Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

Η ΞΕΝΗ ΚΑΤΟΧΗ ΒΑΖΕΙ ΧΕΡΙ ΚΑΙ ΣΤΑ ΝΤΟΠΙΑ ΔΕΚΑΝΙΚΙΑ ΤΗΣ

Παρακολουθώντας τις τρέχουσες ειδήσεις ένα πράγμα προκαλεί το ειρωνικό μειδίαμα. Τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ για πρώτη ίσως φορά δεν προβάλλουν σε όλους εμάς τους μισθοσυντήρητους κοινούς θνητούς την συμφωνία του Eurogroup της 27/11/2012 σαν την (πολλοστή) «τελική διάσωση της χώρας μας»...

του ΣΤΑΥΡΟΥ ΜΑΥΡΟΥΔΕΑ

Φυσικά και στήριξαν με νύχια και με δόντια την εκλογή της τρικομματικής κυβέρνησης-τραβεστί (καθώς ως σκληρός διαπραγματευτής έναντι της ΕΕ εμφανιζόταν προεκλογικά και πειθήνιο δουλικό αποκαλύφθηκε εκ των υστέρων).

Φυσικά και αγωνιούν να ξεκοκαλίσουν ότι έρθει στη χώρα (έστω και σε δόσεις) από την δόση των 43,7 δις. Άλλωστε η μερίδα του λέοντος (περίπου 22δις) θα πάει για να διασώσει τις τράπεζες ενώ το υπόλοιπο για να ξεπληρωθούν οι (κατά Κ.Καραμανλή) «νταβατζήδες» του δημοσίου. Όμως για πρώτη φορά πίσω από τους χλιαρούς πανηγυρισμούς... 


Εμφανίζονται και μία σειρά επιφυλάξεις. Μάλιστα ιδιαίτερα το γνωστό συγκρότημα που αποτελεί την ιστορική ναυαρχίδα της διαπλοκής μόνο σε «ανένδοτο» κατά της τρόικας δεν έχει καλέσει (μέσω διαπρύσιων editorials του ιδιοκτήτη του) ενώ τα γνωστά και μη-εξαιρετέα δημοσιογραφικά φερέφωνα του εκπλήσσουν με την όψιμη κριτική τους στην ΕΕ και την τρόικα. Αλήθεια τι συμβαίνει;
Έπαθαν όλοι αυτοί κάποια έκλαμψη και ως νέος Σαουλ στο δρόμο της Δαμασκού μετατράπηκαν σε Παύλο;

Φυσικά και όχι. Όπως λέει ο λαός μας, «ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, μήτε τη γνώμη άλλαξε μήτε την κεφαλή του». Σε προηγούμενο άρθρο «Η αρχή του τέλους του ελληνικού δράματος;», είχε υποστηριχθεί ότι η ελληνική αστική τάξη, εβρισκόμενη σε μία από τις πιο αδύναμες ιστορικά στιγμές της, αδυνατεί να διαπραγματευθεί σοβαρά με τους ηγεμονικούς ευρωπαϊκούς καπιταλισμούς. Παρόλο ότι βλέπει την οικονομική και πολιτικής υποβάθμιση της, είναι βαθύτατα δεσμευμένη οικονομικά και πολιτικά στο ευρωπαϊκό μπορντέλο (κατά Economist). Γι’ αυτό κάνει το στανιό φιλότιμο και κοιτάζει να μεταφέρει όσο το δυνατόν περισσότερα από τα «σπασμένα» στη ράχη των εργαζόμενων. 

Όμως είχα υποστηρίξει ότι για δύο ζητήματα δίνει, αυτή την περίοδο, μία μάχη με τους ξένους «εταίρους»: (α) τον έλεγχο του χρηματοπιστωτικού συστήματος και (β) τα οφέλη από τις ιδιωτικοποιήσεις. Ιδιαίτερα το πρώτο είναι το πιο κομβικό γιατί αποτελεί την σύγχρονη κορωνίδα του ελληνικού καπιταλισμού που πίσω της από την «αγγελική» πρόσοψη της κρύβονται όλες σχεδόν οι βασικές μερίδες του ελληνικού κεφαλαίου (από τους τυπικά έντιμους εφοπλιστές, ξενοδόχους, κατασκευαστές και καναλάρχες μέχρι τους απροκάλυπτα μαφιόζους). Με βάση το χρηματοπιστωτικό σύστημα όλος αυτός ο «αγγελικά πλασμένος» εσμός κάνει μέχρι σήμερα τις νόμιμες και παράνομες δουλειές του (ροκανίζει το δημόσιο κορβανά, ξεπλένει χρήμα, φοροδιαφεύγει, εισπράττει κέρδη από «ξένα» λεφτά κλπ.). 

Αυτό τον προμαχώνα δεν έχει μπορέσει μέχρι σήμερα να αλώσει το ξένο κεφάλαιο. Το τελευταίο έχει ελέγξει και αποδιαρθρώσει την ελληνική παραγωγική δομή, έχει περάσει τις βρώμικες πύλες των εργοστασίων αλλά έχει αποτύχει εμπρός στις χρυσοποίκιλτες θύρες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Έχει μάλιστα σπάσει τη μούρη του στο χώρο αυτό καθώς οι Έλληνες καπιταλιστές σε αρκετές περιπτώσεις κυριολεκτικά «έγδαραν» τους ξένους εταίρους και ανταγωνιστές τους. Όμως το βάθεμα της ελληνικής κρίσης και η αποτυχία της Μνημονιακής στρατηγικής αδυνατίζει περαιτέρω το ελληνικό κεφάλαιο και απειλεί πλέον τον κεντρικό πύργο του.

Αυτό που κυριολεκτικά τρέμει το ελληνικό κεφάλαιο είναι ότι η διαδικασία επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και η προοπτική ενός νέου κουρέματος του μη-βιώσιμου (ακόμη και με την φαιδρή νέα συμφωνία) ελληνικού χρέους θα πάρει τις τράπεζες από τα χέρια του. Γι’ αυτό ανησυχούν καναλάρχες και εκδότες, οι οποίοι είτε είναι μέσα στις τράπεζες είτε/και χρηματοδοτούνται σκανδαλωδώς απ’ αυτές με κυριολεκτικά «θαλασσοδάνεια» (καθώς έχουν εξόφθαλμα ζημιογόνες επιχειρήσεις). Γι’ αυτό ο «ανένδοτος» αγώνας και οι ξαφνικές επικρίσεις στην ΕΕ και την τρόικα. Ο αλήστου μνήμης «κίνδυνος αφελληνισμού των τραπεζών» του Β.Ράπανου είναι προ των πυλών. Έτσι περίπου καλούμαστε όλοι εμείς οι μισθοσυντήρητοι κοινοί θνητοί (που έχουμε ήδη «αφελληνισθεί» και βουλγαροποιηθεί με τις δραματικές περικοπές των εισοδημάτων μας) να αγωνισθούμε για να μην «αφελληνισθούν» οι κύριοι με τα μεταξωτά κοστούμια. Οποία ειρωνεία!

Τι ακριβώς όμως φοβάται το ελληνικό κεφάλαιο; Η ελληνική κρίση δεν θα μπορούσε να αφήσει ανέγγιχτο το τραπεζικό σύστημα. Όχι γιατί είχε υπερβολική μόχλευση, όπως οι επιπόλαιες θεωρίες περί χρηματιστικοποίησης υποστηρίζουν. Αντιθέτως, το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα είχε – για μία σειρά ιστορικούς λόγους – μικρότερο βαθμό μόχλευσης από τα περισσότερα αντίστοιχα ευρωπαϊκά. 

Παρά την μείωση της ροπής για αποταμίευση όλα τα τελευταία χρόνια (λόγω λιτότητας, της απάτης του χρηματιστηρίου και των «εξυπνάδων» των κυβερνήσεων Σημίτη ιδιαίτερα αλλά όχι μόνο), η καταθετική βάση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος ήταν σχετικά υγιής (δείκτης δανείων προς καταθέσεις 120% έναντι 135% στην Ευρωζώνη το 2011). Ούτε φταίει για την επιδείνωση της κατάστασης του τραπεζικού συστήματος το δημόσιο που φόρτωσε το πρώτο με κρατικά ομόλογα, όπως υποστηρίζεται συστηματικά από τους τραπεζικούς κύκλους και ιδιαίτερα τον σημερινό «πάπα» τους Γ.Προβόπουλο που λειτουργεί εξόφθαλμα ως τσιτσερόνε των ιδιωτικών τραπεζών και όχι ως κρατικός τραπεζίτης (ξαναγυρνώντας την Τράπεζα της Ελλάδας στα χρόνια που ήταν δέσμια της ιδιωτικής τότε Εθνικής Τράπεζας). 

Αντιθέτως, μία σειρά κρατικές πολιτικές (όπως η χρηματο-οικονομική απελευθέρωση (ο περιορισμός των ρυθμίσεων και ελέγχων) που επέβαλλε η ΕΕ και ιδιαίτερα η ΟΝΕ, τα νέα χρηματοπιστωτικά προϊόντα που συμμετείχαν στη «ληστεία του Χρηματιστηρίου», η με κρατική βούλα σκανδαλώδης απόκλιση επιτοκίου καταθέσεων και χορηγιών κλπ.) ευνόησαν εξωφρενικά το χρηματοπιστωτικό σύστημα και το έκαναν, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, ένα από τα πιο κερδοφόρα πανευρωπαϊκά. Γι’ αυτό και η εσπευσμένη απόβαση ξένων τραπεζών στη χώρα μας την περίοδο εκείνη (έστω και με μικρά υποκαταστήματα, δίκτυα, τζίρους κλπ.). 

Επίσης, η Βαλκανική επέλαση των ελληνικών τραπεζών στηρίχθηκε σκανδαλωδώς (και με δημόσιο χρήμα) από το κράτος. Άλλωστε το πολιτικό υπηρετικό προσωπικό της αστικής τάξης έτσι ήταν υποχρεωμένο να κάνει.

Αυτό που αδυνατίζει το ελληνικό τραπεζικό κεφάλαιο είναι η γενική πτώση του μέσου ποσοστού κέρδους λόγω της κρίσης υπερσυσσώρευσης του ελληνικού καπιταλισμού. Τα έσοδα των τραπεζών (χονδρικά ο τόκος) προέρχονται πάντα – και αντίθετα με τις εσφαλμένες και αντι-μαρξιστικές θεωρίες της χρηματιστικοποίησης – από την υπεραξία (και συνεπώς τα κέρδη) που απομυζούν οι παραγωγικοί καπιταλιστές από τους εργαζόμενους τους. 

Το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι μία μη-παραγωγική (αλλά αναγκαία) κατά Μαρξ (αλλά και στην πραγματικότητα) καπιταλιστική οικονομική δραστηριότητα και δεν παράγει το ίδιο υπεραξία αλλά του αναδιανέμεται τμήμα της υπεραξίας που υπεξαιρεί το παραγωγικό κεφάλαιο. Η μείωση των κερδών του τελευταίου έθιξε και τα (συγκριτικά υπέρογκα όλη την προηγούμενη περίοδο) έσοδα του τραπεζικού κεφαλαίου. 

Η μετατροπή της καπιταλιστικής κρίσης κερδοφορίας σε κρίση χρέους ανάγκασε το χρηματοπιστωτικό σύστημα να μην τρυγά μόνο οφέλη αλλά και να επωμισθεί βάρη. Πάντα όμως με γνωστές σκανδαλωδώς προνομιακές ρυθμίσεις. Έτσι οι τράπεζες χρειάσθηκε να αγοράσουν κρατικό χρέος (με παχυλά όμως επιτόκια) το οποίο αναγκαστικά «κουρεύτηκε» με το PSI καθώς δεν ήταν (και εξακολουθεί να μην είναι) βιώσιμο. 

Οι χρυσοκάνθαροι τραπεζίτες είναι οι τελευταίοι που δικαιούνται να μιλούν γι’ αυτό. Οι εργαζόμενοι και τα ασφαλιστικά τους ταμεία έχουν πληρώσει πολύ πριν και πολύ περισσότερα απ’ αυτούς. Άλλωστε πληρώνουν και τα δικά τους σπασμένα. Το πτωχευμένο ελληνικό δημόσιο – που έχει κάνει ουσιαστικά εσωτερική στάση πληρωμών – καλύπτει σκανδαλωδώς τις δικές τους τρύπες. Ξεκινώντας από την κυβέρνηση Καραμανλή και συνεχίζοντας με όλες τις υπόλοιπες (και φυσικά αυτή του τραπεζίτη Παπαδήμου) το ελληνικό δημόσιο δανείζεται (επιδεινώνοντας το δείκτη χρέους/ΑΕΠ) για να δώσει χρήματα στις τράπεζες για να διασώσουν τους ισολογισμούς τους. 

Η ιστορία είναι γνωστή. Οι τραπεζίτες απαίτησαν και κέρδισαν, ενώ έχουν χάσει την πλειοψηφία των μετοχών τους, να μην κρατικοποιηθούν αλλά να διατηρήσουν τη διοίκηση των ευαγών ιδρυμάτων τους – πάντα για το καλό όλων ημών και της χώρας. Μάλιστα θρασύτατα αρνούνται να πληρώσουν στο δημόσιο ακόμη και τις αποδόσεις αυτών των μετοχών χωρίς διοικητικά δικαιώματα που κατέχει το τελευταίο. Είχαν μάλιστα την αναίδεια, μεταξύ των άλλων έξυπνων ιδεών, να προτείνουν να πληρωθούν οι αποδόσεις αυτές από τους μισθούς των τραπεζοϋπαλλήλων (τους μισθούς των οποίων άλλωστε περικόπτουν, τις θέσεις τους εργασίας περιορίζουν και την εντατικοποίηση αυξάνουν).

Όλα αυτά τα χυδαία κόλπα όμως δεν καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα κερδοφορίας που το «κούρεμα» επιδείνωσε. Έτσι αναγκάζονται να προσφύγουν ως επαίτες στους ευρωπαίους «εταίρους» τους (που έχουν ήδη γδάρει αρκετές φορές στο παρελθόν). Έτσι το μεγαλύτερο μέρος της δόσης των 43,7 δις θα δανεισθεί από το ΕΤΧΣ (Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας) στο ελληνικό δημόσιο για την επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (δηλαδή για να τις κάνει από προβληματικές βιώσιμες). Εδώ τα πράγματα είναι πιο δύσκολα καθώς δεν πρόκειται για τον «εχθρό λαό» στον οποίο στέλνουν τα ΜΑΤ για να τον συνετίσουν. Οι ηγεμονικοί καπιταλισμοί της ΕΕ είναι αγριεμένοι καθώς ο ελληνικός μπελάς προστίθεται και οξύνει τα εσωτερικά και διεθνή προβλήματα τους. Επιπλέον μέχρι τώρα δεν έχουν δώσει δεκάρα τσακιστή χωρίς να βγάλουν κέρδη και οφέλη. Και έτσι σκοπεύουν να συνεχίσουν να κάνουν. Η περίπτωση ενός OSI («κουρέματος» των διακρατικών δανείων τους) για πρώτη φορά θα τους θίξει και αυτό δεν τους ευχαριστεί καθόλου. Έτσι επιβάλλουν κυριολεκτικά εξανδραποδιστικούς όρους. Αν οι έλεγχοι της BlackRock πέρασαν στα μαλακά τώρα απαιτούν επιτρόπους στις τράπεζες. Δηλαδή να έχουν πόδι στη διοίκηση, δηλαδή αυτό που δεν πήρε το ελληνικό δημόσιο όταν χρηματοδοτούσε κατευθείαν τις τράπεζες. Αυτό σημαίνει ότι οι έλληνες τραπεζίτες θα βάλουν ένα δύσκολο εταίρο στο πλευρό τους που δεν θα συναινεί (εκτός και εάν έχει ίδια συμφέροντα) σε μυστήριες «μπίζνες», «θαλασσοδάνεια» σε καθεστωτικά κόμματα και διαπλεκόμενους μιντιάρχες και μίζες σε εξωνημένους πολιτικούς.

Φυσικά το ελληνικό κεφάλαιο δεν το βάζει κάτω και προσπαθεί να διαπραγματευθεί σκληρά. Τώρα φωνασκεί για κίνδυνο κρατικοποίησης των τραπεζών αν και ξέρει καλά πως αυτό από το οποίο κινδυνεύει είναι η εξαγορά τους έναντι πινακίου φακής από ξένα κεφάλαια. Σύμφωνα με το Μνημονιακό πρόγραμμα οι τρύπες των τραπεζών καλύπτονται από το δανεισμό του δημοσίου από το ΕΤΧΣ ή με αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Το τελευταίο αποκλείεται γιατί κανένας εγχώριος καπιταλιστής δεν βάζει σήμερα το χέρι στην τσέπη. Προτιμά να έχει τα προσωπικά χρήματα του στην Ελβετία και στα Νησιά Καίημαν και να κάνει μπίζνες στη χώρα με ξένα κόλλυβα. Επομένως οι τρύπες θα καλυφθούν από τα δάνεια του ΕΤΧΣ. Όμως αυτά πρέπει να αποπληρωθούν εντός ενός ορισμένου χρονικού διαστήματος (περίπου τριετίας) αλλιώς το ΕΤΧΣ θα γίνει ο κύριος μέτοχος των τραπεζών και πιθανόν οι κκ.Κωστόπουλος, Λάτσης, Σάλλας κλπ. θα πάνε σπίτια τους (ή ο ρόλος τους θα περιορισθεί δραματικά).

Εδώ η επαναγορά του κρατικού χρέους (στο 35% της αξίας τους όπως φημολογείται) με βάση τη συμφωνία του Eurogroup κάνει τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Θα έχουν μεν μία άμεση εισροή ρευστού (που θα βελτιώσει λίγο τους ισολογισμούς τους) αλλά ταυτόχρονα θα εγγράψουν νέες ζημιές (που θα τους χειροτερέψουν πολύ περισσότερο προοπτικά). Και φυσικά πάει περίπατο η θρασύτατη απαίτηση τους να έχουν εγγύηση στο 100% από το ΕΤΧΣ για τα ομόλογα που κατέχουν. Επίσης πάει περίπατο η στρουθοκαμηλική προσδοκία τους για μία ανάκαμψη της οικονομίας και του επιχειρηματικού κλίματος όπου με τα κρατικά ομόλογα θα έκαναν ένα νέο πάρτι στο χρηματιστήριο.

Έτσι το ελληνικό κεφάλαιο κηρύσσει τον «ανένδοτο» του και ψάχνει για ηλίθιους ή εξωνημένους για να τον διεκπεραιώσουν. Γιατί φυσικά θα είχε γούστο να δούμε όλους αυτούς τους καλοβαλμένους κυρίους και κυρίες να διαδηλώνουν με κατσαρόλες στους δρόμους αλλά έχουμε δρόμο μέχρι εκεί (άλλωστε ούτε στο τέλος της Αργεντίνικης κρίσης δεν έγινε ακριβώς έτσι). 
Βέβαια μπορεί ο αγώνας του δρόμου να είναι ξένος και αισθητικά απεχθής για το ελληνικό κεφάλαιο αλλά ξέρει πολύ καλά από βρώμικες διαπραγματεύσεις όχι μόνο σε επίσημα φόρα αλλά και σε σκοτεινές καμαρίλες. 

Αυτός είναι ο μόνος «ανένδοτος» που μπορεί να κάνει το ελληνικό κεφάλαιο. Και είναι ένας «ανένδοτος» που την όποια (επιτυχή ή ανεπιτυχή) έκβαση του θα την πληρώσουν ούτως ή άλλως οι εργαζόμενοι της χώρας μας. Αυτό που χρειάζεται είναι ο δικός τους «ανένδοτος» αγώνας που θα διώξει όλες τις ντόπιες και ξένες ακρίδες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου