Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2014

Η ΕΠΙΔΡΟΜΗ ΝΤΟΥΛΙΤΛ

Αμέσως μετά την ιαπωνική επίθεση  στο Περλ Χάρμπορ, τον Δεκέμβρη  του 1941, και την κατάκτηση από  πλευράς Ιαπώνων όλων των  αμερικανικών προκεχωρημένων  βάσεων στον Ειρηνικό, ο πρόεδρος  Ρούζβελτ είχε επιφορτίσει το  γενικό  επιτελείο των ενόπλων  δυνάμεων με τον βομβαρδισμό των  ιαπωνικών νησιών το συντομότερο  δυνατόν... 

του ΚΩΣΤΑ ΜΑΥΡΙΔΗ

Οι λόγοι που  καθιστούσαν μια τέτοια επίθεση  απαραίτητη ήταν η τόνωση του  ηθικού των Αμερικανών και η  συντριβή της εικόνας της  «απόρθητης Ιαπωνίας» που  προέβαλλε η κυβέρνηση Τότζο. Ένας τρίτος και εξίσου σημαντικός λόγος ήταν ότι, ένας βομβαρδισμός της ιαπωνικής πρωτεύουσας και άλλων στόχων πέριξ αυτής, θα ανάγκαζε ένα μέρος των επιθετικών δυνάμεων που πολεμούσαν στον Νότιο Ειρηνικό να επιστρέψει στην Ιαπωνία για να ενισχύσει την άμυνα των νησιών κι έτσι...
θα ανακούφιζε το νότιο μέτωπο των συμμάχων, που δεχόταν ισχυρή πίεση.Το πρόβλημα για τους Αμερικανούς ήταν ότι, έχοντας απολέσει κάθε νησί από το οποίο θα μπορούσαν να απογειωθούν βομβαρδιστικά μακράς ακτίνας δράσης για να φτάσουν μέχρι την Ιαπωνία, έπρεπε να βρουν κάποιο μέρος από το οποίο να φύγουν τα αεροπλάνα για την αποστολή, χωρίς απαραίτητα να μπορούν να ξαναγυρίσουν εκεί. 

Το τελικό σχέδιο ανατέθηκε στον αντισμήναρχο της αεροπορίας, Τζέιμς Ντουλίτλ, γνωστό λάτρη της περιπέτειας και φανατικό πιλότο, που το 1922 είχε διασχίσει τις ΗΠΑ χωρίς ανεφοδιασμό σε δώδεκα ώρες και είχε κερδίσει μια σειρά από ριψοκίνδυνους αεροπορικούς αγώνες. Ο Ντουλίτλ, μαζί με τον πλοίαρχο Φράνσις Λόου, κατέληξαν σε ένα εξαιρετικά παράτολμο σχέδιο, το οποίο προέβλεπε την απογείωση μεσαίων βομβαρδιστικών από κάποιο αεροπλανοφόρο, που θα έφτανε απαρατήρητο κοντά στην Ιαπωνία, το βομβαρδισμό των επιλεγμένων στόχων και τη μετέπειτα προσγείωση των αεροσκαφών κάπου στη Σοβιετική Ένωση, όπου τα σκάφη θα εγκαταλείπονταν ως δώρο στους Σοβιετικούς. Δυστυχώς, η ΕΣΣΔ είχε μόλις υπογράψει συνθήκη ουδετερότητας με την Ιαπωνία και οι διαπραγματεύσεις για άδεια προσγείωσης σε σοβιετικό έδαφος δεν κατέληξαν πουθενά. Έτσι, ο Ντουλίτλ επέλεξε ως σημείο προσγείωσης την Κίνα, μεγάλο μέρος της οποίας ήταν υπό ιαπωνική κατοχή και η πιθανότητα επιβίωσης και διαφυγής των πληρωμάτων αμφίβολη.
 
Παρ’ όλες τις δυσκολίες και το χαρακτηρισμό της αποστολής ως ελάχιστα καλύτερης από αυτοκτονίας, βρέθηκαν ανέλπιστα γρήγορα, οι απαραίτητοι εθελοντές και ο τύπος του αεροσκάφους που επιλέχθηκε ήταν το μεσαίο βομβαρδιστικό Β25 Μίτσελ. Κάπου εκεί άρχισαν και τα προβλήματα. Το Β25 ήταν καινούριο αεροπλάνο και δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη για τη χρήση του από αεροπλανοφόρο και έπρεπε να ελαφρύνει επαρκώς, αν τα πληρώματα ήθελαν να απογειωθούν από το κατάστρωμα με πλήρη φόρο βομβών. Όλα τα αεροσκάφη υπέστησαν μια σειρά από μετατροπές, όπως την αφαίρεση του κάτω και του ουραίου πυργίσκου πολυβόλων, την εγκατάσταση επιπλέον δεξαμενών καυσίμου σε κάθε διαθέσιμο χώρο και την αντικατάσταση του συστήματος σκόπευσης Νόρντεν από μια ελαφριά αυτοσχέδια διόπτρα, που κατασκευάστηκε με υλικά αξίας 20 σεντς. Γενικώς, αφαιρέθηκε οτιδήποτε μπορούσε να αφαιρεθεί χωρίς να εμποδίζει τη δυνατότητα του αεροπλάνου να πετά και να βομβαρδίζει. Με τις επιπλέον δεξαμενές καυσίμου, το διασκευασμένο Β25 μετέφερε πλέον διπλάσια ποσότητα καυσίμου και είχε διπλάσιο βεληνεκές.
 
Τα πληρώματα, που σημειωτέον δεν γνώριζαν ακόμη τον στόχο της αποστολής, άρχισαν την 1η Μαρτίου 1942 εντατική εκπαίδευση στην πλοήγηση πάνω από θάλασσα, στις νυχτερινές πτήσεις σε χαμηλό ύψος και στις προσομοιώσεις απογείωσης από αεροπλανοφόρο, και σε ένα μήνα είχαν επιβιβασθεί στο αεροπλανοφόρο Χόρνετ με κατεύθυνση τον Ειρηνικό. Το Χόρνετ συναντήθηκε στα βόρεια της Χαβάης με τη Δύναμη 16, που αποτελούνταν από το αεροπλανοφόρο Έντερπραϊζ και δεκατέσσερα πλοία συνοδείας και πρόσω ολοταχώς και με πλήρη σιγή ασυρμάτου κατευθύνθηκαν προς το σημείο απογείωσης, κάπου στο Δυτικό Ειρηνικό, ανατολικά του νησιωτικού συμπλέγματος της Ιαπωνίας.
 
Στις 7.38 το πρωί της 18/4 και στα 1200 χλμ. από την Ιαπωνία, η ναυτική δύναμη έγινε αντιληπτή από το ιαπωνικό περιπολικό σκάφος Νίτο Μαρού, το οποίο βυθίστηκε από το καταδρομικό Νάσβιλ, αφού πρόλαβε να ειδοποιήσει τη βάση του για την παρουσία των εχθρικών πλοίων. Τα πλοία βρίσκονταν 310 χλμ. μακρύτερα από το σημείο απογείωσης, αλλά ο Ντουλίτλ αποφάσισε να ξεκινήσουν χωρίς καθυστέρηση, γνωρίζοντας ότι τα δύο αεροπλανοφόρα έπρεπε να αποχωρήσουν αμέσως. Το Χόρνετ γύρισε κόντρα στον άνεμο και τα 16 Μίτσελ απογειώθηκαν με κατεύθυνση το Τόκυο, πετώντας λίγα μέτρα πάνω από τα κύματα για να αποφύγουν τον εντοπισμό. Έξι ώρες αργότερα, έφτασαν πάνω από την ιαπωνική πρωτεύουσα, όπου βομβάρδισαν βιομηχανικούς στόχους τόσο στο Τόκυο, αλλά και στη Γιοκοσούκα, τηνΝαγκόγια, το Κόμπε και την Οζάκα. Η επιδρομή αιφνιδίασε παντελώς την ιαπωνική αεράμυνα, καθώς κανένα αεροσκάφος δεν καταρρίφθηκε και τα δεκαπέντε από τα Β25, αφού πέταξαν ΝΔ κατά μήκος της ιαπωνικής ακτογραμμής, διέσχισαν την  θάλασσα της Κίνας με κατεύθυνση την Ανατολική Κίνα. Το δέκατο έκτο σκάφος που είχε μεγάλη απώλεια καυσίμου, κατευθύνθηκε προς τη Σοβιετική Ένωση και προσγειώθηκε 65 χλμ βόρεια του Βλαδιβοστόκ.
 
Τα πληρώματα που επέλεξαν να πάνε προς Κίνα είχαν απροσδόκητες δυσκολίες να αντιμετωπίσουν. Κατ’ αρχάς, είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει, ο καιρός είχε χειροτερεύσει αισθητά, τα καύσιμα είχαν εξαντληθεί λόγω της πρόωρης απογείωσης από το Χόρνετ και οι ραδιοφάροι, που υποτίθεται θα τους κατηύθυναν προς τους κινεζικούς αεροδιαδρόμους, δεν θα εντοπίζονταν ποτέ. Έτσι, είχαν δύο επιλογές: ή να πηδήξουν με αλεξίπτωτο κάπου στην Ανατολική Κίνα ή να κάνουν αναγκαστική προσγείωση στις κινεζικές ακτές. Πραγματικά, δεκατρία από τα πληρώματα, συμπεριλαμβανομένου και αυτού του Ντουλίτλ, περισυνελέγησαν και βοηθήθηκαν από Κινέζους στρατιώτες και πολίτες και τελικά κατάφεραν να διασωθούν, ενώ δύο πληρώματα, τα αεροσκάφη των οποίων αναγκάστηκαν να προσθαλασσωθούν, συνελήφθησαν από τους Ιάπωνες και είχαν εξαιρετικά δυσμενή μεταχείριση. Οι κυβερνήτες των δύο αεροσκαφών και ο ένας πολυβολητής εκτελέσθηκαν στις 15/10/42 στη Σαγκάη και οι υπόλοιποι απελευθερώθηκαν με τη λήξη του πολέμου, τον Αύγουστο του ’45. Όσο για το πλήρωμα που κατέφυγε στην ΕΣΣΔ, συνελήφθη από τη NKVD, το αεροσκάφος τους κατασχέθηκε και, αν και οι Σοβιετικοί τούς φέρθηκαν καλά, οι διπλωματικές προσπάθειες επαναπατρισμού τους απέτυχαν. Ωστόσο, τον Μάιο του ’43, η NKVD σκηνοθέτησε ένα απίθανο επεισόδιο στο Ασκαμπάτ του Τουρκμενιστάν, στο οποίο κάποιος λαθρέμπορος πέρασε τους Αμερικανούς αεροπόρους στο Ιράν και τους οδήγησε στις συμμαχικές δυνάμεις που στάθμευαν εκεί.
 
Το πραγματικό λουτρό αίματος, όμως, έμελλε να γίνει στην Κίνα. Στην προσπάθειά τους να συλλάβουν τα μέλη των πληρωμάτων της επιδρομής Ντουλίτλ, οι Ιάπωνες όργωσαν την κινεζική ύπαιθρο σκοτώνοντας, βασανίζοντας και καίγοντας. Υπολογίζεται ότι πάνω από 250 χιλιάδες Κινέζοι έχασαν τη ζωή τους στους τέσσερις μήνες που διήρκεσε το ανθρωποκυνηγητό για τους Αμερικανούς. Ο ιαπωνικός στρατός έκανε χρήση βιολογικών όπλων κατά του κινεζικού πληθυσμού, εξαπολύοντας στο νερό τους ιούς της πανούκλας, της χολέρας και του τυφοειδούς πυρετού, με αποτέλεσμα να πεθάνουν και 10 χιλιάδες Ιάπωνες στρατιώτες.
 
Η επιδρομή Ντουλίτλ θεωρείται σήμερα το σημείο της συναισθηματικής καμπής του πολέμου στον Ειρηνικό και ήταν ο κύριος παράγοντας που οι Ιάπωνες αποφάσισαν να επιτεθούν στην ατόλη Μιντγουέι. Το πολεμικό σημείο καμπής θα ερχόταν δύο μήνες αργότερα στην ομώνυμη ναυμαχία, όπου κατά τον ιστορικό Τζον Κίγκαν «οι Ιάπωνες υπέστησαν τη χειρότερη ήττα τους σε 350 χρόνια».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου