί, ορθότερα, πολιτική ανυπακοή. Η συλλογική αμφισβήτηση
της νόμιμης και παρασυνταγματικής «ανομίας» λογίζεται ως η υπέρτατη βία και
«τρομοκρατία» - και ως τέτοια αντιμετωπίζεται.
Αυτό, όμως, έχει ένα ιστορικό όριο. Όταν οι
διαδηλωτές νικούν, η «βία» τους ονομάζεται πια «δίκαιη διαμαρτυρία» και ο
ισχυρισμός της βίας επιστρέφεται με γραμματόσημο στον αντίπαλο, στην κρατική
εξουσία. Και το πιο προκλητικό για την αστική εξουσία: οι διαδηλωτές συνέχισαν
να διαδηλώνουν και μετά την παραίτηση Μπορίσοφ και να ζητούν, όχι εναλλαγή
προσώπων, αλλά αλλαγή πολιτικής.
Όπως θα έλεγε ο Μαρξ στους Έλληνες
εργαζόμενους, ανέργους και νεόπτωχους: «Για σένα μιλάει ο μύθος».
Και η Ιταλία; Εδώ είχαμε μια εκλογική αντιπαράθεση,
διαφορετική, όμως, από εκείνες της Ελλάδας του 2012. Δεν διογκώθηκε ένας
ελπιδοφόρος σχηματισμός της Αριστεράς. Αντίθετα: η κεντροαριστερά χρεώθηκε τον
«ευρωλάγνο» εναγκαλισμό της με τον Μόντι και επεβίωσε, η «Επανίδρυση» χρεώθηκε
τις απίστευτες δολιχοδρομίες της κι έπιασε πάτο. Εικόνες και πάλι από το
παρελθόν ή το μέλλον. Και, όμως, πολιτικός και κοινωνικός ριζοσπαστισμός υπήρξε.
Εκδηλώθηκε μέσα από το «χαοτικό» σχήμα του Γκρίλο, που, όμως, είχε το σθένος να
καταγγείλει την «συναίνεση του ευρώ», την διάλυση της κοινωνίας από τον εκλεκτό
της Μέρκελ Μόντι, το σάπισμα του πολιτικού συστήματος. «Αντιπολιτική ή
πολιτική», ας το κρίνουν οι θεωρητικοί του μέλλοντος. Εκδηλώθηκε, ακόμη, μέσα
από το ίδιο το βούλιαγμα του Μόντι, μέσα από την αγωνιώδη μετατόπιση
μεσοστρωμάτων αλλά και τμημάτων του κεφαλαίου προς τον Μπερλουσκόνι που μιλά
μια αντί -ΕΕ «εθνική γλώσσα», μέσα από την παράλυση του πολιτικού συστήματος
και την τρέλα των χρηματιστηρίων.
Παρά το ότι η Ιταλία εδώ και πολύ καιρό δεν
είναι το εργαστήριο της επανάστασης, πρέπει κανείς να καταλάβει ότι ο
ιδιόμορφος ριζοσπαστισμός των ιταλικών εκλογών δεν είναι κλασικά «αριστερός»
αλλά δεν είναι -προς το παρόν- και «δεξιός». Υπάρχει σαφώς πολύ μεγάλο
περιθώριο για μια κινηματική ριζοσπαστική ανάπτυξη και μορφοποίηση. Μόνο που ο
βασιλιάς ίσως φορέσει νέα ρούχα.
Υπήρξε ένας πλούτος, λοιπόν, γύρω μας. Και υπάρχει.
Μπορούμε και στην Ελλάδα να τον αξιοποιήσουμε, να μάθουμε νέα πράγματα για τον
κοινωνικό πειραματισμό, να βγούμε από την στασιμότητα που μας δέρνει, να
ξαναψάξουμε το τι σημαίνει ριζοσπαστικοποίηση .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου