Το βράδυ των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου, ο Σαμαράς, παρά την οικτρή
ήττα που υπέστη, είναι βέβαιο ότι αναφώνησε ένα ανακουφιστικό «τα
καταφέραμε!»...
ΕΙΔΙΚΟΥ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗ
Το 27.81% (1,86% λιγότερο από τις εκλογές του Ιουνίου του 2012) που έλαβε η Νέα Δημοκρατία, θεωρούσε ότι του επέτρεπε να παρουσιάσει ως δεδομένη τη συνέχιση της αρχηγίας του στο κόμμα. Ταυτόχρονα, διατύπωσε και τη θεωρία της «αριστερής παρένθεσης» (3 έως 6 μηνών), ώστε με το όπλο παρά πόδας να λουφάξουν οι επίδοξοι αμφισβητίες. Στη συνέχεια, κλειδώθηκε στο γραφείο του, αναμένοντας την...
Καθώς, όμως, κατακάθεται ο
κουρνιαχτός, ο πρόεδρος της ΝΔ και η στενή ομάδα των συνεργατών του
αντιλαμβάνονται ότι έχουν κάνει, για μια ακόμη φορά, λάθος στους
υπολογισμούς τους. Και το μεγαλύτερο λάθος τους έγκειται στην εκτίμηση
του εναπομείναντος αποθέματος ηγετικής επιρροής του Σαμαρά επί των
βουλευτών του και των κομματικών στελεχών. Η ΝΔ μετεκλογικά δεν φαίνεται
να πείθεται από την επιχειρηματολογία της ηγεσίας της, ούτε για το
αποτέλεσμα και τις αιτίες του, ούτε για την «παρένθεση». Αντιθέτως, η ήττα την έχει βυθίσει σε εσωστρέφεια,
σε πρωτοφανή κρίση ταυτότητας και προσανατολισμού, ενώ η καρέκλα του
αρχηγού της τρίζει επικίνδυνα, παρά το σιωπητήριο που επιχειρείται να
επιβληθεί.
Ο Αντώνης Σαμαράς, προς μεγάλη απογοήτευση των οπαδών της
Νέας Δημοκρατίας που τον ψήφισαν στις εσωκομματικές εκλογές του 2009, αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων:
χωρίς πειστικό πολιτικό εκτόπισμα, χωρίς όραμα, χωρίς ικανότητα
επιλογής στελεχών και υπέρ του δέοντος καχύποπτος. Ακόμη και η αστική
του καταγωγή αποδείχθηκε ότι είναι μόνον κατ’ όνομα – την ταφόπλακα στη
σχετική φιλολογία την έβαλε ο ίδιος με τη μη υποδοχή του Τσίπρα στο
Μαξίμου. Εξαρχής κινήθηκε –σε αγαστή συνεργασία με τον φίλο του Χρύσανθο
Λαζαρίδη που τον έβγαλε από την πολιτική έρημο που περιπλανιόταν μετά
τη χαμένη Πολιτική του Άνοιξη– με όρους εφήμερου τακτικισμού και
παρασκηνιακών κινήσεων και συμφωνιών. Μοναδικός στόχος η κατάληψη της
εξουσίας, μέσω μιας sui generis αναρρίχησης. Ένας κακοχωνεμένος
μακιαβελισμός και μια αυθαίρετη ερμηνεία της «τέχνης του πολέμου»,
τροφοδοτούσε τα, κατά την περίσταση και αντικρουόμενα μεταξύ τους,
ιδεολογήματα που εμφανίζονταν ως επεξεργασμένη στρατηγική.
Με τέτοια
αποσκευή δεν κάνει πλέον εντύπωση ότι ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό του
πρώην πρωθυπουργού πως μπορούσε να στηριχθεί στα εκατοντάδες χιλιάδες
μέλη που τον ψήφισαν, σε μια διαδικασία ανασυγκρότησης του κόμματος.
Εξάλλου, ούτε και υπήρξε πρόθεση κάποιας ανασυγκρότησης. Απλή κατανομή
θέσεων και αξιωμάτων γινόταν, με αντίτιμο τη συναίνεση των παραγόντων
στην αδιατάρακτη απόλυτη ηγεμονία της μικρής ομάδας του προέδρου. Οι
τεράστιες αδυναμίες, που επιδείνωναν την ήδη άσχημη κατάσταση που
βρισκόταν ο κομματικός οργανισμός, προσπεράστηκαν αρχικώς από την
αντιμνημονιακή ρητορεία, εν μέσω της καταιγίδας της κρίσης. Τα
«Ζάππεια», η ταύτιση με την γενικευμένη αγανάκτηση και τα συμφέροντα της
μεσαίας τάξης, η απόλυτη απαξίωση του άλλου μεγάλου πόλου του
κομματικού συστήματος, οι επιθέσεις από το εξωτερικό, δημιούργησαν στο
εσωτερικό ένα ευνοϊκό κλίμα υπέρ του Σαμαρά. Μέχρι τη «στιγμή της
αλήθειας», τον Νοέμβριο του 2011. Τότε, πίσω από τις μεγάλες κουβέντες
και τις βαρύγδουπες ρητορείες, αποκαλύφθηκε ένας φοβικός πολιτικός.
Η
μεγάλη και απότομη, όμως, στροφή προς τη φιλομνημονιακή πολιτική,
συνοδευόμενη πάλι με την ίδια αυταρέσκεια στη διατύπωση επιχειρημάτων
από την ανάποδη, τιμωρήθηκε πολύ ακριβά. Το εξευτελιστικό 18,85% του
Μαΐου του 2012 δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν από τους συμβούλους του προέδρου.
Κι όμως, θα έπρεπε. Διότι, δεν επρόκειτο για μια συγκυριακή εκλογική
επίδοση. Αντιθέτως, το ποσοστό αυτό φαίνεται να αποτελεί τον πραγματικό
πλέον συμπαγή όγκο των ψηφοφόρων, της ΝΔ. Τότε, επίσης, αναδύθηκαν στα
δεξιά της και οι ΑΝΕΛ, σαρξ εκ της σαρκός της αρχικά, αλλά και η
νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, που θα της αποσπάσουν μεγάλο αριθμό ψηφοφόρων. Η
κατάρρευση, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν οφείλετο αποκλειστικά στη
μεταστροφή του Σαμαρά, καθώς η αποσάθρωση του κομματικού ακροατηρίου
είχε αρχίσει πριν από χρόνια. Εν πάση περιπτώσει, η αύξηση του Ιουνίου
του 2012 -όπως και αυτή του 2015- εξηγείτο από τη συμπεριφορά μιας
μετακινούμενης μάζας ψηφοφόρων που ψήφισε αποκλειστικά εξαιτίας του
φόβου που προκαλούσε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Καταλαμβάνοντας, εντέλει, την
εξουσία, έστω με το ισχνό 30% και μαζί με το ΠΑΣΟΚ (και την αλήστου
μνήμης ΔΗΜΑΡ), η τακτικίστικη πρακτική Σαμαρά συνεχίστηκε με την ίδια
συνέπεια. Χωρίς κανέναν στιβαρό συντονισμό, αλλά με αποφάσεις της
κλειστής του ομάδας, επιχειρήθηκε η κατοχύρωση στην εξουσία μέσω,
πρωτίστως, παρασκηνιακών συμφωνιών. Κατ’ αρχάς, με τους εξωγενείς παράγοντες επιρροής: τους Γερμανούς,
με όχημα τη συμμόρφωση στις επιταγές της τρόικας, αλλά και στα
ιδιαίτερα συμφέροντα του Βερολίνου, τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, σε έναν
ευρύτερο γεωπολιτικό επανακαθορισμό, χωρίς, όμως, να είναι απόλυτα
ξεκάθαρες οι ελληνικές διεκδικήσεις στο νέο πλαίσιο των σχέσεων αυτών.
Στο εσωτερικό, ήταν έκδηλη εξαρχής η έλλειψη επιθυμίας ριζικών αλλαγών
στις παραγωγικές δομές της χώρας. Και αυτό συνέβη, όχι μόνον λόγω του
αναμφίβολα ασφυκτικού πλαισίου που είχε τεθεί από τις μνημονιακές
συμφωνίες, αλλά και για να μη θιγούν ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα.
Συμφέροντα τα οποία προθυμοποιήθηκε να υπερασπιστεί ο Σαμαράς, για να
πετύχει τη στήριξή τους.
Έτσι δικαιολογούνται και οι «ανίερες συμμαχίες»
με τους γνωστούς «νταβατζήδες», που είχαν πολεμήσει με λύσσα τον
προκάτοχό του στην ηγεσία του κόμματος. Έφθασε μάλιστα στο σημείο να
θέλει να μετασχηματίσει τη ΝΔ σε «νεο-σημητικό» κόμμα, με τις ανάλογες
διευρύνσεις και μεταγραφές. Βεβαίως, όλα αυτά έμειναν στον αέρα, καθώς η
πολιτική δεν μπορεί να περιορίζεται μόνον στα σαλόνια και στα
παρασκήνια.
Ως εκ τούτου, και παρά τις σταθεροποιητικές τάσεις που
καταγράφηκαν σε τομείς της οικονομίας, τα πλήγματα για τη ΝΔ ήταν βαριά.
Το ισχυρότερο από αυτά συνέβη σε κοινωνικό επίπεδο, όπου η άγρια
φορολόγηση αποξένωσε παραδοσιακά –μικροϊδιοκτήτες, αγρότες– για την
κεντροδεξιά τμήματα των ψηφοφόρων. Και τούτο φάνηκε και στις ευρωεκλογές
του Ιουνίου του 2014, που η ΝΔ ήρθε δεύτερη, με το απογοητευτικό
22,72%. Αλλά και στο Βατερλώ των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών,
όπου η ΝΔ δεν πήρε μεγάλες περιφέρειες και δεν κέρδισε ούτε έναν (1)
μεγάλο δήμο!
Ο Σαμαράς, πανικόβλητος, αποφάσισε τότε να αλλάξει
ατζέντα. Έκανε ανασχηματισμό με βουλευτές της Αθήνας, εκπροσώπους της
λαϊκής δεξιάς, χαμηλών μεν ικανοτήτων, αλλά με μόνιμη παρουσία στις
τηλεοπτικές εκπομπές. Άλλαξε ρητορική και εξήγγειλε την έξοδο από το
μνημόνιο και το τέλος της τρόικας. Πίστευε ότι είχε ακόμη τα χαρτιά με
το μέρος του. Έμενε η τελευταία αξιολόγηση της τρόικας και η τελευταία
δόση. Κάποια ισχνότατη ανάπτυξη είχε καταγραφεί, πρωτογενή πλεονάσματα,
έστω και με λογιστικά τερτίπια, είχαν επιτευχθεί. Τον Δεκέμβριο
προσδοκούσε ότι θα μπορούσε να πετύχει ακόμη και μια διευθέτηση του
χρέους, με μια επιμήκυνσή του. Και, βέβαια, ο «άσος» του ήταν η απειλή
του ΣΥΡΙΖΑ. Απειλή για τους Ευρωπαίους που είχαν δώσει τα χρήματά τους,
απειλή για τους Αμερικανούς που θα έβλεπαν στην εξουσία κάποιους
νεο-κομουνιστές, απειλή για τα μεγάλα συμφέροντα, απειλή για τους
νοικοκυραίους, που αν και αγκομαχούσαν από την κρίση, θα κινδύνευαν να
χάσουν τα πάντα.
Τελικώς, αυτός που έχασε, σχεδόν τα πάντα, ήταν ο
ίδιος ο Σαμαράς, γιατί τίποτε δεν του βγήκε. Γιατί το καλό του το χαρτί
ήταν αυτό που τον έκαψε. Οι Γερμανοί δεν συναινούσαν να δώσουν τίποτε ενώπιον μιας επικείμενης πολιτικής ανατροπής
που θα αμφισβητούσε τα συμφωνηθέντα. Και, πολύ πιθανόν, μέσα στα σχέδιά
τους να ήταν –και να είναι– να πετάξουν έξω από την ευρωζώνη τους
«άσωτους» Έλληνες. Οι Αμερικανοί, πάλι, δεν έβλεπαν καθόλου αρνητικά μια
αναταραχή στην Ε.Ε. και την πίεση προς το Βερολίνο –και το ευρώ– από
μια νέα ελληνική κυβέρνηση, εφόσον θα ήταν αρκούντως ελεγχόμενη. Όπως,
επίσης, θα τους ικανοποιούσε και μια γενικότερη διευθέτηση ανοιχτών
ζητημάτων στην περιοχή. Οι «νταβατζήδες» –παλιά μου τέχνη κόσκινο– τα
γύρισαν εγκαίρως, για να πιάσουν στασίδι για την επόμενη ημέρα. Και η
κοινωνία; Είτε με πραγματική ελπίδα είτε με το σκεπτικό «γαία πυρί
μειχθήτω!» αποφάσισε να ρισκάρει.
Και όντως, το ρίσκο είναι
τεράστιο. Και οι κίνδυνοι μεγάλοι. Πράγματι, οι πολιτικές εξελίξεις,
πολύ σύντομα, μπορεί να είναι ραγδαίες. Και σε αυτό πιθανόν να έχει ένα
δίκιο η ανάγνωση που κάνει η ομάδα Σαμαρά. Για τον ίδιο, όμως, τα
πράγματα δυσκολεύουν. Παγιώνεται μεταξύ των στελεχών του κόμματος η
πεποίθηση πως με αυτόν αρχηγό η ΝΔ δεν ξανακερδίζει εκλογές. Ήδη από τα
«αποδυτήρια» δόθηκε «ηχηρό χαστούκι», καθώς απεσύρθη άρον άρον η
υποψηφιότητα της Μισέλ Ασημακοπούλου για τη θέση της
γενικής γραμματέως της κοινοβουλευτικής ομάδας. Κι αυτό έγινε μπροστά
στην απειλή να εκλεγεί τελικά ο ακραιφνής καραμανλικός Βλάχος.
Την ίδια ώρα, βουλευτές συνωθούνται στο γραφείο του Κώστα Καραμανλή,
στου οποίου την επιστροφή προσβλέπουν ως σωτήρια λύση. Μια προσδοκία που
ενστερνίζεται και η πλειοψηφία των ψηφοφόρων της ΝΔ.
Ο ίδιος, όμως,
επιλέγει στάση αναμονής. Δεν μιλά, αλλά δεν θέλησε και την τιμητική
αποστράτευση της προεδρίας, κι αυτό κάτι σημαίνει. Ταυτοχρόνως,
διαπιστώνεται κινητικότητα από επίδοξους δελφίνους: Δένδια, Βορίδη,
Στυλιανίδη, Ντόρα (αν και η τρίτη θέση στις εκλογές της ψαλίδισε τα
φτερά), Κυριάκο Μητσοτάκη, Τζιτζικώστα. Προς ώρας, κανείς δεν τολμά να
κάνει την πρώτη κίνηση. Και αυτό σώζει τον Σαμαρά. Το ξεκαθάρισμα λογαριασμών,
όμως, με όλα τα μαχαίρια έξω από τις θήκες τους, είναι δύσκολο να
αναβάλλεται επί μακρόν. Εν τω μεταξύ, τα ράκη του ΠΑΣΟΚ είναι σίγουρο
ότι έχουν αρχίσει να στοιχειώνουν τις σκέψεις όλων των στελεχών της ΝΔ,
για το αύριο του κόμματος…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου