Ο δημόσιος διάλογος - μέσα από υπερβολές και ανεπάρκειες αλλά και μέσα από σοβαρές και τεκμηριωμένες προσεγγίσεις - φαίνεται πως έχει εγκλωβιστεί σε μια αδιέξοδη μόχλευση προτάσεων και ιδεών, υποβαθμίζοντας όμως τον ρόλο του πολιτικού υποκειμένου, και αυτό συντηρεί μια κατάσταση που παγιδεύει την χώρα και οδηγεί τους πολίτες στην μαζική πολιτική αποστράτευση...
του Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Γι’ αυτήν την
εξέλιξη προφανώς δεν ευθύνεται
αυτοτελώς ο ίδιος ο διάλογος. Ευθυνόμαστε όμως όλοι εμείς που προσπαθούμε να διατυπώσουμε πολιτικό λόγο, θεωρώντας
πως η κατάθεση ιδεών, η κριτική αποτίμηση των πεπραγμένων και η
επιμονή στην διατύπωση εναλλακτικών
πολιτικών και άλλων προτάσεων, αρκούν για
να υπάρξει η πολυπόθητη μεταστροφή στην διαχείριση των κρίσιμων εθνικών
υποθέσεων. Είναι φανερό όμως πως η
διαιώνιση μιας τέτοιας αντίληψης, το μοναδικό το οποίο ανατροφοδοτεί, είναι
μια σειρά από ολέθριες και καταστροφικές
αυταπάτες.
Απέναντί μας δεν υπάρχει πολιτικός ερασιτεχνισμός, ούτε βεβαίως και μια φτωχή παρακαταθήκη
πολιτικών ιδεών και προτάσεων, που περιμένει εναγωνίως να την πλουτίσουμε με
την δική μας πολύτιμη συνεισφορά προκειμένου να σπεύσει την επόμενη στιγμή να
μεγαλουργήσει. Υπάρχει ένα δομημένο
σύστημα κυρίαρχων αντιλήψεων για την Οικονομία, την Δημόσια Διοίκηση, την
Κοινωνία και την Γεωπολιτική, το οποίο
συγκροτείται στην βάση ενός μηχανισμού πολλαπλών εξαρτήσεων με προεξάρχουσα
την εθνική εξάρτηση, και διαθέτει την
δική του ιδιότυπη θερμοκοιτίδα αναπαραγωγής πολιτικών διαχειριστών
περιορισμένης ευθύνης, περιορισμένης δυνατότητας στην πολιτική αυτενέργεια και
εν τέλει περιορισμένων αρμοδιοτήτων ως προς το εύρος των πολιτικών του
χειρισμών.
Στο περιβάλλον αυτού του κυρίαρχου συστήματος αντιλήψεων και εξάρτησης, οικοδομείται με τις όποιες του παραλλαγές και το εναρμονισμένο μοντέλο του πολιτικού συστήματος το οποίο...
εντέλλεται να διαχειριστεί στρατηγικές προτεραιότητες στην βάση συγκεκριμένων προδιαγραφών και χωρίς καμία απολύτως δυνατότητα υπέρβασης των προσυμφωνημένων πολιτικών πρωτοκόλλων.Οι μορφές της πολιτικής ενοποίησης και υπερεθνικής
διοίκησης που έχουν
επιλεγεί, «οχυρώνουν» αυτό το μοντέλο
πολιτικής διαχείρισης και στραγγαλίζουν,
με εργαλείο τους «εκσυγχρονισμένους» και διεθνοποιημένους θεσμούς, κάθε δυνατότητα παρέκκλισης στην
κατεύθυνση της υπεράσπισης των εθνικών και των λαϊκών συμφερόντων.
Είναι λοιπόν
φανερό πως κάτω από αυτό το πρίσμα και
μόνον πολιτικά θα πρέπει να
ερμηνεύσουμε την ιστορική μετάλλαξη που έχει συντελεστεί στα φυσιογνωμικά
χαρακτηριστικά της κυρίαρχης πολιτικής ελίτ στην Ελλάδα και στην Ευρώπη,
μιας ελίτ χαρτογιακάδων και λογιστών που δρομολογεί
πολιτικές γεωπολιτικού αυτοχειριασμού, με το βλέμμα στραμμένο κατ’
αποκλειστικότητα, στο πλιάτσικο, στα ταμειακά διαθέσιμα των εξαρτημένων
οικονομιών και σε επιλογές που στηρίζουν τον κανιβαλισμό των μεγάλων
υπερεθνικών ομίλων.
Με πλέον πρόσφατο παράδειγμα, την ευκολία με την οποία σπεύδουν οι πάντες να στοιχηθούν πίσω από
τις νόρμες της «μετά covid εποχής», που
προσανατολίζονται σε πρακτικές ευέλικτης
διαχείρισης των παραγωγικών σχέσεων, αδιαφορώντας πλήρως για την εκτεταμένη
καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων και την καθολική αποδιάρθρωση του
δυναμισμού της Οικονομίας, το καμπανάκι
έχει ήδη χτυπήσει και η ανάγκη να δραπετεύσουμε άμεσα από τις παραδοσιακές μας
αυταπάτες, αποκτά πλέον εξαιρετικά επείγουσα σημασία.
Και προφανώς αυτό το παράδειγμα δεν είναι το μοναδικό.
Η διαχείριση της κρίσιμης εθνικής ατζέντας στο Αιγαίο και στην ΝΑ Μεσόγειο, οι ατολμίες και η ολιγωρία, οι διαρκείς και ανεπίτρεπτες υπαναχωρήσεις ακόμη και από τα αυτονόητα, η εύκολη καταφυγή στο δεκανίκι της δουλοπρέπειας
απέναντι στου Αμερικανούς προκειμένου να ανακοπούν οι οδυνηρές συνέπειες της
δουλοπρέπειας που επιδεικνύεται σταθερά απέναντι στις γερμανικές απαιτήσεις, αυτό που καταδεικνύουν σε πρώτη ανάγνωση, είναι
την φαυλότητα και το ανατροφοδοτούμενο των αδιεξόδων.
Ωστόσο… Αυτή η ενιαία αντίληψη που διαπερνά το σύνολο των επιλογών που ιεραρχούνται απέναντι σε όλο το εύρος των εθνικών αλλά και των διεθνών προκλήσεων στην Οικονομία, στην Κοινωνία και στην Γεωπολιτική, είναι απολύτως συνυφασμένη με την ίδια την φυσιογνωμία του πολιτικού προσωπικού που κυριαρχεί στα πολιτικά πράγματα εδώ και πολλές δεκαετίες.
Δεν είναι λοιπόν διόλου τυχαίο το γεγονός πως οι πολιτικοί ηγέτες που κάνουν την διαφορά, είναι αυτοί που σε τελευταία ανάλυση πρωταγωνιστούν και στον προσδιορισμό της κυρίαρχης ατζέντας.
Όπως είναι και απολύτως ερμηνεύσιμο το νοσηρό φαινόμενο δεκαετιών, το οποίο στην χώρα μας εκδηλώνεται με ιδιαιτέρως προκλητικό τρόπο, να κυριαρχούν στην πολιτική ζωή συγκεκριμένες οικογένειες, συγκεκριμένοι πολιτικοί σχηματισμοί, συγκεκριμένο σύστημα αντιλήψεων που λειτουργεί στην πράξη ως μια ιδιότυπη πολιτική καλύμπρα, μέσα στην οποία σφυρηλατούνται οι προδιαγραφές το πολιτικού προσωπικού στο οποίο ανατίθενται ευθύνες πολιτικής διακυβέρνησης.
Πρόκειται για μια διεργασία που είναι απόλυτα εναρμονισμένη με την βαθιά εξάρτηση στην οποία παραδέρνει ο τόπος, αλλά και με την δεδηλωμένη των κέντρων που την ασκούν, να εξασφαλίζουν μια παρακαταθήκη πολιτικού προσωπικού, πρόθυμου να διαχειριστεί τις απαιτήσεις τους.
Τα φαινόμενα λοιπόν της διάχυσης στελεχών (μεταγραφές) όπως και ο επικαιροποιημένος «οικουμενισμός» ή η «υπερκομματικότητα»
που παραμένουν πάντα σε πρώτη ζήτηση, είναι
μέρος αυτής της εκφυλιστικής πολιτικής διεργασίας, που θέλει ένα πολιτικό προσωπικό να ανακυκλώνεται από τα ίδια
πολυχρησιμοποιημένα και φθαρμένα υλικά, πλήρως απαξιωμένο, πολλαπλά εκτεθειμένο
αλλά και χειροπόδαρα δεμένο από τις ίδιες
του τις επιλογές και από αυτήν την άποψη
παντελώς ανίκανο και ακατάλληλο να πραγματοποιήσει τις αναγκαίες πολιτικές
υπερβάσεις. Είναι όμως απολύτως κατάλληλο
να συμπαρασύρει την κοινωνία σε επιλογές ανώδυνης πολιτικής εκτόνωσης που δεν
οδηγούν πουθενά.
Απ’ όλα τα παραπάνω προκύπτει πως η μοίρα του
τόπου μας δεν πρόκειται να αλλάξει, όσο σημαντικός και αν είναι ο πλούτος των ιδεών και των προτάσεων που
κατατίθενται στον δημόσιο πολιτικό διάλογο, αν δεν μιλήσουμε επιτέλους σοβαρά για την ταυτότητα και κυρίως για τα
χαρακτηριστικά του πολιτικού υποκειμένου που θα αναλάβει την υποχρέωση να τις
μετουσιώσει σε πολιτικό έργο.
Από το υπάρχον πολιτικό προσωπικό δεν έλειψαν οι ιδέες.
Και αν έλειψαν, δεν αισθάνθηκε ποτέ την ανάγκη να τις αναζητήσει αλλά και ουδέποτε τόλμησε να αξιοποιήσει σημαντικές και ενδιαφέρουσες προτάσεις που έχουν κατατεθεί στην δημόσια συζήτηση. Και δεν το απετόλμησε, διότι δεν είχε την βούληση και το σθένος να το αποτολμήσει. Δεν το έκανε ΟΥΤΕ στην Οικονομία, ΟΥΤΕ στην Δημόσια Διοίκηση, ΟΥΤΕ στην Κοινωνική Πολιτική, ΟΥΤΕ στην Εθνική Άμυνα, ΟΥΤΕ στις μεγάλες προκλήσεις που οδηγούν καθημερινά σε κατάρρευση την Εξωτερική πολιτική της χώρας.
Αυτό το πολιτικό προσωπικό, τα μεμονωμένα στελέχη του αλλά και οι πολιτικοί σχηματισμοί που το συναπαρτίζουν, δεν μπορεί να παράξει πολιτικό έργο στην βάση μιας άλλης αντίληψης, διότι υπάρχει για να υπηρετεί απαρέγκλιτα μια και μόνο συγκεκριμένη αντίληψη η οποία δεν προάγει το Εθνικό συμφέρον.
Η μαχητική αξιοποίηση του πολιτικού λόγου για την
παραγωγή του απαραίτητου πολιτικού έργου, δεν μπορεί
να εξαντλείται στην διαχείριση συμβιβασμών, ατολμίας, ηττοπάθειας και διαρκών υπαναχωρήσεων
που οδηγούν την χώρα στην αποδυνάμωση και αποδυναμώνουν σταθερά την διεθνή της θέση.
Η αναγκαία πολιτική μεταστροφή προϋποθέτει ρήξεις, συγκρούσεις με αντιλήψεις και αλλότρια συμφέροντα, τολμηρές αποφάσεις που θα πρέπει να αναληφθούν, εθνικό όραμα που θα πρέπει να διαπεράσει τους κρίσιμους στρατηγικούς νευρώνες της χώρας στο σύνολό τους, συνολική επανεξέταση των εθνικών δεσμεύσεων που καθηλώνουν και πολιτικές αποφάσεις που θα αξιοποιήσουν στοχευμένα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και θα αναβαθμίσουν ουσιαστικά τον γεωπολιτικό της δυναμισμό.
Η ατμομηχανή αυτής της μεταστροφής, δεν μπορεί να
προκύψει με τιμονιέρηδες αυτούς που οδήγησαν τον τόπο μας σε οικονομική και γεωπολιτική
χρεοκοπία, και μετέτρεψαν
την πολιτική σε επαιτεία και αλληλουχία ανεπίτρεπτων συμβιβασμών. Γι’ αυτό και η ευθύνη μας, δεν μπορεί να εξαντλείται
στην υποβολή προτάσεων που διατυπώνονται για να «καούν» την επόμενη στιγμή από τους χρεοκοπημένους
διαχειριστές της καθολικής υποταγής μας.
Η ανάγκη να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την
συγκρότηση του νέου, του ιστορικά και εθνικά αναγκαίου πολιτικού σχηματισμού,
που θα εμπνεύσει την
κοινωνία, που θα ταράξει τα
λιμνάζοντα ύδατα, που θα αιφνιδιάσει
όλους αυτούς που «βολεύτηκαν» με την συμβιβασμένη διαχείριση της ατολμίας και της
μιζέριας, που θα στοχεύσει «με την μία»
την πολιτική εξουσία για να την μετατρέψει σε εργαλείο για την συνολική
γεωπολιτική αναβάθμιση της πατρίδας μας, είναι
ανάγκη επείγουσα… Ανάγκη που δεν
περνά μέσα από τις δοκιμασμένες λύσεις της αποτυχίας και του συμβιβασμού… Ανάγκη που δεν εγκλωβίζεται στην ψευδαίσθηση
των δήθεν «έμπειρων και δοκιμασμένων» που αποδείχτηκαν ελάχιστοι και
καταστροφικοί για τον τόπο…
Και αυτό το εγχείρημα θα πρέπει να ξεκινήσει ΤΩΡΑ… Να επενδύσει σε αυτό που ΔΕΝ δοκιμάστηκε και ΔΕΝ απέτυχε… Σε αυτό που δηλώνει αποφασισμένο να αποτολμήσει όλα όσα δεν
απετόλμησαν οι χειραγωγούμενοι των δεκαετιών της καταστροφής. Και αυτή η πρόκληση μας αφορά ΟΛΟΥΣ γιατί
είναι πρόκληση ΕΘΝΙΚΗ και ιστορικά επιβεβλημένη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου