Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2018

Τι κερδίζει η Τουρκία απο κρίσεις «χαμηλής έντασης»

Δύο πολυσυζητημένες θεωρήσεις του πολέμου είναι οι εξής: «Ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα» (Clausewitz) και «θα νικήσει εκείνος που ξέρει πότε θα πολεμήσει και πότε θα αποφύγει τον πόλεμο» (Sun Zu). Τις μεθερμηνεύουμε συντομογραφικά:...


του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΗΦΑΙΣΤΟΥ


Ο πόλεμος υπακούει στους σκοπούς της πολιτικής, μετριάζεται και ως εκ τούτου δεν έχει αυτόνομη λογική. Ως βαθύτατα διαμορφωτικό φαινόμενο της διαχρονίας δεν αφορά μόνο την άσκηση βίας. Ο πόλεμος ως διακρατικό φαινόμενο έχει πολλούς κρίκους όπως η πρόθεση, η προετοιμασία, η επίδειξη ισχύος και...
η απειλή χρήσης βίας εάν ο αντίπαλος δεν συμμορφωθεί. Η ένοπλη πολεμική σύρραξη είναι ο τελευταίος κρίκος. 

Τον πόλεμο λοιπόν δεν τον εξορκίζεις αλλά τον διαχειρίζεσαι ορθολογιστικά. Ο εξορκισμός του πολέμου είναι μια πολύ επικίνδυνη αντίληψη ανεύθυνων και άσχετων οι οποίοι λόγω άγνοιας επιφέρουν εφησυχασμό, ανορθολογισμό και κατευνασμό των απειλών με αποτέλεσμα τα κράτη και οι κοινωνίες τους να οδηγούνται σε πολεμικές συρράξεις, κακουχίες και καταστροφές. 

Μιλώντας πάντα για αμυνόμενα κράτη όπως η Ελλάδα και η Κύπρος τον πόλεμο τον αποτρέπεις με την σωστή στρατηγική και εάν δεν το καταφέρεις απαιτείται να είσαι έτοιμος να κλιμακώσεις δεόντως για να διασφαλιστούν τα εθνικά συμφέροντα και πρωτίστως η ακεραιότητα της Επικράτειας. Η αποτροπή επιτυγχάνει βέλτιστα αποτελέσματα εάν ο αντίπαλος πειστεί πως κρίσεις χαμηλής έντασης και κλιμάκωση ενδέχεται να οδηγήσουν σε γενικευμένο πόλεμο και ήττα του. Η παράσταση κόστους μετράει και όχι οι συναισθηματισμοί, τα γλυκόλογα ή και τα ποτά και τα ζεϊμπέκικα.

Μιλώντας πάντα για τους πολλούς κρίκους της έννοιας πόλεμος, εκ των οποίων ο τελευταίος κρίκος είναι η ένοπλη αναμέτρηση, πολύ σωστά ο Sun Tzu υπογραμμίζει ότι νικά όποιος 

α) γνωρίζει και διαχειρίζεται σωστά τα διάφορα επίπεδα του πολέμου, 
β) κινείται με δεξιοτεχνία στα διάφορα επίπεδα έχοντας πλήρη έλεγχο του πότε και πως θα χρησιμοποιήσει τα πολεμικά μέσα αρχικά αποτρεπτικά και αν χρειαστεί με ένοπλη εμπλοκή την κλιμάκωση της οποίας θα πρέπει να φροντίσει να ελέγχει, 
γ) γνωρίζει ότι η έκβαση εξαρτάται από το ανελέητο: «εάν γνωρίζεις τον εχθρό και τον εαυτό σου δεν έχεις ανάγκη να φοβάσαι το αποτέλεσμα ακόμη και εκατό μαχών, εάν γνωρίζεις τον εαυτό σου αλλά όχι τον εχθρό για κάθε νίκη που κερδίζεις θα έχεις και μια ήττα και εάν δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου ούτε τον εχθρό θα νικηθείς σε κάθε μάχη». Αυτά σημαίνουν πολλά αλλά δεν είναι του παρόντος να επεκταθούμε, ενώ για την συγκρότηση, τις εξειδικεύσεις και τις ειδοποιούς διαφορές αρμόδιοι είναι οι κρατικοί θεσμοί.

Με γνώμονα αυτά τα θεμελιωμένα και καθημερινά καταμαρτυρημένα αξιώματα της στρατηγικής θεωρίας, τρεις δεκαετίες εμπειρίες στα νεοελληνικά πεδία διδάσκει ότι ισχύει η εξής ανησυχητική και επικίνδυνη για την ασφάλεια της Ελλάδας κατάσταση.

  1. Ακόμη και στο επίπεδο ατόμων με θέσεις ευθύνης μένουν απροβίβαστοι οι περισσότεροι. Μαύρα μεσάνυκτα για την διεθνή πολιτική, μαύρα μεσάνυκτα για τον ρόλο του κράτους και της ισχύος στην διεθνή πολιτική, μαύρα μεσάνυκτα για το φαινόμενο του πολέμου, μαύρα μεσάνυκτα για την ισχύ και τους σκοπούς της Τουρκίας και μαύρα μεσάνυκτα για το πώς εξελίσσεται το μεταψυχροπολεμική (πολυπολικό) διεθνές σύστημα. Και δεν χρειάζεται να θυμίσουμε κατέχοντες υπέρτατα αξιώματα που δεν ήξεραν τι είναι οι κανόνες εμπλοκής ή που έγραφαν στα βιβλία τους ότι στην εποχή της «παγκοσμιοποίησης» η το κράτος και η κρατική κυριαρχία είναι άνευ σημασίας. Είναι γνωστές επίσης δηλώσεις μελών του «ετερόκλητου όχλου ατόμων φορέων εθνομηδενιστικών» ιδεολογημάτων τα οποία δεν ξέρουν ότι υπάρχουν θαλάσσια σύνορα ενώ όταν τα βρουν σκούρα κραυγάζουν για ανύπαρκτους ευρωπαϊκούς στρατούς που θα υπερασπιστούν, δήθεν, το Αιγαίο.

  2. Εάν εισέλθουμε σε πάγιες τυπολογίες, όρους και έννοιες της στρατηγικής ανάλυσης που σε σοβαρά και βιώσιμα κράτη κανείς δεν αναλαμβάνει θέση ευθύνης εάν δεν είναι άριστα καταρτισμένος, η κατάσταση είναι από απελπιστική μέχρι θανάσιμα επικίνδυνη για τα συμφέροντα και την ασφάλεια του κράτους και της κοινωνίας. Για να αναφέρω ένα μόνο ζήτημα, συγχέεται η έκρηξη ένοπλης πολεμικής σύρραξης με την ανάγκη καθημερινής διαχείρισης των αναμετρήσεων μεταξύ κρατών εκ των οποίων το ένα είναι αναθεωρητικό και επιτιθέμενο και το άλλο αμυνόμενο και αποτρεπτικό. Συγχέουν επίσης την αποτρεπτική στρατηγική με κάποιου είδους πολεμοκάπηλη επιθετικότητα (ενώ βέβαια είναι το ακριβώς αντίθετο) ή ακόμη και πιστεύουν –όπως μου είπε άτομο με θέσεις μεγάλης ευθύνης την δεκαετία του 1990 όταν διατηρούσα την εβδομαδιαία στήλη «στρατηγική ανάλυση» στην «Ελευθεροτυπία»– ότι η έννοια «στρατηγική» είναι «κουβέντες του 16ου αιώνα όταν είχαμε πολέμους». Πως βέβαια να μην λένε τέτοια πράγματα άσχετοι καρεκλοκένταυροι όταν ακόμη και φορείς επιστημονικών τίτλων και πιο συγκεκριμένα ιθύνων «βραβευμένων ιδρυμάτων» που χρηματοδοτούσε ακόμη και ο Σόρος μας έγραφε ότι η αποτρεπτική στρατηγική είναι πολεμοχαρής έννοια που θα οδηγήσει την Ελλάδα σε δύο και τρεις πολέμους. Γνωστικά ειδικά αυτόν δεν τον βαθμολογώ μηδέν γιατί ήξερε τι έγραφε πλην υπήρχαν εκτιμώ «άλλοι αθέατοι λόγοι» δολοφονίας όρων, εννοιών και του χαρακτήρα των αναλυτών μιας ορθολογιστικής Ελληνικής στρατηγικής. Για αυτούς «η Ελλάδα δεν πρέπει να έχει στρατηγική». Αυτά είναι ζητήματα για τα οποία θα επανέλθουμε εκτενέστερα καθότι οι διαμάχες των τελευταίων 25 ετών είναι αναρίθμητες και δημόσιες. Πάντως μας αφορούν ζωτικά γιατί φωτίζουν πολλά αίτια της συντρέχουσας κρίσης και τι συνεπάγεται μια σωτήρια διέξοδος.

  3. Αυτά και πολλά άλλα οδηγούν στο έλλειμμα στρατηγικής κουλτούρας. Λογικότατα, αφού τα προλεχθέντα και πολλά άλλα ισχύουν για τα λεγόμενα ηγετικά και πνευματικά ελίτ της Ελλάδας, αναπτύσσονται ηττοπαθείς, στρεβλές, ζημιογόνες και εθνομηδενιστικές αντιλήψεις, οι οποίες, επιπλέον, καλλιεργούνται στο επίπεδο των πολιτών μερικοί εκ των οποίων ενδέχεται να είναι ευκολόπιστοι και ανυποψίαστοι και πρωτίστως εγκλωβισμένοι σε ιδεολογικά και κομματικά κλουβιά.

  4. Η στρατηγική κουλτούρα είναι μια σημαντική έννοια. Ας περιοριστούμε εδώ σε αυτά που εμείς θεωρούμε αξονικά: 
  • Η συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας κάθε βιώσιμου κράτους εμφορείται από υψηλές κοσμοθεωρητικές αρχές που θεωρούν το κράτος/πατρίδα και την κυριαρχία του έσχατες λογικές, την πίστη και την νομιμοφροσύνη στο έθνος αδιαπραγμάτευτη, τα ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα πολιτικά υπέρτατα και την αυτοθυσία ως αυτονόητη στάση κάθε πολίτη εάν η πατρίδα κινδυνεύσει.
  • Πολιτικές ηγεσίες, πνευματικά ελίτ και πολίτες κάθε βιώσιμου και αξιόπιστου κράτους έχουν επαρκή κατανόηση ή και γνώση της σύγχρονης διεθνούς πολιτικής και σωστή αντίληψη για τον ρόλο της αθέσπιστης ισχύος στην διεθνή πολιτική όπου η πολιτική ηθική είναι μηδενική.
  • Είναι ως εκ τούτου εμπεδωμένη και κυρίαρχη η θέση ότι «το κύριο νόμισμα στην διεθνή πολιτική είναι η ισχύς» και ότι ισχύει η «αρχή της αυτοβοήθειας» (Waltz). Εξ ου και απέναντι στις απειλές απαιτείται από όλους να ορθώνεται αξίωση αποτρεπτικής ισχύς με εσωτερική και εξωτερική εξισορρόπηση (επαρκείς συντελεστές ισχύος και συγκροτήσεις συμμαχιών στην βάση συγκλινόντων συμφερόντων).
  • Ιδιαίτερα στο επίπεδο της πολιτικής και στρατηγικής ηγεσίας ενός βιώσιμου κράτους δύο φράσεις είναι «απαγορευμένες»: Πρώτον, ένα κράτος δεν «ΑΝΗΚΕΙ» πουθενάκαι σε κανένα (Δυτικά, Ανατολικά ή οπουδήποτε αλλού). Ένα ανεξάρτητο κράτος δεν ανήκει αλλά ΣΥΜΜΕΤΕΧΕΙ σε διεθνείς οργανισμούς και συμμαχίες και συνάπτει διμερείς ή πολυμερείς συνθήκες και συμφωνίες ή συγκροτεί συμμαχίες πάντα στην βάση συναλλαγών συμφερόντων. Το γνωστό «patron-client relations» (http://wp.me/p3OlPy-wB) που αποτελεί εδώ και καιρό το μισό της στρατηγικής θεωρίας και που αναλύει το πώς τα λιγότερο ισχυρά κράτη παλεύουν αδιάκοπα με τα πιο ισχυρά κράτη για συμμετρικές σχέσεις και συναλλαγές με τα πιο ισχυρά. 
  • Σε ένα βιώσιμο και ορθολογιστικό κράτος οι διεθνιστικές ιδεολογίες δεν έχουν θέση (διεθνισμός = αναίρεση/ακύρωση του κράτους), όσον αφορά την εθνική στρατηγική ο κομματισμός είναι θανατηφόρος και για τις έσχατες κρατικές λογικές και κοσμοθεωρίες που προσανατολίζουν την κοινωνία στρατηγικά απαιτείται καθολική συναίνεση.
  • Οι εξωτερικές σχέσεις, συναλλαγές και συμμετοχές σχετίζονται όχι με συναισθηματισμούς ή επικλήσεις ανύπαρκτων διεθνών ηθικών αλλά με ρευστά συμφέροντα. Συναφές επίσης είναι ότι στρατηγικός ορθολογισμός ενώ σημαίνει πολλά πράγματα απαραίτητα το κράτος θα πρέπει να κατορθώνει να ελίσσεται με κύρια μέριμνα να μην συνθλίβεται μέσα στις Συμπληγάδες των στρατηγικών παιγνίων.
Σε αναφορά και με τα πιο πάνω ή άλλα που αναλύονται αλλού, ολοκληρώνουμε μονολεκτικά λέγοντας ότι: 


1) Υπάρχει μεγάλη Τουρκική απειλή (την ορίσαμε σε άλλες περιπτώσεις). 

2) Η Τουρκία κατορθώνει το μείζον, δηλαδή με κρίσεις «χαμηλής έντασης» λόγω λανθασμένων στρατηγικών στάσεων της Ελλάδας οδηγεί στο να κερδίζει τον πόλεμο χωρίς ένοπλη αναμέτρηση (στην στρατηγική ανάλυση θεωρείται άριστη στρατηγική δεξιοτεχνία). 

3) Η Ελλάδα αποτυγχάνει βασικά γιατί πολλοί αγνοούν την διαλεκτική σχέση εμπλοκών μικρής έντασης, που προϋποθέτουν και απαιτούν, μεταξύ άλλων, λεπτούς χειρισμούς, επαρκή στρατιωτική ικανότητα, καλά τακτικά σενάρια, ισχυρές αποτρεπτικές παραστάσεις, επίδειξη ακλόνητης αποφασιστικότητας και επιτυχή έλεγχο της κλιμάκωσης εάν ο επιτιθέμενος υλοποιήσει τις απειλές του.

4) Ο έλεγχος της κλιμάκωσης έχει πολλές πτυχές: 

α) Καθιστάς απαγορευτικό για τον επιτιθέμενο να στερεώσει οποιοδήποτε έρεισμα ή αξίωση (πχ αμφισβήτηση της κυριαρχίας στα Ίμια ή στην ΑΟΖ της Κύπρου για την οποία να θυμίσουμε ότι η Ελλάδα έχει δηλώσει casus belli για κινήσεις πέραν της γραμμής του 1974 ενώ αυτό επικυρώθηκε και αναπτύχθηκε με τον Ενιαίο Αμυντικό Χώρο). 
β) Εάν ο επιτιθέμενος δεν συμμορφωθεί απαράβατα τον εκδιώκεις ένοπλα. 
γ) Εάν μετά από αυτό υπάρξει κλιμάκωση της ένοπλης σύγκρουσης ο αμυνόμενος θα πρέπει να είναι στρατιωτικά και διπλωματικά πανέτοιμος να ελέγχει νικηφόρα κάθε στάδιο της κλιμάκωσης μέχρι και τον γενικευμένο πόλεμο. 
δ) Αναμφίβολα, επειδή σκοπός της στρατηγικής του αμυνόμενου είναι να αποτραπεί ο πόλεμος, η έναρξη συγκρούσεων και πολύ περισσότερο μια γενικευμένη σύρραξη αποτελεί αποτυχία της αποτρεπτικής στρατηγικής. Το ενδεχόμενο αποτυχίας όμως δεν θα οφείλεται στο γεγονός ότι ο αμυνόμενος συγκρότησε αποτρεπτική στρατηγική αλλά στο γεγονός ότι αυτή η στρατηγική ήταν ερασιτεχνική, ελλειμματική και χονδροειδώς ατελής. 
ε) Σκοπός δεν είναι ο πόλεμος αλλά εάν οδηγηθούμε εκεί θα πρέπει να τον κερδίσουμε ενώ θα πρέπει να μπορούμε να αποτρέψουμε συνολικά κάθε ένοπλη σύρραξη ή αν αρχίσει να την περιορίσουμε σε χαμηλότερες κλίμακες. Επιτυχία σημαίνει νικηφόρα επικράτηση του αποτρέποντος σε χαμηλά επίπεδα σύγκρουσης ή και χωρίς σύγκρουση και εάν ο επιτιθέμενος επιμένει να κλιμακώνει ο αποτρέπων να κυριαρχεί σε κάθε επόμενη βαθμίδα ενδιάμεσης σύγκρουσης. Αυτά πριν καταλήξουμε σε γενικευμένο πόλεμο, τον οποίο, ενώ ο αμυνόμενος θα πρέπει να είναι έτοιμος να τον κερδίσει, σε κάθε στάδιο κλιμάκωσης κύριο σκοπός του αμυνόμενου είναι να αποτρέψει μια γενικευμένη σύρραξη. 
στ) Είναι σημαντικό να τονίσουμε τον παράγοντα «γενικευμένος πόλεμος». Ο έλεγχος της κλιμάκωσης απαιτείται να συνοδεύεται με πανίσχυρη και αξιόπιστη παράσταση νίκης εάν τελικά ο επιτιθέμενος δεν σταματήσει την προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων. Ισχυρά και αξιόπιστα μηνύματα για επικράτηση στην περίπτωση κλιμάκωσης σε ένα γενικευμένο πόλεμο είναι πάντα μια υπεριπτάμενη κύρια αποτρεπτική παράσταση.
ε) Σημειώνουμε πάντως τα εξής: Αφενός οι εμπλοκές μικρής έντασης και ο έλεγχος της κλιμάκωσης είναι προϋποθέσεις μιας αποτρεπτικής στρατηγικής. Αφετέρου αυτό που αποτρέπει την έναρξη ένοπλης σύρραξης ή τον τερματισμό της χωρίς απώλεια επικράτειας είναι η προγραμματική όπως είπαμε μόλις αξιόπιστη παράσταση νίκης του αμυνόμενου για την περίπτωση που ο επιτιθέμενος οδηγήσει την σύρραξη σε γενικευμένο πόλεμο. 

Ως προς αυτά και πολλά άλλα στα πεδία της χάραξης και εφαρμογής της Ελληνικής Εθνικής στρατηγικής καταμαρτυρούνται μεγάλα ελλείμματα. 
Πρωτίστως άγνοια στοιχειωδών όρων και εννοιών και στρεβλές αντιλήψεις για την διεθνή πολιτική, τις διακρατικές σχέσεις, τους διεθνείς θεσμούς και τον ρόλο του κράτους και της σημασίας της ισχύος του. 

Το αποτέλεσμα είναι η Τουρκία να κερδίζει τον πόλεμο χωρίς μάχη εμποδίζοντας την εφαρμογή της διεθνούς νομιμότητας και την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων της Ελλάδας και της Κύπρου. Τέλος, ο κατευνασμός των απειλών και των αναθεωρητικών αξιώσεων, όπως ιστορικά καταμαρτυρείται, πάντα οδηγεί σε συρρίκνωση της κυριαρχίας και πιθανότατα σε γενικευμένο πόλεμο με όρους του επιτιθέμενου.

*Ο Παναγιώτης Ήφαιστος ειναι Ομ. Καθηγητής Διεθνών σχέσεων – Στρατηγικών σπουδών, Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα διεθνών και ευρωπαϊκών σπουδών. Συγγραφέας 16 βιβλίων και εκατοντάδων δοκιμίων και άρθρων στα πεδία της στρατηγικής ανάλυσης, της πολιτικής θεωρίας και της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.Περισσότερα στην σελίδα www.ifestos.edu.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου