Στη λογική των έξυπνων προτάσεων μπορεί κανείς να βρεθεί σε ένα
ατελείωτο παζάρι διαρκών υποχωρήσεων έχοντας ήδη αποδεχτεί ως άνευ όρων
αναγκαιότητα την υπογραφή συμφωνίας οπότε εν τέλει να ακυρώσει τα όποια
πλεονεκτήματά του, θυσιάζοντας το στρατηγικό στόχο στο βωμό μικρών και
άνευ μεγάλης ουσίας βελτιώσεων...
του ΘΕΜΗ ΤΖΗΜΑ
Η κυβέρνηση διαπραγματεύεται. Αυτό είναι κάτι που κανείς δεν μπορεί να
αρνηθεί. Έχει μάλιστα ήδη θέσει ζητήματα τα οποία οι κυβερνήσεις των
τελευταίων πέντε ετών δε διανοούνταν να εκστομίσουν. Η αλλαγή κυβέρνησης
και ύφους επίσης έχει προκαλέσει...
ανάταση στο λαό και κύμα συμπάθειας -
όχι βέβαια τόσο εκτεταμένο όσο εμφανίζεται - διεθνώς.
Μέσα σε αυτό το θετικό πλαίσιο ωστόσο οφείλει κανείς να δει και να
προσέξει ορισμένα ανησυχητικά σημάδια: πρώτον, η ουσία της
διαπραγμάτευσης δείχνει να μετατρέπεται σε τεχνική υπόθεση ενός ολοένα
στενότερου επιτελείου, που μάλιστα μιλάει πάρα πολύ. Εμφανίζεται η τάση
δηλαδή της παραγνώρισης των βαθύτερων πολιτικών ζητημάτων προς όφελος
έξυπνων ιδεών και προτάσεων. Αυτές μπορεί να είναι ωφέλιμες σε σχέση με
το τεχνικό κομμάτι αλλά δεν είναι ικανές να αντιμετωπίσουν την ουσία του
προβλήματος της χώρας και της ευρωζώνης, που είναι η δόμηση δεσμών νέο-
αποικιακής εξάρτησης.
Η πρόταξη του τεχνικού κομματιού- χωρίς να υποστηρίζω ότι πρέπει να
μας είναι αδιάφορο - μπορεί να αποδειχτεί στάση εν τέλει συντηρητική,
διότι αποδίδει στην άλλη πλευρά- ευρωκράτες, Γερμανία κλπ- λανθασμένες
προσεγγίσεις ή επικοινωνιακούς τακτικισμούς. Δεν πρόκειται ωστόσο κατά
βάση περί αυτών αλλά περί συνειδητής πολιτικής ανισομερούς συγκρότησης
της ευρωζώνης με ισχυρό οικονομικά και πολιτικά κέντρο και αδύναμες,
ασθμαίνουσες και τροφοδοτούσες αυτήν την ισχύ, περιφερειακές χώρες.
Έτσι στη λογική των έξυπνων προτάσεων μπορεί κανείς να βρεθεί σε ένα
ατελείωτο παζάρι διαρκών υποχωρήσεων έχοντας ήδη αποδεχτεί ως άνευ όρων
αναγκαιότητα την υπογραφή συμφωνίας οπότε εν τέλει να ακυρώσει τα όποια
πλεονεκτήματά του, θυσιάζοντας το στρατηγικό στόχο στο βωμό μικρών και
άνευ μεγάλης ουσίας βελτιώσεων.
Και ο στρατηγικός στόχος είναι η παραγωγική και κοινωνική
ανασυγκρότηση της χώρας και η αποκατάσταση της λαϊκής κυριαρχίας σε όλα
τα επίπεδα- πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό. Αυτά συνθέτουν
την έξοδο του λαού από την κρίση. Υπ’ αυτήν την έννοια η πρόταξη του
χρέους ως ζητήματος είναι λανθασμένη. Το χρέος είναι σημαντικό ως τμήμα
μιας ευρύτερης πολιτικής και όχι ως προμετωπίδα της. Όχι μόνο γιατί οι
κυβερνήσεις των άλλων κρατών οχυρώνονται πίσω από αντιδράσεις των
στρεβλά πληροφορημένων πολιτών τους ή πιο ξεκάθαρα πίσω από τη δική τους
κυριαρχία αλλά επιπλέον γιατί δεν μπορεί το σύμπτωμα να μπαίνει στη
θέση του προβλήματος. Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να εμφανίσει εθνικό
και δημοκρατικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης κινητοποιώντας
παράλληλα τις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας μας στη σύνταξη και
στην εφαρμογή του- στην πραγματικότητα έπρεπε να υπάρχει ήδη. Σε αυτήν
την κατεύθυνση θα έπρεπε να προτάσσει το θέμα της ανάγκης εκτεταμένων
δημοσίων επενδύσεων και να δομεί αντίστοιχες συμμαχίες.
Τέλος και με δεδομένες τις εξελίξεις η κυβέρνηση οφείλει να
απευθυνθεί ήρεμα και κατανοητά στο λαό: αν δεν υπογράψει δήλωση
μετανοίας υπάρχει η πιθανότητα μιας δύσκολης περιόδου μπροστά μας. Δεν
είναι βέβαιο ότι θα συμβεί ή το ένα ή το άλλο- υπάρχει πιθανότητα και
μιας σχετικά καλής συμφωνίας- αλλά είναι πιθανό. Εν όψει μιας τέτοιας
περίπτωσης ο λαός πρέπει να είναι ψύχραιμος και ώριμος και η κυβέρνηση
έτοιμη να κάνει ό, τι χρειαστεί για να προστατεύσει τις καταθέσεις, την
οικονομική δραστηριότητα, τις κρατικές λειτουργίες και για να
διασφαλίσει την ομαλότητα.
Σε διαπραγμάτευση δεν πας με ένα σχέδιο μόνο
αλλά με πολλά. Η σημερινή ευφορία πρέπει να συνοδεύεται από ετοιμότητα
για να μη μετατραπεί πρώτα σε αφελή εφησυχασμό και έπειτα σε πανικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου